Oταν φοιτούσα στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, στο μάθημα της Ψυχολογίας, και μάλιστα στο πλαίσιο πειραματικού εργαστηρίου που λειτουργούσε με μια ομάδα παρατρεχάμενων του κυρίου καθηγητή, είχε εισαχθεί και το υφιστάμεθα άσκηση για τη μέτρηση της ευφυΐας. Δίδασκε τότε ο καθηγητής Γεώργιος Σακελλαρίου, δάσκαλος που είχε εκπαιδευτεί στην Παιδαγωγική στην Αμερική της δεκαετίας του ’30 και γυρίζοντας είχε διοριστεί καθηγητής από το καθεστώς Μεταξά. Στη δεκαετία του ’50, γραφικότατος όταν έμπαινε στο αμφιθέατρο της οδού Σόλωνος, μας σήκωνε όρθιους και μας υποχρέωνε να τον ακούμε να κάνει την πρωινή του προσευχή φωναχτά απευθυνόμενος στο τέλειο τετράγωνο και στον Πυθαγόρα! Προαπαιτούμενο για να μας δώσει την περίφημη υπογραφή για να προσέλθουμε στις εξετάσεις του Ιουνίου ήταν να του παραδώσουμε έρευνα μέτρησης της ευφυΐας συγγενών μας και φίλων. Είχε καταρτίσει ένα σύστημα ερωτήσεων, συνοδευόμενο από κάτι εικόνες περίτεχνες, που ονομαζόταν «Σύστημα μέτρησης της ευφυΐας» κατά Μπινέ – Σακελλαρίου! Το τραγικό είναι πως το σύστημα αυτό είχε εισαχθεί και εφαρμοζόταν υποχρεωτικά στον ελληνικό Στρατό και το υπέστησαν όσοι είχαν επιλεγεί (αφού, βέβαια, είχαν οι υποψήφιοι πιστοποιητικό εθνικών φρονημάτων) για την επιλογή έφεδρων ανθυπολοχαγών!

Παρένθεση: όταν το 1960 ο Σακελλαρίου συνταξιοδοτήθηκε, την ίδια χρονιά αποχώρησε από το Πανεπιστήμιο ο μέγας έλληνας αρχαιολόγος (ακαδημαϊκός σε ηλικία 30 ετών με τον ιδρυτικό νόμο του 1927 μαζί με τον Παλαμά αριστίνδην!) Αναστάσιος Ορλάνδος. Τότε ο κοσμήτωρ της Σχολής, νεοελληνιστής Γεώργιος Ζώρας, την πρώτη φορά που μπήκε με τη νέα σπουδαστική χρονιά στο αμφιθέατρο, μας πληροφόρησε πως: «Φέτος η των Φιλοσόφων Σχολή στερήθηκε λόγω συνταξιοδοτήσεων δύο διδάσκοντες, τον καθηγητή Ορλάνδο και τον καθηγητή Σακελλαρίου, τον Υπατον και τον Πάτον»!

Για να ανταποκριθώ στις απαιτήσεις του μαθήματος με την εφαρμογή της άσκησης της μέτρησης της ευφυΐας, πονηρά κατέφυγα σε δύο εξέχοντες επιστήμονες, έναν καθηγητή Πανεπιστημίου Ιατρικής και έναν γενικό επιθεωρητή Μέσης Εκπαιδεύσεως, φίλους του πατέρα μου. Η μέτρηση με το σύστημα Μπινέ – Σακελλαρίου τούς κατέταξε στα άτομα μέσης προς τα κάτω ευφυΐας. Σχεδόν στην κατηγορία που μόλις αποσπάται από την ηλιθιότητα! Θυμηθείτε: μ’ αυτό το σύστημα επιλέγονταν για πολλά χρόνια οι έφεδροι έλληνες αξιωματικοί του Στρατού Ξηράς. Δεν γνωρίζω αν είχε εισαχθεί στο Ναυτικό ή στην Αεροπορία. Επειδή είχαμε έξοχους πιλότους πάντα, είμαι βέβαιος πως εκεί δεν είχε εφαρμοστεί!

Για χρόνια η άγνοια είχε κατατάξει στους ηλιθίους τα παιδιά με αυτισμό. Είχα αυτιστικό μαθητή που έγινε διακεκριμένος καθηγητής στο Πολυτεχνείο! Και τώρα χαίρομαι το πολύ προσεγμένο σίριαλ με το ιδιοφυές αυτιστικό παιδί στην ελληνική τηλεόραση.

Ο Αϊνστάιν έπασχε από αυτισμό και αν είχε στα νιάτα του μετρηθεί με το σύστημα μέτρησης ευφυΐας Σακελλαρίου, πιθανόν θα είχε καταλήξει σε κάποιον Καιάδα.

Σήμερα τις ιδέες του Σακελλαρίου αποδέχεται μόνο ο κ. Σώρρας!

ΚΑΡΑΜΠΙΝΑΤΟ ΜΠΟΥΛΒΑΡ. Γλέντησα όπως και, ευτυχώς, εκατοντάδες θεατές την κωμωδία «Δείπνο ηλιθίων» που σκηνοθέτησε και πρωταγωνιστεί ο Σπύρος Παπαδόπουλος στο θέατρο Κάππα. Το έργο του Φρανσίς Βεμπέρ (καταγωγής αρμενικής και εβραϊκής, και το αναφέρω όχι ως απλή πληροφορία διότι οι δύο αυτές φυλές διακρίνονται για την υψηλή αίσθηση του χιούμορ και της ειρωνείας) έχει γραφεί με μια ιδιοφυή στρατηγική γραφής ως εξωτερικό γνώρισμα και αναγνωρίσιμη φόρμα, είναι καραμπινάτο μπουλβάρ, με όλα τα στοιχεία του ένδοξου αυτού είδους θεάτρου. Δεύτερον, έχει ρυθμό και τους αιφνιδιασμούς, τα απροσδόκητα, τις ανατροπές της φάρσας. Ισχυρά γνωρίσματα έχει και από την κωμωδία χαρακτήρων και την κωμωδία καταστάσεων. Αλλά διαθέτει στο βάθος του σκηνικού τοπίου τους προβληματισμούς του θεάτρου ιδεών! Αλλά και του ψυχολογικού δράματος.

Ο Βεμπέρ ανακάτεψε στο μίξερ αυτά τα θεατρικά είδη και μας προσφέρει ένα εκρηκτικά μεθυστικό, διεγερτικό και εύγευστο δυνατό ποτό. Προσωπικά είμαι φανατικός και αφοσιωμένος θαυμαστής των μεικτών ειδών. Αλλά ακολουθώντας τον στοχασμό του Διονύσιου Σολωμού, θεωρώ πως το μεικτό είδος οφείλει να είναι και νόμιμο. Και στην τέχνη η νομιμότητα είναι μεγάλη κουβέντα. Πόσες φορές το παράταιρο, το παράτονο, το παράξενο, το ιδιότροπο δεν εξελίχτηκαν σε μόδα;

Ο Βεμπέρ πάντως ισορρόπησε τα παράταιρα και μας σερβίρει ένα έξοχο και διασκεδαστικό και συνάμα προβληματισμένο θεατρικό παιχνίδι ιδεών.

Πού αρχίζουν και πού τελειώνουν η εξυπνάδα, η ευφυΐα και πού η ηλιθιότητα; Και ποιος ορίζει άραγε τους όρους και ποιος αναλαμβάνει την ευθύνη των χαρακτηρισμών;

Στο έργο του Βεμπέρ θριαμβεύει ένας πάγιος κανόνας της θεατρικής συνταγής από την αρχαιότητα. Το έχω συχνά εντοπίσει. Η ύπαρξη του καταλύτη, της μύγας μέσα στο γάλα, του σκορπιού στην κυψέλη και του φιδιού στη μυρμηγκοφωλιά.

Υπάρχουν και ελληνικά προηγούμενα. Θυμίζω απλώς τον Αφελή του Ψαθά και τον Ηλία του 16ου του Σακελλάριου.

Μέσα σ’ ένα δοσμένο δομημένο σύστημα εισβάλλει ένα παράταιρο στοιχείο και διαλύει τα πάντα, συνήθως χωρίς να έχει πρόθεση να το κάνει.

Οπως ο Οιδίπους έρχεται στη Θήβα και τη διαλύει, όπως ο Χλεστακόφ στον «Επιθεωρητή» του Γκόγκολ απορρυθμίζει μια ολόκληρη πόλη, όπως ο Ηλιόπουλος στον «Κλέφτη» του Ψαθά αποκαλύπτει μια βρώμικη συμμορία, έτσι και ο Ηλίθιος του Βεμπέρ κατεδαφίζει μια κοινωνική τάξη και ξηλώνει μόνο με την παρουσία του και τις… απορίες του και τις… σωτήριες λύσεις του, τις βεβαιότητες και τις πάγιες στρατηγικές της.

Λέμε συνήθως πως ο ηλίθιος, ο βλαξ, βλέπει το δάχτυλο και όχι ό,τι το δάχτυλο δείχνει. Ελα όμως που συχνά ο ηλίθιος διαπιστώνει πως το δάχτυλο δείχνει λάθος στόχο ή στόχο που παραπλανά ή το δάχτυλο είναι τεχνητό και το πραγματικό κρύβεται στο μανίκι.

Στο θέατρο Κάππα ο Σπύρος Παπαδόπουλος με μια ευφρόσυνη μετάφραση της Νικολέτας Κοτσαηλίδου, σ’ ένα σκηνικό τυπικού μεγαλοαστικού σαλονιού της Σμαραγδή, με γουστόζικα κοστούμια της Παναγιώτου και προσεγμένη κίνηση και χορογραφία της Σπυράτου, φωτισμούς του Τζιόγκα, έστησε μια κωμική καταιγίδα ρυθμών, ανατροπών, απροσδόκητων αντιδράσεων που ενίσχυσαν την άποψη που υποκρύπτεται πίσω από τα διασκεδαστικά απρόοπτα ότι η ανθρώπινη κατάσταση δεν έχει στερεότυπα ούτε κανόνες, γι’ αυτό και μας αιφνιδιάζει διαρκώς θετικά ή αρνητικά (πριν από 30 χρόνια μια περίπτωση θεατρικού Τραμπ θα ήταν ξεκαρδιστική φάρσα).

Ευτύχησε και η διανομή. Ο Πυγμαλίων Δαδακαρίδης εξελίσσεται σε ηθοποιό πρώτης ποιότητας. Κριτήριο η αίσθηση του μέτρου και η διαχείριση του ρυθμού. Αριστα ο Τάκης Παπαματθαίου στους δύο ρόλους του έδειξε το εύρος και την ευρηματικότητα της δημιουργίας τύπου. Ο Ρίσβας μετρημένος, με έξοχη διάθεση του χιούμορ. Οι δύο κυρίες (Ξανθή Γεωργίου, Αννα Μενενάκου) κυρίαρχες στο τυπολόγιο της φάρσας αλλά και του μπουλβάρ.

Ο Σπύρος Παπαδόπουλος κάθε φορά μάς αιφνιδιάζει με τον τρόπο που κατορθώνει με απλά μέσα (και ποτέ ούτε εύκολα ούτε φτηνά) να σχεδιάζει και να εκτελεί ένα χαρακτηρολογικό πορτρέτο με σαφές φόντο και ουσιαστικό βάθος. Αξιοσημείωτος ο τρόπος που κάθε ρόλος του (και εδώ περισσότερο) έχει μια ανθρωπιά και μια αγία αφέλεια (με έμφαση στο αγία).

Μετάφραση:

Νικολέτα Κοτσαηλίδου

Σκηνοθεσία:

Σπύρος Παπαδόπουλος

Σκηνικά:

Αθανασία Σμαραγδή

Κοστούμια:

Νικόλ Παναγιώτου

Φωτισμοί:

Χρήστος Τζιόγκας

Χορογραφίες:

Σοφία Σπυράτου

Παίζουν:

Σπύρος Παπαδόπουλος, Πυγμαλίων Δαδακαρίδης, Βασίλης Ρίσβας, Αννα Μενενάκου, Ξανθή Γεωργίου, Τάκης Παπαματθαίου

Πού:

Θέατρο Κάππα (Κυψέλης 2, Κυψέλη, τηλ. 210-8831.068)