Στα τέλη Ιανουαρίου του 2013 αναβίωσε στο Παλλάς της οδού Βουκουρεστίου μια συνεργασία που στην εποχή της είχε προκαλέσει πάταγο. Στη σκηνή του θεάτρου βρισκόταν η Μαρινέλλα με τον Κώστα Χατζή. Ο κύκλος περιορισμένων παραστάσεων είχε επικοινωνηθεί ως «μια συνάντηση που άφησε εποχή, ένα ρεσιτάλ που θα θυμόμαστε όλοι για πάντα». Οχι άδικα, έχουν να λένε οι ειδήμονες περί τα ελληνικά μουσικά δρώμενα. Οταν η Μαρινέλλα και ο Κώστας Χατζής ηχογραφούσαν στην μπουάτ Σκορπιός, στις 28 Μαρτίου 1976, το πρόγραμμα του εμβληματικού «Ρεσιτάλ», ενός κύκλου 50 τραγουδιών, έγραφαν ιστορία. Φαινομενικά, Μαρινέλλα και Χατζής ήτανε δύο τελείως διαφορετικοί καλλιτέχνες.
Αλλο ρεπερτόριο, άλλος τρόπος παρουσίασης της δουλειάς τους, άλλος τρόπος ζωής και ούτω καθεξής. Υπήρχαν όμως δύο κοινά στοιχεία: η αγάπη τους για το καλό τραγούδι και ο παραγωγός τους Φίλιππος Παπαθεοδώρου, που έκανε και το προξενιό. Αμφότεροι δεχτήκαν με μεγάλη χαρά να συνεργαστούν κι έτσι ξεκίνησε η προετοιμασία μιας από τις πιο ιστορικές στιγμές της ελληνικής δισκογραφίας.
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ. Οι δύο σημαντικοί καλλιτέχνες πρωταγωνιστούν στο βιβλίο του συνθέτη και μουσικού παραγωγού «Οι μουσικές μου διαδρομές… μπροστά και πίσω από τα φώτα» (εκδ. Arco) του μουσικού Φίλιππου Παπαθεοδώρου. Μια αυτοβιογραφία με μορφή χρονολόγιου και δόσεις ημερολογίου πολύ πιθανόν να μην αφορά κανέναν παρά μόνον τον συγγραφέα, τους δικούς του και τα πρόσωπα στα οποία αναφέρεται στις ιστορίες που αναφέρει. Στις περίπου 450 σελίδες της ξεδιπλώνεται μια ολόκληρη ζωή και μια καλλιτεχνική διαδρομή που εκτείνεται σε έξι δεκαετίες. Αναπτύσσεται η προσωπική και επαγγελματική διαδρομή ενός δημιουργού ο οποίος συμπορεύτηκε κατά περιόδους με σημαντικούς καλλιτέχνες: από τη Νάνα Μούσχουρη και τον Μάνο Χατζιδάκι, τον Δήμο Μούτση, τη Μαρινέλλα και τον Κώστα Χατζή ώς το Γιώργο Νταλάρα, τον Δημήτρη Μητροπάνο, τον Γιάννη Σπανό, τον Στέφανο Κορκολή και τον Φοίβο.
Ολα άρχισαν τη δεκαετία του ’50. Οι Παπαθεοδώρου, Πετσίλας και Τρούπτσιος συστήθηκαν ως Τρίο Καντσόνε, οι οποίοι αργότερα με την προσθήκη δύο ακόμη μουσικών, του Κλεάνθη Μανταμόπουλου και του Σπύρου Λιβιεράτου, δημιούργησαν το μουσικοφωνητικό συγκρότημα οι Αθηναίοι με νονό τον Μάνο Χατζιδάκι. Από τη Θεσσαλονίκη και την κάθοδο στην Αθήνα –σχεδόν μονόδρομος για κάθε καλλιτέχνη –διαμορφώνεται και μια διαδρομή ανά τον κόσμο με τουρνέ σε Αίγυπτο, Αλβανία, Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη, ΗΠΑ και Καναδά. Σαν κινηματογραφική ταινία μεγάλων πλάνων αναπτύσσονται σε κεφάλαια του βιβλίου συνεργασίες του Παπαθεοδώρου.
Το καλοκαίρι του 1954 στο αναψυκτήριο Αλσος η συνεργασία με τη Νινή Ζαχά, σημειώνει ο μαέστρος, έφερε την ηχογράφηση του κομματιού «Στων ματιών σου τις θάλασσες», ένα τραγούδι που τελειώνει με τετραφωνία, η πρώτη απόπειρα φωνητικού κουαρτέτου στην ελληνική δισκογραφία. Κάτι ανάλογο συνέβη μερικά χρόνια αργότερα με τη Νάνα Μούσχουρη σε τέσσερα τραγούδια του Μίμη Πλέσσα. Εκείνη η σύμπραξη ήταν η αφορμή για να καλέσει το Τρίο Καντσόνε η Μούσχουρη στο Παρίσι για κοινή εμφάνιση στο θρυλικό Olympia στο πρόγραμμα του Ζορζ Μπρασέν. Παράλληλα με τις συναυλίες μπήκαν στο στούντιο και ηχογράφησαν τον δίσκο της Μούσχουρη «Les chants de mon pays» («Τα τραγούδια της πατρίδας μου») που κέρδισε το βραβείο της Ακαδημίας Charles Cross για την αυθεντικότητά του.
Με τρόπο παράδοξο, περιγράφει ο Παπαθεοδώρου, ξεκίνησε η συνεργασία με τον Δήμο Μούτση. Ο συνθέτης ήθελε για παραγωγό του δίσκου «Αγιος Φεβρουάριος» τον Γιώργο Μαρκάκη και δεν ήθελε τον Παπαθεοδώρου. Πείστηκε όμως από τον Αντίππα να τον δοκιμάσει και εντέλει από παραγωγός υπό αίρεση έγινε απαραίτητος στον Μούτση.
ΜΗΤΡΟΠΑΝΟΣ ΚΑΙ ΜΑΡΙΝΕΛΛΑ. Συναισθηματική φόρτιση από τον θάνατο του Μητροπάνου έχει το κομμάτι που αφιερώνει ο συγγραφέας στον σπουδαίο ερμηνευτή με τον οποίον τον συνέδεε φιλία περίπου 20 ετών, που άρχισε με δύο τραγούδια των Μανισαλή – Ψυχογιού –το ένα ήταν το «Δώσε μου φωτιά» που έγινε επιτυχία. «… Ποτέ δεν έπεσε στην παγίδα που έπεσαν πολλοί άλλοι, να μιμηθεί κάποιον μεγάλο τραγουδιστή κι αυτό τον έκανε ξεχωριστό. Δημιούργησε μια σχολή, όμως χωρίς κανέναν μαθητή» σημειώνει ο Φίλιππος Παπαθεοδώρου.
Από τη συνεργασία του με τη Μαρινέλλα έχει να θυμάται πολλά. Κυρίως όμως την «άλωση της Πλάκας», όπως σημειώνει, και ταυτόχρονα μια συνεργασία που άρχισε από ένα αστείο του για να φτιάξει τη διάθεση της Μαρινέλλας η οποία ήταν στεναχωρημένη επειδή μετά το επιτυχημένο «Ρεσιτάλ» με τον Κώστα Χατζή στον «Σκορπιό» πίστευε ότι θα συνέχιζαν τις κοινές εμφανίσεις τους.
Η Μαρινέλλα –απόλυτη ντίβα την χαρακτηρίζει ο συγγραφέας που γνωρίζονταν από τα παιδικά τους χρόνια στη Θεσσαλονίκη –με την κίνησή της να επιλέξει την μπουάτ Ζουμ στην Πλάκα, την οποία αναβάθμισε εκ θεμελίων, άλωσε μια περιοχή που μέχρι τότε ήταν άβατο για τους λαϊκούς ερμηνευτές.
Τον Κώστα Χατζή τον γνωρίζει απ’ την καλή και απ’ την ανάποδη. Υπηρέτησαν μαζί στον στρατό και συνεργάστηκαν αργότερα στη σκηνή. «Το αγρίμι των νεανικών χρόνων, αυτός ο γύφτος που πλακωνόταν με το παραμικρό και με ό,τι λευκό στον Αραξο τέλη του ’50 μεταμορφώθηκε σε ένα άτομο απόλυτα συγκροτημένο, ήρεμο και ζεστό που είχε έναν καλό λόγο για τον καθέναν».
Ως χαμένο ταλέντο χαρακτηρίζει τον Δημήτρη Κοντολάζο, ο οποίος «αν και είχε όλα τα προσόντα να γίνει σταρ πρώτου μεγέθους, εξαιτίας λανθασμένων επιλογών κατορθώνει να αυτοκαταστραφεί».
Οι μουσικές διαδρομές του Παπαθεοδώρου είναι συναρπαστικές. Το βιβλίο είναι «ευαγγέλιο μιας ζωής και εγκυκλοπαίδεια μουσικών παραγωγών, εκτελεστών και ερμηνευτών, στιχουργών, τεχνικών και άλλων», λέει ο ποιητής Ζαχαρίας Προδρόμου και σύμφωνα με τον μουσικοσυνθέτη Νότη Μαυρουδή «προσθέτει στην αδίκως φτωχή βιβλιογραφία του ελληνικού τραγουδιού».