Οι απόψεις εδώ γύρω διαφέρουν. Αλλοι λένε ότι μας κλείνει ο ΣΥΡΙΖΑ. Αλλοι ρίχνουν την ευθύνη στις τράπεζες, οι οποίες είναι υποχείρια του ΣΥΡΙΖΑ. Χθες προστέθηκε στον χορό και ένας δικαστής, που φοβούμενος ίσως μην κατηγορηθεί ότι βλάπτει τις τράπεζες έλαβε μια απόφαση που υπονομεύει ευθέως τα συμφέροντά τους. Οσο για τις ευθύνες του εκδότη, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι τεράστιες.

Με τον Πρόεδρο της Βουλής μπορεί να έχει κανείς μεγάλες ιδεολογικές διαφορές. Και αυτή η εφημερίδα δεν δίστασε να σταθεί απέναντί του, όπως και απέναντι στο κόμμα του, όποτε το έκρινε σκόπιμο. Στην ανάλυση όμως των προβλημάτων του Τύπου, και ειδικότερα του ΔΟΛ, υπήρξε ακριβής. Ή σχεδόν. Πράγματι, οι εφημερίδες υποφέρουν σε όλο τον κόσμο από την πτώση της διαφήμισης, τη μετάβαση της ενημέρωσης στις ιστοσελίδες και την κακή διαχείριση ή την οικονομική διαπλοκή των εκδοτών. Στη σημερινή Ελλάδα, όμως, υπάρχει ακόμη ένα πρόβλημα: η εχθρική στάση της κυβέρνησης, για την οποία ο μη φιλικός Τύπος είναι κακός Τύπος και πρέπει ή να αλωθεί ή να εξαφανιστεί.

Ο Νίκος Βούτσης δεν μιλά εκ μέρους της κυβέρνησης. Ο ρόλος του είναι θεσμικός. Κι έτσι αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία η επισήμανσή του ότι η κρίση του Τύπου αποτελεί πλήγμα για τη δημοκρατία και ότι πρέπει να υπάρξει ένα θεσμικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση των προβλημάτων τόσο του ΔΟΛ όσο και των άλλων μέσων ενημέρωσης. Μόνο που δεν υπάρχει χρόνος. Και με τα ευχολόγια ούτε χαρτί μπορεί να αγοραστεί ούτε οι εργαζόμενοι να πληρωθούν ώστε η όποια μεταβίβαση της ιδιοκτησίας να γίνει συντεταγμένα και χωρίς αιματοχυσία.

Στην πρόσφατη συνάντησή του με εκπροσώπους των εργαζομένων, ο Πρόεδρος της Βουλής εμφανίστηκε θετικός για την ψήφιση μιας τροπολογίας που θα δίνει λίγο οξυγόνο σε προβληματικές επιχειρήσεις όπως ο ΔΟΛ. Ούτε αυτό όμως είναι αρκετό: κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση κωλυσιεργούν προκλητικά τον τελευταίο καιρό στο ζήτημα αυτό, πετώντας το μπαλάκι η μία στην άλλη. Αν λοιπόν ο Βούτσης πιστεύει πραγματικά ότι η δημοκρατία θα πληγεί αν κλείσουν οριστικά «Το Βήμα» και «ΤΑ ΝΕΑ», θα μπορούσε να αναλάβει ο ίδιος την πρωτοβουλία για να λυθεί αυτή η εκκρεμότητα. Αμεσα, έντιμα και αποφασιστικά.

Θα αλλάξει τότε η στάση μας απέναντί του; Θα γίνουμε πιο «ευέλικτοι», θα μετριάσουμε την κριτική μας, θα κάνουμε δηλαδή μια αριστοτεχνική κωλοτούμπα; Οχι –και το ξέρει. Οπως ξέρει ότι η κριτική αυτή δεν είναι απλώς αναπόφευκτη, αλλά και αναγκαία. Αυτή είναι η πρόκληση για έναν αριστερό ιδεολόγο όπως ο Βούτσης: να ενισχύσει την πολυφωνία ακόμη κι αν διαφωνεί με κάποιες από τις φωνές αυτές. Ή και με τις περισσότερες.