Κάθε φορά που ο Μητσοτάκης πηγαίνει στη Βουλή θα πρέπει να έχει στο μυαλό του δύο στίχους του Γέιτς:

«Οι καλύτεροι στερούνται πεποίθησης/ενώ οι χειρότεροι είναι γεμάτοι από παθιασμένη ένταση».

Αυτή είναι η δύναμη των χειρότερων.

Κατ’ αρχήν, μια παρατήρηση. Ποτέ άλλοτε δεν συγκροτούσαν το κορυφαίο δίδυμο της πολιτικής σκηνής δύο τόσο αντίθετοι άνθρωποι.

Καραμανλής/Παπανδρέου, Παπανδρέου/Μητσοτάκης, Σημίτης/Καραμανλής, Καραμανλής/Παπανδρέου, Παπανδρέου/Σαμαράς είχαν όλοι (με τα καλά και τα στραβά τους) κάποια κοινή βάση.

Σήμερα κοινή βάση δεν υπάρχει. Δύο εντελώς διαφορετικοί χαρακτήρες και προσωπικότητες, με διαφορετική συγκρότηση, παιδεία, όρια και κώδικες συμπεριφοράς διεκδικούν την εξουσία.

Ο Πρωθυπουργός είναι η χαρά του πρωινάδικου. Δώσ’ του βίλες στο Πόρτο Χέλι, λογαριασμούς στο εξωτερικό, λίστες, μαύρα ταμεία, τράπεζες και λαμογιές, να του πάρεις την ψυχή.

Υποθέτω με αυτά τρώγεται όλη μέρα. Του αρέσουν να τα κουβεντιάζει, τα γουστάρει από την ψυχή του και γι’ αυτό τα λέει ωραία.

Διότι τα λέει ωραία. Και λαϊκά. Είτε ισχύουν είτε δεν ισχύουν. Κάθε πρωινάδικο της ελληνικής τηλεόρασης θα τον ήθελε για μόνιμο σχολιαστή.

Ο αρχηγός της αντιπολίτευσης, από την πλευρά του, δείχνει εμφανώς ότι αυτά τα θεωρεί δευτερεύοντα, ανούσια, οριακά άξια αναφοράς μεταξύ σοβαρών πολιτικών.

Υποθέτω δεν βλέπει καν πρωινάδικα.

Το ρεπερτόριό του είναι πιο ακαδημαϊκό και λιγότερο πιασάρικο. Σαφώς πιο διαβασμένος από τον συνομιλητή του, μιλάει συγκροτημένα για την πολιτική ή την οικονομία αλλά χωρίς λαϊκότητα ή ένταση –που θα έλεγε κι ο Γέιτς.

Προσέξτε τη διαφορά.

Ο ένας ρωτάει «πόσα εκατομμύρια έβαλαν στα μαύρα ταμεία τους ΝΔ και ΠΑΣΟΚ;» και «τι κάνατε τα λεφτά;» ή προειδοποιεί «προσέξτε μη μείνετε με τις δημοσκοπήσεις στο χέρι».

Ο άλλος απαντά «πήγατε για μαλλί και βγήκατε κουρεμένοι» (μια έκφραση που έχω δεκαετίες να ακούσω…) ή «ντροπή σας, κύριε Τσίπρα».

Προφανώς το εννοεί. Αλλά σκασίλα του Τσίπρα. Την άλλη φορά θα πει τα ίδια και χειρότερα. Δεν έχουν τον ίδιο κώδικα ντροπής.

Αν η συζήτηση αφορά την πορεία του τόπου, ο Μητσοτάκης έχει το πάνω χέρι. Αν γυρίσει στα άπλυτα, ο Τσίπρας δεν παίζεται.

Πόσω μάλλον που δεν έχει κανέναν δισταγμό να κατηγορήσει τον αντίπαλό του για τον «Κήρυκα Χανίων» ή τη Siemens.

Το πρόβλημα του Μητσοτάκη είναι ότι σε αυτό το επίπεδο δεν διαθέτει την αμεσότητα του λόγου ή το θράσος να ανταποδώσει τα ίσα. Απλώς θίγεται.

Το πρόβλημα του Τσίπρα είναι ότι δεν κερδίζεις εκλογές με τον «Κήρυκα Χανίων» –το πολύ πολύ καμιά θέση πανελίστα σε πρωινάδικο.