«Εχουμε φτάσει σε ένα σημείο που δεν υπάρχουν άλλες φυσικές αντοχές ενός πληθυσμού. Εγώ νομίζω ότι θα πρέπει να γίνει μια συζήτηση επί της ουσίας πολιτική και εθνική, που δεν έχει γίνει τα τελευταία 7 χρόνια. Και φυσικά, πρέπει να ξεκινήσει η συζήτηση από τη Βουλή. Τα περασμένα χρόνια δαιμονοποιήθηκε μια κουβέντα· εγώ είχα πει ότι και επί δραχμής η Ελλάδα μεγαλούργησε». Η δήλωση του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ Νίκου Γ. Ξυδάκη, δίκαια ή άδικα, ανακίνησε μια συζήτηση που επανέρχεται σοβαρά ή ως φάρσα από το 2010 και το πρώτο Μνημόνιο. Ο άξονάς της είναι η μετάβαση ή όχι στο πάλαι ποτέ εθνικό νόμισμα και οι επιπτώσεις στη ζωή μας ή οι μεταβολές από αυτό.
Η επικράτεια των νομισματικών αναζητήσεων τα περιλαμβάνει όλα. Από τις γραφικές προσδοκίες μιας ρετρό επιστροφής στην εθνική ανάταξη μέχρι τα φοβικά σύνδρομα για την οποιαδήποτε κουβέντα γύρω από το ευρώ. Πολύ σχηματικά θα μπορούσαμε να περιγράψουμε τη διαπάλη ως μια μονομαχία μεταξύ ευρωσκεπτικιστών και ευρω φρουρών. Αν πάλι θέλαμε λίγο «κίτρινα» να την νοηματοδοτήσουμε εκ νέου, θα μιλούσαμε για «δραχμιστές» και «μενουμευρωπάκηδες (εκ του Μένουμε Ευρώπη)». Οροι ή λήμματα αντλημένα από τον σύγχρονο δημόσιο λόγο.
Η συζήτηση όμως είναι πιο περίπλοκη. Πίσω από αυτήν συχνά κρύβονται σοβαρά ή ερασιτεχνικά πολιτικά σχέδια. Οπως μου λέει οπαδός του εθνικού νομίσματος και της επιστροφής σε αυτό –υπό όρους και προϋποθέσεις όμως –«σήμερα ποινικοποιούν τη συζήτηση αυτοί που δηλώνουν υπέρμαχοι του φιλελευθερισμού». Το βέβαιο είναι πως τα αφηγήματα για το νομισματικό σύστημα δεν έχουν πια τη θέση περιθωριακών οπτικών αλλά στα βαλτώδη νερά της κρίσης αποκτούν την δική τους νομιμοποίηση και δημοφιλία.
Η χαρτογράφηση

των δύο άκρων

Και εδώ όμως υπάρχει ένα θέμα. Συχνά στον δημόσιο λόγο, πίσω από τη συζήτηση που περιγράφουμε ακονίζουν τα «μαχαίρια» τους όλων των ειδών οι εκδοχές. Από δραχμική σωτηριολογία μέχρι τυφλή, άκριτη και φανατική προσήλωση στην ιδέα της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Επίσης, οι οπαδοί των δύο άκρων συναντιούνται σε όλα το φάσμα του πολιτικού άξονα. Από το εσωτερικό του κυβερνώντος ΣΥΡΙΖΑ μέχρι τις απολήξεις της Κεντροδεξιάς μπορείς να βρεις ευρωσκεπτικιστές. Και στην ανάποδη εντελώς πορεία, να συναντήσεις σε όλους τους χώρους και ευρωπαϊστές. Ή εν πάση περιπτώσει, ανθρώπους που δεν βλέπουν το πρόβλημα στο νόμισμα αλλά στον χαρακτήρα της οικονομίας και των δανειακών δεσμεύσεων.
Καθόλου τυχαία για παράδειγμα η αντίδραση του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρη Παπαδημούλη στα λόγια του Ξυδάκη: «Επομένως, και δεν θέλω να μασάω τα λόγια μου, η σύγχυση που προκάλεσαν οι χθεσινές δηλώσεις του Νίκου Ξυδάκη νομίζω ότι δεν ωφελεί, ήταν και ατυχής η δήλωση και λάθος η στιγμή. Νομίζω ότι το συμφέρον της χώρας, και αυτό είναι σταθερή επιλογή της κυβέρνησης, του Πρωθυπουργού που δίνει τις εντολές και φυσικά του οικονομικού επιτελείου που πασχίζει σε μία δύσκολη και άνιση διαπραγμάτευση, είναι να μην ξαναζήσουμε το καλοκαίρι του 2015. Αυτό δεν συμφέρει ούτε την Ελλάδα και τον ελληνικό λαό αλλά ούτε και την ευρωζώνη που έχει πάρα πολλά προβλήματα και πολλούς πονοκεφάλους».
Η «παράταξη του ευρώ» όπως κάποτε την περιέγραψε ο καθηγητής και ευρωσκεπτικιστής Κώστας Λαπαβίτσας διαπερνά όλους τους χώρους. Ακόμη και κόμματα πάνω στο ζήτημα του νομίσματος έχουμε όπως τη Δραχμή, Δημοκρατική Κίνηση Πέντε Αστέρων του βετεράνου πανεπιστημιακού και πολιτικού Θόδωρου Κατσανέβα.
Και εδώ όμως η χαρτογράφηση του «δραχμικού χώρου» απαιτεί μια σοβαρότητα. Για παράδειγμα, εκτός των κραυγαλέων περιπτώσεων που οριοθετούν την ελληνική κρίση στο πεδίο του νομίσματος –και επαγγέλλονται δραχμικούς παραδείσους με αυτόματες μεταβάσεις –υπάρχουν και σοβαρές επεξεργασίες πάνω στο ζήτημα ως μέρος συνολικότερων προγραμμάτων.
Η Λαϊκή Ενότητα του Παναγιώτη Λαφαζάνη, με σαφή θέση στα αριστερά του άξονα, δεν μιλάει στενά για δραχμική μεταβολή. Αλλά για συνολικότερο σχέδιο σοσιαλιστικού μετασχηματισμού. Οπως και το Σχέδιο Β του Αλέκου Αλαβάνου (σήμερα συνεργάζεται με τη ΛΑΕ) ή ακόμη και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που όμως μιλάει ξεκάθαρα για κομμουνιστική επαναθεμελίωση. Μικρότεροι σχηματισμοί που πρόεκυψαν επίσης στις περίφημες πλατείες των Αγανακτισμένων όπως το ΕΠΑΜ του Δημήτρη Καζάκη ή ακόμη και ομάδες οικονομολόγων που επεξεργάστηκαν σχέδια νομισματικών αλλαγών και για κάποιο διάστημα προσεταιρίστηκαν και κάποια κόμματα (κάπως έτσι διαμορφώθηκε και το παράλληλο σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ που όμως έμεινε στα χαρτιά).
Είναι λύση

το παράλληλο νόμισμα;

Ο ερευνητής νομισματικών συστημάτων Νικόλαος Καρατσώρης ασχολείται καιρό με το θέμα. Υπέρμαχος μιας μετάβασης υπό όρους και υπερασπιστής ενός νέου φιλελεύθερου Κέντρου που θα διεμβόλιζε το πολιτικό σύστημα, δεν είναι και ο πιο συμβατικός «οπαδός της δραχμής» ή καλύτερα δεν είναι καν αυτό. Συναντιόμαστε στο Σύνταγμα εκεί όπου πριν από μερικά χρόνια ζυμώθηκε και ο ίδιος με το κίνημα των πλατειών και συνέβαλε σε μια συζήτηση που σήμερα ξανανάβει: «Το νόμισμα είναι εργαλείο. Στον βαθμό που δεν εξυπηρετεί, θα μπορούσαμε να το αλλάξουμε. Το ευρώ ή δραχμή είναι ένα ψευδές δίλημμα. Πίσω από αυτό ουσιαστικά υποκρύπτεται η πρόθεση κέντρων να μη βάλουνε την κουβέντα στο τραπέζι. Ομως δεν γίνεται να απαγορευθεί ο διάλογος. Σε ένα θέμα μάλιστα που είναι ουσίας. Λύση υπάρχει: είναι ένα συμπληρωματικό σχέδιο πληρωμής, ένα παράλληλο νόμισμα. Ρωτάνε βέβαια πολλοί: “Μα θα μας γυρίσετε στις κατοχικές δραχμές”; Οχι. Υπάρχουν και θετικά υποδείγματα όπως στην Ελβετία, που υπάρχει χρόνια τώρα ιδιωτικό μέσο πληρωμής και θεωρείται και μια από τις αιτίες που η χώρα αυτή δεν περνάει βαθιές υφέσεις. Στη Γερμανία το 1923 ο υπερπληθωρισμός σταθεροποιήθηκε μέσω ενός παράλληλου εθνικού νομίσματος που λεγόταν ρέντενμαρκ. Στην Ελλάδα η έννοια του συμπληρωματικού μέσου παράλληλης κυκλοφορίας υπήρχε πάντα. Το ECU, η ευρωπαϊκή λογιστική μονάδα, δεν ήταν σε παράλληλη κυκλοφορία; Αν υπάρχει τρίτη λύση είναι ένα συμπληρωματικό μέσο πληρωμής. Τι θα κάνεις με το χρέος, τι θα κάνεις με διμερείς υποχρεώσεις, είναι ζητήματα που δεν μπορούμε να τα πιστολίσουμε όλα! Εχουμε στα χέρια μας και κάτι; Πλούτος δεν είναι το χρήμα. Το χρήμα είναι μέσο πληρωμής, μέσο αποθήκευσης, λογιστική μονάδα. Με μια διαδικασία διαπραγμάτευσης όμως που όλα αυτά θα οδηγούσαν κάπου», μου λέει ο Καρατσώρης και συμπληρώνει πως το νομισματικό σύστημα σήμερα δεν είναι δομημένο για αυτούς που δεν έχουν πρόσβαση σε αυτό και πως η μετάβαση στη δραχμή θα ήταν καταστροφική αν γινόταν από το σημερινό πολιτικό σύστημα και χωρίς όρους. Ο ίδιος προσθέτει μια ακόμη πρόταση: Το Αξιόγραφο Ιδιοκτησιακών Ανταλλαγών. Μια εισαγωγή σε κυκλοφορία ενός συμπληρωματικού σχεδίου πληρωμής (το οποίο δεν πρέπει να γίνει νόμιμο μέσο πληρωμής) που θα είναι καλυμμένο με περιουσιακά στοιχεία του ελληνικού Δημοσίου τα οποία θα αξιοποιηθούν.
Μπρος στον γκρεμό

του Grexit

Στον αντίποδα, η μελέτη του καθηγητή Πάνου Καζάκου «Η Δραχμή δεν θα είναι η Λύση» (εκδ. Επίκεντρο) αντικρούει όλα τα σενάρια εξόδου από το ευρώ ως εντελώς καταστροφικά. Συναρτώμενη από το επιχείρημα της σημερινής πλειοψηφίας του πολιτικού συστήματος –ακόμη και το ΚΚΕ είναι εξαιρετικά προσεκτικό στο ζήτημα της νομισματικής μετάβασης -, η μελέτη του Καζάκου εστιάζει στα προβλήματα που θα προκύψουν στα αχαρτογράφητα νερά εκτός ευρώ. «Η ελληνική πλευρά υποτιμούσε τις επιπτώσεις της έκδοσης παράλληλου εθνικού νομίσματος σε οικονομία, κοινωνία, πολιτική. Το παράλληλο νόμισμα σε οποιαδήποτε μορφή θα είχε την τύχη παρόμοιων πειραμάτων αλλού –περιορισμένη μετατρεψιμότητα σε ευρώ και ταχεία απαξίωση. Η ισοτιμία του θα παρακολουθούσε τρόπον τινά την αξιοπιστία της κυβέρνησης», αναφέρει ο συγγραφέας. Και βέβαια απαντώντας και γράφοντας, κάνει ένα déjà vu στο καλοκαίρι του 2015 που υπήρξαν σενάρια εξόδου και παράλληλης ροής, τουλάχιστον στα χαρτιά.
Σήμερα υπάρχει πληθώρα σχεδίων μετάβασης, εκλείπουν όμως τα πολιτικά υποκείμενα που θα τους δώσουν υλική υπόσταση. Η αλήθεια επίσης είναι πως το επίσημο πολιτικό σύστημα δεν κουβεντιάζει με σοβαρότητα κάτι τέτοιο. Και οι αναλυτές επιμένουν πως μόνο ως ατύχημα μπορεί να βρεθούμε εκτός ευρώ.