Πώς αντιμετωπίζεται η διαφθορά; Εξαρτάται πού βρίσκεται κανείς. Στη Ρουμανία η κυβέρνηση επιχείρησε να την εξαφανίσει αποποινικοποιώντας την –αλλά το αποτέλεσμα ήταν να γνωρίσει η χώρα τα πιο σοβαρά επεισόδια από την εποχή της πτώσης του Τσαουσέσκου. Στη Γαλλία καταπολεμάται από δραστήριες εισαγγελικές Αρχές –λόγος για τον οποίο ο υποψήφιος της Δεξιάς Φρανσουά Φιγιόν δεν αισθάνεται καθόλου καλά. Και στην Ελλάδα υποτίθεται ότι εξοντώνεται με ατελείωτες συζητήσεις στις Εξεταστικές Επιτροπές της Βουλής και την Ολομέλεια.
Μόνο που οι ατελείωτες συζητήσεις, όπου οι μισοί υποδεικνύουν τους άλλους μισούς ως διεφθαρμένους, με κάποιους από αυτούς να στοχοποιούν δημοσιογράφους, δεν είναι καθόλου γόνιμες. Και ως τέτοιες δεν αποτελούν μέθοδο εξόντωσης, αλλά συντήρησης. Κάπως έτσι η διαφθορά έχει μετατραπεί από πρόβλημα σε πολιτικό εργαλείο. Και από δευτερεύον και παρεμπίπτον θέμα που είναι αλλού και αφορά μεμονωμένα πρόσωπα, εδώ έχει αναχθεί σε κυρίαρχο ζήτημα που αφορά τους πάντες: δίκαιους και αδίκους, εκείνους που έχουν βουτήξει στο μέλι κι εκείνους που τους έχουν βουτήξει στη λάσπη, την καφενόβια πολιτική και την αδρανή Δικαιοσύνη.
Η συζήτηση συντηρείται και θα εξακολουθεί να συντηρείται από μια κυβέρνηση που βλέπει στις παλιές αμαρτίες της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ το τελευταίο της χαρτί, αλλά και από την αντιπολίτευση επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ πρόλαβε μέσα σε αυτά τα δυο χρόνια να κάνει τις δικές του αμαρτίες. Το πολιτικό σύστημα αλληλοεξοντώνεται. Χωρίς φυσικά να εξοντώνει τη διαφθορά. Αντίθετα, με αυτή την ατελείωτη συζήτηση την κάνει να φαίνεται φυσιολογική, συνυφασμένη με τη λειτουργία της δημόσιας ζωής, μπανάλ, κοινότοπη. Είναι αυτή η κοινοτοπία από την οποία θρέφεται. Και από την οποία θρέφει τα νέα της πλοκάμια.