Μετά την επικράτηση του Μπενουά Αμόν στις προκριματικές εκλογές του Σοσιαλιστικού Κόμματος της Γαλλίας και αφού ο Τζέρεμι Κόρμπιν ηγείται του Εργατικού Κόμματος στη Βρετανία, σε κάποιους κύκλους της Αριστεράς (δεν αναφέρομαι στον ΣΥΡΙΖΑ) άνοιξαν σαμπάνιες. Σαμπάνιες; Ψέμα. Σήκωσαν κατοσταράκια κόκκινο κρασί, μια που η νίκη των δυο αυτών προσώπων σφράγισε την επικράτηση της φτωχής Αριστεράς.
Τα δυο αυτά κόμματα ήσαν κάποτε μεγάλα γιατί είχαν πρόγραμμα που τα μετέτρεπε σε συνασπισμούς εξουσίας και δεν επέτρεπε να μετατραπούν σε μικρές μειοψηφίες. Δεν με απασχολεί γιατί ηττώνται οι σοσιαλδημοκράτες στις εθνικές εκλογές. Το θέμα είναι ότι ηττώνται ακόμη και στα ίδια τους τα κόμματα. Σε μια εποχή που η κυρίαρχη αφήγηση του «κοινωνικού αυτοματισμού» βλέπει τη φτώχεια ως έγκλημα, εμφανίζεται μια αντίθετη –μειοψηφική –άποψη που βλέπει την Αριστερά όχι ως την παράταξη της παραγωγής και της αναδιανομής, αλλά ως τον πολιτικό χώρο που ασχολείται με το «μοίρασμα της φτώχειας».
Τέτοιου τύπου Αριστερά εκπροσωπεί ο Αμόν, ο οποίος μετά τη νίκη του δήλωνε ότι θέλει οι Γάλλοι «να ζουν την εργασία πιο ελεύθερα, να την επιλέγουν αντί να την υπομένουν». Αποψη βούτυρο στο ψωμί όσων θέλουν να παρουσιάζουν τη φτώχεια ως κλοπή. Προσοχή, αυτά δεν λέγονται σ’ ένα κομμουνιστικό κόμμα, αλλά σε κόμματα όπου η εργασία ήταν πυλώνας τους. Οι άλλοι δυο πυλώνες ήταν ο συμβιβασμός εργασίας – κεφαλαίου και η στηριζόμενη στα παραπάνω αναδιανομή και μείωση των ανισοτήτων.
Η Σοσιαλδημοκρατία ποτέ δεν απεμπόλησε αυτούς τους πυλώνες. Μόνο που από μια στιγμή και ύστερα, την εποχή της παγκοσμιοποίησης, θεώρησε ότι αυτοί οι στόχοι – πυλώνες επιτυγχάνονται όχι με την παραγωγική ανασυγκρότηση αλλά με την ανεξέλεγκτη ροή των χρηματοοικονομικών προϊόντων, η οποία υποτίθεται θα μεγάλωνε την πίτα της αναδιανομής περισσότερο απ’ όσο η στηριζόμενη στο παραγωγικό κεφάλαιο ανάπτυξη. Το 2008 αυτή η αντίληψη κατέρρευσε.
Η Σοσιαλδημοκρατία, όμως, είχε ήδη χάσει τη συμμαχία της με τα μεσαία στρώματα, που οδηγούσε στην ανάπτυξη, στη μείωση της φτώχειας και των ανισοτήτων. Το να αναζητά αυτό τον δρόμο στο πλαίσιο της απειλούμενης από την Αμερική του Τραμπ παγκοσμιοποίησης είναι άλλο και εντελώς διαφορετικό είναι να αναδεικνύει ηγέτες που τη μετατρέπουν σε αριστερίστικη μειοψηφία μέσα στις κοινωνίες. Αλήθεια, τι πανηγυρίζουν όσοι χάρηκαν με την επικράτηση Αμόν και Κόρμπιν;
Η Χάνα Αρεντ υποστήριζε πως υπάρχουν δυο «Αριστερές». Η πρώτη έχει κεντρικό της χαρακτηριστικό τον οίκτο, η δεύτερη τη δικαιοσύνη και τη μείωση των ανισοτήτων. Οι επιλογές Κόρμπιν – Αμόν είναι επιλογές υπέρ της Αριστεράς του οίκτου. Αυτή η Αριστερά του οίκτου θέλει να είναι η Αριστερά των φτωχών και καταντά να είναι η φτώχεια της Αριστεράς.
Η Αριστερά, προφανώς, δεν θέλει Βαλς ή Μακρόν. Εναν Ντελόρ θέλει, αλλά πού να τον βρει.
Ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι διδάκτωρ κοινωνιολογίας