Την κόκκινη γραμμή της ΕΚΤ για την ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης χάραξε χθες ο Μάριο Ντράγκι θέτοντας ως απαράβατες προϋποθέσεις για τη λήψη μιας τέτοιας απόφασης τα βραχυπρόθεσμα και τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους καθώς και την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Η παρέμβαση Ντράγκι σε μια περίοδο που η διαπραγμάτευση έχει πάρει φωτιά ερμηνεύονταν ως άσκηση ισχυρής πίεσης από την πλευρά της ΕΚΤ προς όλους τους παίκτες του ελληνικού ζητήματος (Ευρωπαίους, ΔΝΤ και ελληνική κυβέρνηση) να καταλήξουν χωρίς άλλες καθυστερήσεις σε μία συμβιβαστική λύση για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, χωρίς την οποία ο ίδιος δεν πρόκειται να ανάψει το πράσινο φως για την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο QE.

Με την κίνησή του αυτή εξάλλου ο Μάριο Ντράγκι έβαλε φρένο σε σενάρια περί τμηματικής ολοκλήρωσης της αξιολόγησης τα οποία είχαν αρχίσει να διακινούνται χθες αποδιδόμενα σε πρωτοβουλία υψηλού επιπέδου που εξετάζονταν να αναληφθεί προς την κατεύθυνση αυτή από τις Βρυξέλλες. Σύμφωνα με αυτά, θα μπορούσε να κλείσει η αξιολόγηση και η Ελλάδα να ενταχθεί στο QE μεταφέροντας δύσκολες αποφάσεις για τα μέτρα του μεσοπρόθεσμου προγράμματος για το διάστημα μετά τις γερμανικές εκλογές.

ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ. Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατά τη διάρκεια ομιλίας του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δήλωσε συγκεκριμένα ότι η ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης εξαρτάται από τα βραχυπρόθεσμα και τα μακροπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους και από την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Στην ουσία ο Μάριο Ντράγκι ζήτησε την ταχεία εφαρμογή των βραχυπρόθεσμων μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους τα οποία έχουν ήδη δρομολογηθεί από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΣΜ). Παράλληλα, όμως, απαίτησε και πιο χειροπιαστές δεσμεύσεις από τους ευρωπαίους δανειστές για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους που θα επιτρέψουν στην ΕΚΤ, σε συνδυασμό με την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, να θεωρήσει το ελληνικό χρέος βιώσιμο και να μπορέσει έτσι να εντάξει τα ελληνικά ομόλογα στο QE. Πρόκειται για αίτημα που απευθύνεται κυρίως προς το Βερολίνο και τον γερμανό υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε πους έως τώρα αρνείται οποιαδήποτε συζήτηση για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα και παραπέμπει το θέμα αυτό, εφόσον υπάρξει ανάγκη, μετά το 2018, όταν θα έχει ολοκληρωθεί το υφιστάμενο πρόγραμμα και οι μεταρρυθμίσεις που περιλαμβάνονται σε αυτό.

Οι χθεσινές δηλώσεις Ντράγκι έγιναν λίγες ώρες πριν την έναρξη της συνεδρίασης (είχε ορισθεί για τις 9 μ.μ. ώρα Ελλάδος) του ΔΣ του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, στην οποία αναμένονταν να συζητηθεί η έκθεσή του για την πορεία της ελληνικής οικονομίας και αυτή της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους. Το Ταμείο χαρακτηρίζει το ελληνικό χρέος απολύτως μη βιώσιμο ζητώντας από τους ευρωπαίους δανειστές να προχωρήσουν οπωσδήποτε και στη λήψη των αποφάσεων για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα απομείωσής του.

ΓΕΡΜΑΝΙΚΕΣ ΑΠΕΙΛΕΣ. Από την άποψη αυτή οι χθεσινές δηλώσεις Ντράγκι ευθυγραμμίζονται με τις απαιτήσεις του ΔΝΤ για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ενισχύοντας έτσι το μέτωπο πίεσης προς τη γερμανική πλευρά να αποδεχθεί υποχωρήσεις για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα. Και αυτό καθώς η Γερμανία έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν υπάρχει πρόγραμμα χωρίς τη συμμετοχή του ΔΝΤ. Το ίδιο διαμήνυσε εκ νέου χθες ο εκπρόσωπος του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών επιχειρώντας και από την πλευρά της Γερμανίας να ασκήσει πίεση όχι μόνο στην ελληνική κυβέρνηση ώστε να αποδεχθεί τα σκληρά μέτρα για τις μειώσεις του αφορολόγητου και των συντάξεων καθώς και τις αλλαγές στα εργασιακά που ζητά το ΔΝΤ αλλά και προς ο ίδιο το Ταμείο να κατεβάσει τον πήχη των απαιτήσεων για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, υπονοώντας ότι μια αποτυχία του ελληνικού προγράμματος θα είναι και δική του ευθύνη.

Στο μεταξύ, όπως έγινε γνωστό χθες, σε γνωμάτευσή της η επιστημονική υπηρεσία της γερμανικής Βουλής έκρινε ότι δεν απαιτείται οπωσδήποτε άμεσα μια νέα απόφαση του κοινοβουλίου εάν αποχωρήσει το ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα. Σημειώνεται πάντως ότι κατά τη χθεσινή συνεδρίαση του ΔΣ του ΔΝΤ δεν επρόκειτο να συζητηθεί το θέμα που αφορά τη συμμετοχή του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα παρά μόνο οι εκθέσεις για την ελληνική οικονομία και το χρέος. Προϋπόθεση για τις αποφάσεις του ΔΝΤ είναι η ολοκλήρωση της αξιολόγησης και βεβαίως το σήμα που θα δοθεί από τη νέα αμερικανική ηγεσία υπό τον πρόεδρο Τραμπ, καθώς οι ΗΠΑ είναι ο μεγαλύτερος μέτοχος του Ταμείου.