Ενα μικρό βήμα προς το Brexit, ένα γιγάντιο άλμα προς την αβεβαιότητα. Παραφράζοντας τον Νιλ Αρμστρονγκ, θα μπορούσε κανείς να πει ότι η ψηφοφορία της περασμένης εβδομάδας στη Βουλή των Κοινοτήτων αποτέλεσε την προτελευταία πράξη του δράματος, η αυλαία του οποίου άνοιξε με την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου ότι το Brexit μπορεί να προχωρήσει μόνο με έγκριση της βρετανικής Βουλής. Οι βουλευτές έδωσαν το πράσινο φως με μεγάλη πλειοψηφία (494 υπέρ, 122 κατά) και η τελευταία πράξη αναμένεται να γραφτεί τις επόμενες εβδομάδες στη Βουλή των Λόρδων, το δεύτερο από τα δύο Σώματα του βρετανικού Κοινοβουλίου.

Δεδομένου ότι οι μη εκλεγμένοι Λόρδοι δύσκολα θα ανατρέψουν την ετυμηγορία του βρετανικού λαού, θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι η Τερίζα Μέι θα μπορέσει να ενεργοποιήσει το άρθρο 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας –το οποίο εκκινεί τις διετείς διαπραγματεύσεις εξόδου της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ενωση –έως το τέλος του Μαρτίου, όπως έχει δεσμευθεί.

Τότε βέβαια θα αρχίσουν τα δύσκολα για την κυβέρνηση. Παράλληλα με τη διαπραγμάτευση των όρων του διαζυγίου, το Λονδίνο θέλει να διαπραγματευθεί τη μελλοντική σχέση του με την ΕΕ και να καταλήξει στους όρους μιας εμπορικής συμφωνίας με το μπλοκ των (πλέον) 27. Οι Βρυξέλλες όμως απορρίπτουν αυτό το αίτημα, διαμηνύοντας ότι οι διαπραγματεύσεις για τα δύο αυτά θέματα δεν μπορούν να γίνουν ταυτόχρονα. Πάντως, για να ισχύσει η όποια συμφωνία, πρέπει να προηγηθεί η έγκρισή της τόσο από το βρετανικό Κοινοβούλιο όσο και από όλα τα κράτη – μέλη της ΕΕ ξεχωριστά, αλλά και από το Ευρωκοινοβούλιο. Με δεδομένη την εκπεφρασμένη πρόθεση αρκετών ξένων ηγετών να επιδείξουν τιμωρητική στάση έναντι της Βρετανίας, ώστε να αποθαρρύνουν άλλες χώρες να μιμηθούν το Brexit, ο κίνδυνος να μην υπάρξει συμφωνία δεν μπορεί να αποκλειστεί.

Το νομοσχέδιο για το Brexit υπερψηφίστηκε χωρίς να ενσωματωθεί σε αυτό καμία από τις δεκάδες τροπολογίες που ζητούσε η αντιπολίτευση. Στο παρά πέντε απεφεύχθη ανταρσία βουλευτών των Συντηρητικών, μετά τον ελιγμό της κυβέρνησης να δεσμευθεί ότι η τελική συμφωνία για το Brexit θα εγκριθεί από τη Βουλή. Ωστόσο, αυτό θα έχει χαρακτήρα «take it or leave it» καθώς, αν οι βουλευτές την απορρίψουν, η Μέι δεν θα επιστρέψει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τις Βρυξέλλες. Αντιθέτως, η Βρετανία θα εγκαταλείψει την ΕΕ χωρίς συμφωνία και θα υπαχθεί στις ρυθμίσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, κάτι που θα σημάνει την επιβολή υπέρογκων τελωνειακών δασμών, αποκλεισμό του χρηματοπιστωτικού κλάδου της από την Ευρώπη κ.λπ.

Το νομοσχέδιο θα τεθεί προς συζήτηση στη Βουλή των Λόρδων την επόμενη Δευτέρα. Πολλά μέλη του Σώματος, τόσο από τα έδρανα των Εργατικών και των Φιλελεύθερων Δημοκρατών όσο και από εκείνα των Τόρις, θα επιχειρήσουν να περάσουν τροπολογίες, απειλώντας να τινάξουν στον αέρα το χρονοδιάγραμμα της Μέι. Σε μια τέτοια περίπτωση, το νομοσχέδιο θα επιστρέψει για έγκριση στη Βουλή των Κοινοτήτων, διαδικασία που θα μπορούσε να διαρκέσει αρκετές εβδομάδες. Η πίεση της Ντάουνινγκ Στριτ προς τους Λόρδους είναι τόσο μεγάλη, ώστε κυβερνητική πηγή έφτασε στο σημείο να απειλήσει με κατάργηση της Βουλής των Λόρδων εάν το Σώμα δεν υπερψηφίσει το νομοσχέδιο!

Εν τω μεταξύ, η κυβέρνηση εξακολουθεί να μην παρέχει εγγυήσεις για το μέλλον των ευρωπαίων πολιτών που κατοικούν στη Βρετανία. «Αναγνωρίζουμε την προσφορά τους στη βρετανική κοινωνία και επιθυμούμε να εγγυηθούμε τα δικαιώματά τους. Ωστόσο, θέλουμε το ίδιο να γίνει και για τους Βρετανούς που διαμένουν στα υπόλοιπα κράτη – μέλη της ΕΕ» δήλωσε στα «ΝΕΑ» ο εκπρόσωπος της Τερίζα Μέι. Δεν θέλησε όμως να αποκαλύψει ποιοι θα συμπεριληφθούν στην όποια ρύθμιση: Οσοι Ευρωπαίοι ζούσαν στη Βρετανία έως την ημέρα του δημοψηφίσματος (23 Ιουνίου 2016) ή όσοι έρθουν στη χώρα έως την ενεργοποίηση του άρθρου 50; «Αυτό θα αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης» είπε, παρατείνοντας την αγωνία των 3,3 εκατ. ευρωπαίων πολιτών (μεταξύ τους και περίπου 150.000 Ελληνες) που κατοικούν στο Ηνωμένο Βασίλειο.