«Αυτό που κάθε φορά ψάχνω είναι η επικοινωνία με τον κόσμο. Δεν μ’ ενδιαφέρει το “καθήστε να μ’ ακούσετε”. Το κίνητρο για μένα είναι η επαφή με τον κόσμο. Αισθάνομαι ένας από αυτούς που είναι κάτω από τη σκηνή. Ενας από την ομάδα που κάνει ό,τι μπορεί για το γλέντι όλων. Για να περάσουμε καλά. Μ’ αρέσουν οι παρέες. Οχι ο καθένας μόνος του» δήλωνε το 1998 ο Λουκιανός Κηλαηδόνης στο «Bήμα». Χθες η «ψυχή» του «Πάρτι» έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 74 ετών λόγω καρδιακής ανεπάρκειας.

Γεννήθηκε στις 15 Ιουλίου του 1943 στην Κυψέλη. Φοίτησε στο Λεόντειο Λύκειο Πατησίων, στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης, αλλά και στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Ποτέ δεν άσκησε το επάγγελμα του αρχιτέκτονα αφού η μεγάλη του αγάπη ήταν πάντα το τραγούδι. Ξεκίνησε την πορεία του στις αρχές της δεκαετίας του 1970, όταν έγραψε τη μουσική για τη θεατρική παράσταση της Κωστούλας Μητροπούλου «Η πόλη μας». Από αυτήν τη συνεργασία προέκυψε ο ομότιτλος δίσκος, τα τραγούδια του οποίου ερμήνευσαν η Βίκυ Μοσχολιού και ο Μανώλης Μητσιάς. Το μουσικό του ιδίωμα άρχισε να αποτυπώνεται παντού. Ακολούθησαν σημαντικοί δίσκοι που έκλεισαν μέσα τους το άρωμα μιας εποχής: «Κόκκινη κλωστή» (1972), σε στίχους Νίκου Γκάτσου, «Μικροαστικά» (1973) και «Απλά μαθήματα πολιτικής οικονομίας», σε στίχους Γιάννη Νεγρεπόντη, «Μedia Luz» (1976), «Είμαι ένας φτωχός και μόνος καουμπόι» (1978), «Χαμηλή πτήση» (1982), «Αχ πατρίδα μου γλυκιά» (1992) κ.ά.

ΘΕΑΤΡΟ ΚΑΙ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ. Για δέκα χρόνια έγραφε αποκλειστικά τη μουσική για το Ελεύθερο Θέατρο (Ελεύθερη Σκηνή), με επιλεγμένα κομμάτια να περιλαμβάνονται στο άλμπουμ «Πάμε μαέστρο». Ηταν βασικός συνθέτης των παραστάσεων του Θεσσαλικού Θεάτρου της πρώτης περιόδου και είχε συνεργαστεί με το Εθνικό Θέατρο, το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, το Λαϊκό Θέατρο του Λεωνίδα Τριβιζά και την παιδική σκηνή της Ξένιας Καλογεροπούλου. Είχε γράψει, εξάλλου, τη μουσική για τις ταινίες «Οι κυνηγοί» και «Ο θίασος» του Θόδωρου Αγγελόπουλου, «Ελευθέριος Βενιζέλος» του Παντελή Βούλγαρη και «Οι Αθηναίοι» του Βασίλη Αλεξάκη.

Το θρυλικό πάρτι στην πλαζ της Βουλιαγμένης είναι ένας κόσμος ξεχωριστά. Οι θεατές που το παρακολούθησαν στις 25 Ιουλίου του 1983 υπολογίζονται σε 70.000. Ποιος όμως μπορεί να πει με σιγουριά, καθώς πρέπει να συνυπολογισθούν κι εκείνοι που δεν κατάφεραν να φτάσουν ποτέ από το ατελείωτο μποτιλιάρισμα στην Παραλιακή.

Το σκηνικό που είχε φανταστεί το περιέγραψε πολλές φορές σε συνεντεύξεις του: «Ηθελα την ώρα που θα μπαίνει ο κόσμος να ακούγεται μουσική καουμπόικη, αυτά που παίζανε στα σαλούν, όπως κι έγινε. Βρήκα την Ελλη Σεμιτέκολο, μια καταπληκτική πιανίστρια, και πριν από τη δύση του ήλιου έπαιξε ένα μεγάλο κομμάτι του Σκοτ Τζόπλιν, αυτά τα ragtime που λέμε. Ηθελα και μια μεγάλη μπάντα με πνευστά να παίξει κομμάτια του Γκλεν Μίλερ, το “Moonlight Serenade” για παράδειγμα, και τελικά τα κατάφερα, είχα μια ορχήστρα γύρω στα 16-17 άτομα».

Ηταν 45 χρόνια παντρεμένος με την Αννα Βαγενά και απέκτησαν δύο κόρες. Το 1999 δημιούργησαν μαζί τη δική τους μουσική σκηνή, το Μεταξουργείο, στην οποία εμφανίζονταν επί σειρά ετών.