Κυκλοφορούν σε συλλογές και οίκους δημοπρασιών. Διεκδικούν τιμές που αντιστοιχούν σε ολόκληρες περιουσίες. Φέρουν διάσημες υπογραφές και καλύπτουν με το εύρος τους σχεδόν όλες τις προτιμήσεις της αγοράς. Ο λόγος για τα πλαστά έργα τέχνης. Οταν τελικά αποδειχθεί η πραγματική ταυτότητά τους, οι περήφανοι ιδιοκτήτες τους παύουν να καμαρώνουν και προτιμούν να τα κρύψουν μαζί με την ντροπή τους σε κάποια αποθήκη, ενώ οι πιο τολμηροί χρησιμοποιούν ένδικα μέσα για να αποζημιωθούν. «Μεγάλος ένοχος της υπόθεσης είναι η περιβόητη “εχεμύθεια της αγοράς” παραδέχτηκαν ομόφωνα οι συμμετέχοντες στο ετήσιο συμπόσιο για την εγκληματικότητα γύρω από την τέχνη, που διεξήχθη τον Νοέμβριο στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, χωρίς να μπορέσουν να τη διαχωρίσουν από «τα υψηλότατα επίπεδα πλεονεξίας». Κι αν οι ειδικοί εκτιμούν ότι σχεδόν το 50% των έργων που κυκλοφορούν στη διεθνή αγορά είναι πλαστά, είναι κάτι που δεν μπορεί εύκολα να αποδειχθεί. Σε έκθεσή του το Ινστιτούτο Ειδικών για τις Καλές Τέχνες, το οποίο εδρεύει στο Φρίπορτ της Γενεύης –την ελεύθερη φορολόγησης αποθήκη όπου μεγάλοι συλλέκτες από όλο τον κόσμο αλλά κι αρχαιοκάπηλοι χρησιμοποιούν για να αποθηκεύουν τα έργα τους, τα οποία περιλαμβάνουν από Λεονάρντο ντα Βίντσι έως Γκογκέν και Πικάσο -, υποστηρίζει ότι το 70% έως το 90% των έργων που εξετάζονται στα εργαστήριά του αποδεικνύονται πλαστά.

ΟΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ. Από τη στιγμή που οι αριθμοί είναι τόσο αποκαλυπτικοί, ποιοι είναι οι λόγοι που δεν λαμβάνονται μέτρα ώστε να σταματήσει η διακίνηση πλαστών έργων τέχνης; «Το πιο ισχυρό νόμισμα στην αγορά της τέχνης είναι οι πληροφορίες» λέει ο δικηγόρος που ειδικεύεται σε νομικά θέματα περί τέχνης σε μεγάλη δικηγορική εταιρεία του Λος Αντζελες, Στίβεν Τόμας, και παραθέτει ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Ενας πελάτης του επρόκειτο να αγοράσει έναν πίνακα του ιμπρεσιονισμού, αλλά πληροφορήθηκε ότι είχε υποστεί τόσο εκτενή συντήρηση ώστε δεν θεωρούνταν πλέον αυθεντικός. Οταν ήρθε αντιμέτωπος με τον έμπορο –έναν εξέχοντα γκαλερίστα της Νέας Υόρκης –η απάντηση ήταν: «Ω, το ανακάλυψες».

Πολλοί από τους ειδικούς ωστόσο, αν και γνωρίζουν, προτιμούν να σωπάσουν, ίσως επειδή φοβούνται να μη βρεθούν στο ειδώλιο με την κατηγορία της δυσφήμησης ή ακόμη και της επαγγελματικής ολιγωρίας. Ενας εξειδικευμένος στα έργα του Τζάκσον Πόλοκ ερευνητής, μάλιστα, παραδέχεται ότι συναντά πολύ συχνά πλαστά έργα του αφηρημένου εξπρεσιονιστή, αλλά δεν αντιδρά, σύμφωνα με μαρτυρία του προέδρου της ένωσης νομικών που ασχολούνται με θέματα τέχνης στη Νέα Υόρκη, Τζαντ Γκρόσμαν. Και το αποτέλεσμα; «Τα πλαστά να περιφέρονται και να ξαναβγαίνουν στην αγορά» όπως υποστηρίζει η σύμβουλος τέχνης Μάρθα Πάρις στη διαδικτυακή έκδοση της επιθεώρησης «The Art Newspaper».

Είναι γεγονός πλέον πως όταν πρόκειται να αλλάξουν χέρια έργα τέχνης έναντι μεγάλων χρηματικών ποσών, οι μελλοντικοί αγοραστές είναι πλέον περισσότερο υποψιασμένοι κι έχουν παραδεχτεί την πραγματικότητα: ότι δεν είναι διόλου απίθανο να πέσουν θύματα απάτης ακόμη κι αν ο πωλητής μοιάζει να έχει όλα τα εχέγγυα. Δεν έχει κοπάσει άλλωστε ακόμη ο θόρυβος από την υπόθεση του Τζουλιάνο Ρουφίνι, ενός 71χρονου Γάλλου που δεν γνώριζε κανείς σχεδόν την ύπαρξή του και ο οποίος υποστήριξε ότι διέθετε συλλογή έργων των Old Masters και τη διοχέτευσε σε δημοπρασίες σε Λονδίνο, Παρίσι, Νέα Υόρκη και Μιλάνο. Οι υποψίες ότι πρόκειται για πλαστά έργα φουντώνουν διαρκώς. Ενας από τους πίνακες μάλιστα, που παρουσιαζόταν ώς πρόσφατα ανακαλυφθέν έργο του Φρανς Χαλς, του ολλανδού ζωγράφου του 17ου αιώνα, κι άλλαξε χέρια σε ιδιωτική συναλλαγή μέσω του οίκου Σόθμπις προς 10 εκατ. δολάρια, «ύστερα από ενδελεχή τεχνική ανάλυση αποδείχτηκε ότι ήταν αναμφίβολα πλαστό». Κι ο οίκος αναγκάστηκε να επιστρέψει τα χρήματα στον συλλέκτη από το Σιάτλ.

Για τον λόγο αυτόν είναι αρκετοί εκείνοι που καταφεύγουν σε εξειδικευμένα εργαστήρια ώστε να είναι βέβαιοι για το τι πρόκειται να αγοράσουν, κι ας είναι υψηλό το κόστος μιας τέτοιας έρευνας –φτάνει και τα 15.000 ευρώ καθώς χρησιμοποιείται η τελευταία λέξη της τεχνολογίας. Ωστόσο οι ειδικοί παραδέχονται ότι στο 90% των περιπτώσεων τα πλαστά είναι ορατά διά γυμνού οφθαλμού.

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ. Είναι αυτή λοιπόν η μοναδική λύση που μπορεί να βάλει σε τάξη την ύψους 60 δισ. δολαρίων παγκόσμια αγορά έργων τέχνης; Η απάντηση είναι ομόφωνα αρνητική, όμως η αλήθεια είναι ότι οι εμπλεκόμενοι δεν συμφωνούν μεταξύ τους για το ποια θα ήταν η ορθότερη οδός. «Οι ασφαλιστικές εταιρείες θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια ισχυρή δύναμη στη διατήρηση των πλαστών εκτός της αγοράς» εκτιμά ο Κρίστοφερ Μαρινέλο, προϊστάμενος της εταιρείας Art Recovery που διατηρεί βάση δεδομένων κλεμμένων και πλαστών έργων τέχνης. «Αν οι αγοραστές δεν μπορούν να ασφαλίσουν το έργο τους, θα είναι πιο προσεκτικοί στο τι αγοράζουν και οι πωλητές θα αναγκαστούν να βγουν από τη σκιά».

Τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά ωστόσο. «Οι ασφαλιστές δεν πιέζουν τους πελάτες τους να έχουν αποδεικτικά έγγραφα, διότι το πεδίο είναι ιδιαιτέρως ανταγωνιστικό» εξηγεί ο Ρον Φιάμα, υπεύθυνος σε παγκόσμια κλίμακα για τις ιδιωτικές συλλογές εκ μέρους της ασφαλιστικής εταιρείας AIG, η οποία ασφαλίζει το 52% των συλλεκτών που εμφανίζονται στη λίστα με τους 200 ισχυρότερους συλλέκτες κάθε χρόνο και εκδίδει το «Art News». Αν δεν υιοθετηθεί μια τέτοια απαίτηση από όλες τις εταιρείες, εκείνες που θα ζητούν πιστοποιητικά θα χάσουν μέρος της πελατείας τους.

Οσο πάντως η διεθνής αγορά θα βρίσκεται σε ύφεση κι όλοι θα αναζητούν ευκαιρίες –κάτι που είναι εξαιρετικά σπάνιο στον κόσμο της τέχνης –σε ένα θολό τοπίο που δεν είναι επαρκώς νομικά θωρακισμένο –είναι ενδεικτικό ότι στην Ελλάδα δεν υφίσταται επίσημος φορέας πιστοποίησης της γνησιότητας των έργων τέχνης -, το να μπουν τα πράγματα σε τάξη μοιάζει προς το παρόν ανέφικτο.