Πρωταγωνιστής στον αγώνα κατά του καπνίσματος έχει αναδειχθεί ο τέως αναπληρωτής καθηγητής των Πανεπιστημίων Αθηνών και Χάρβαρντ Παναγιώτης Μπεχράκης, ο άνθρωπος που έχει αφιερώσει τρεις και πλέον δεκαετίες στον στόχο να πείσει τους Ελληνες να κόψουν το τσιγάρο. Και καθώς η 4η Φεβρουαρίου έχει καθιερωθεί ως η Παγκόσμια Ημέρα Κατά του Καρκίνου, ο καθηγητής επιμένει ότι η διακοπή του καπνίσματος είναι το «Α» στην πρόληψη.

Η σκληρή γλώσσα που επί χρόνια χρησιμοποιεί για τις βλαβερές συνέπειες του καπνού –τόσο στους ενεργητικούς όσο και στους παθητικούς καπνιστές –οδηγεί μοιραία στο συμπέρασμα ότι δεν έχει βάλει ποτέ τσιγάρο στο στόμα του. Η εικόνα και μόνον (πόσω μάλλον η πράξη) θα παρέπεμπε σε δείγμα ασέβειας των όσων ο ίδιος πρεσβεύει.

Ε, λοιπόν, λάθος! Ως φοιτητής και ειδικευόμενος στην Παθολογία ο κ. Μπεχράκης υπήρξε μανιώδης καπνιστής. Κάπνιζε έως και δύο πακέτα ημερησίως και μάλιστα βαριά. Ισως γι’ αυτό να μη στραβοκοιτάζει έως και σήμερα την παρέα στο διπλανό τραπέζι του εστιατορίου που καπνίζει. Ακόμη πιο σπάνιες είναι οι φορές που έχει εκφράσει τη δυσαρέσκειά του για τον καπνό που αναδύεται από παρατημένο τσιγάρο σε ένα τασάκι που παράνομα υπάρχει σε κλειστούς δημόσιους χώρους και αυτό κυρίως για να υπερασπιστεί τα δικαίωμα των παιδιών στον καθαρό αέρα.

Ο ίδιος αποφάσισε να καθαρίσει από τη νικοτίνη σε ηλικία 30 ετών. Είχε ήδη αρχίσει να νιώθει ενοχλήσεις. Επίσης, εκείνες τις ημέρες της δικτατορίας και ενώ μαχόταν εναντίον της, τον ενοχλούσε το γεγονός ότι τον «διέταζε» ένα κουτί. Υπήρξαν βράδια που από του Παπάγου είχε φτάσει ώς τους Αμπελοκήπους για να εντοπίσει ανοιχτό περίπτερο. Εκείνα τα χρόνια γεννήθηκε και η κόρη του. Ηταν η αιτία που το έκοψε μαχαίρι.

Από μαθητής Γυμνασίου αντιμετώπιζε την ιατρική έως επαγγελματικό μονόδρομο. Είχε επηρεαστεί από τον παιδίατρο θείο του (αδελφό του πατέρα του), ο οποίος τον είχε βαφτίσει. Είχε μεγάλη επιρροή πάνω του. Εδωσε εξετάσεις για την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και πέρασε με την πρώτη. Το αντικαπνιστικό του πείσμα μπόλιασε στο DNA του όταν επέστρεψε από τον Καναδά όπου ολοκλήρωσε τη διατριβή του στη φυσιολογία της αναπνοής. Στο Νοσοκομείο Σωτηρία όπου εργαζόταν ως επιμελητής στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας και στο Κέντρο Αναπνευστικής Ανεπάρκειας ήρθε αντιμέτωπος με την ωμή πραγματικότητα: τον καρκίνο και τη χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια.

«Η πνευμονολογία έπρεπε να μιλήσει», σκέφτηκε και έτσι το ’85 ξεκίνησε η αντικαπνιστική εκστρατεία ενώ είχε κηρυχθεί πρόεδρος της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας. Τότε η ανταπόκριση του κοινού ήταν σχεδόν μηδαμινή. Θυμάται ότι είχε πει μια φορά στον καθηγητή Γεώργιο Δαΐκο έπειτα από μία εκδήλωση στην Κηφισιά: «Ξέρετε, αυτές οι συνάξεις θυμίζουν περισσότερο ομαδική ψυχοθεραπεία για εμάς τους λίγους αντικαπνιστές».

Στο Αγρίνιο πάλι και ενώ πραγματοποιούσε ομιλία οι προβολείς έσβησαν. Η ομιλία συνεχίστηκε σε ένα πατάρι. Σαμποτάζ των οργανωτών ή απουσία ακροατηρίου; Μάλλον και τα δύο.

Παρά ταύτα, ο κ. Μπεχράκης δεν κατέθεσε τα όπλα. Η πρώτη δικαίωση ήρθε λίγο πριν το 2009, δηλαδή, πριν από τον αντικαπνιστικό νόμο που ψηφίστηκε επί υπουργίας Δημήτρη Αβραμόπουλου.

«Η κοινωνία είχε αρχίσει να αποδέχεται το μήνυμα. Και πάνω σε αυτό το υπόστρωμα στηρίχθηκε και ο νόμος για την προστασία από το παθητικό κάπνισμα», σημειώνει ο διευθυντής του Ινστιτούτου Δημόσιας Υγείας του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδας και πρόεδρος του επιστημονικού συμβουλίου του European Network for Smoking and Tobacco Prevention. Αποτελεί ωστόσο κοινό μυστικό πως οι νομοθετικές ρυθμίσεις που ακολούθησαν δεν έφεραν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Το ντουμάνι αποτελεί τον κανόνα στις καφετέριες, στα εστιατόρια και τα νυχτερινά κέντρα διασκέδασης.

Ο ίδιος, πάλι, δεν απογοητεύεται: «Υπάρχουν αποτελέσματα. Στους χώρους μεγάλων πολυεθνικών εταιρειών, σε επιχειρήσεις, στις τράπεζες, σε δημόσια γραφεία, ο νόμος τηρείται. Υπάρχει όμως πλήρης έλλειψη πολιτικής βούλησης για την εφαρμογή του νόμου στα κέντρα εστίασης και διασκέδασης. Αυτοί οι χώροι αποτελούν ξεχωριστό κράτος». Και πέραν από τους αντικαπνιστές θαμώνες που αναγκάζονται να εισπνέουν τον καπνό των άλλων, ο κ. Μπεχράκης δεν σταματά να υπερασπίζεται και τους 130.000 εργαζόμενους του κλάδου «τους οποίους κανείς δεν έχει σεβαστεί, υποστηρίξει και προασπίσει». Στο μεταξύ, μόλις το 27,3% των Ελλήνων είναι πλέον καθημερινοί καπνιστές, όταν τα προηγούμενα χρόνια το ίδιο ποσοστό ξεπερνούσε το 40%.

Μιλώντας για τον αντικαπνιστικό αγώνα, η φωνή του αποκτά χροιά ικανοποίησης όταν μιλά για τους νέους. «Κατά τα έτη 2009-2014 το ποσοστό των νέων ηλικίας 16-24 ετών που καπνίζει έχει μειωθεί κατά 33%». Πατέρας δύο παιδιών, ο καθηγητής περηφανεύεται επειδή η ενήλικη ζωή τους κυλάει χωρίς την ανάγκη να ανάψουν τσιγάρο. Καυχιέται όμως ακόμη περισσότερο για τη νέα τάση που έχει αρχίσει να διαμορφώνεται: «Τα παιδιά είναι αυτά που σήμερα λένε στους γονείς τους να το κόψουν». Την αλήθεια για τις συνέπειες του καπνίσματος ώστε οι μαθητές να λένε «Οχι στο τσιγάρο» διδάσκονται τα τελευταία πέντε χρόνια οι μαθητές ανά τη χώρα. Το πρόγραμμα που υλοποιείται από το Ιδρυμα Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών έχει αρχίσει να αποδίδει με τον κ. Μπεχράκη (επικεφαλής και επιστημονικά υπεύθυνος του προγράμματος) να κερδίζει ένα μεγάλο στοίχημα.