Η πολιτική και η παραπολιτική επικαιρότητα είναι πια τόσο πυκνή ώστε τα νέα, μέσα σε λίγες ώρες, αντικαθίστανται από ακόμη πιο νέα (που μοιάζουν όμως τόσο παλιά). Από την άλλη, οι κυβερνώντες έχουν ομαδοποιηθεί τόσο πολύ ως προς τον λόγο, το ήθος και τις συμπεριφορές τους που η παλιά είδηση έρχεται και διπλώνει στην προηγούμενη, επαναφέροντάς την στην επικαιρότητα. Ετσι, πριν από λίγες μέρες και με διαφορά ωρών, ο Γιάννης Μουζάλας και Γιάννης Μπαλάφας, υπουργός και υφυπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής αντίστοιχα, έκαναν δύο στα δύο. Ως προς την αυταρχικότητα, την αυτοαναφορά και τον δογματισμό. Αυτόν που χωρίζει τους ανθρώπους στους «εκλεκτούς» και στους «προς χρήση» –ο άξονας γύρω από τον οποίον ανέπτυξε ο Ντοστογέφσκι τον χαρακτήρα του Ρασκόλνικοφ στο «Εγκλημα και τιμωρία». Και σύμφωνα με τον οποίον, ε, αν θυσιαστούν και κάποιοι από τους «προς χρήση» για το καλό του δόγματος, μικρό το κακό.

Ο «εκλεκτός» κύριος Μουζάλας, λοιπόν, τρέφει τη σοφία του με τους νεκρούς των hotspots. Πιο σοφό, λέει, τον έκαναν αυτοί οι θάνατοι που υπάγονται στην αρμοδιότητά του και, λόγω των οποίων, η στοιχειώδης πολιτική συνείδηση θα του έδειχνε τον μονόδρομο της παραίτησης. Γιατί η παραίτηση θα τεκμηρίωνε ένα είδος σοφίας, αφού βασικό στοιχείο της είναι η αυτοκριτική. Διαφορετικά, μένει σε εμάς να αναρωτιόμαστε στου πόσους νεκρούς γίνεται ο Μουζάλας Φωτεινός Παντογνώστης. Οσο για το “άντε πάγαινε” του Μπαλάφα σε ευπρεπέστατα διαμαρτυρόμενο πολίτη της Σάμου, είναι η επιτομή του πεζοδρομιακού δογματισμού (για να θυμηθούμε και κάτι δικά μας).