Τα χρονικά ορόσημα, το ένα μετά το άλλο, περνούν και χάνονται. Από τον Οκτώβριο, στα Χριστούγεννα, στο Eurogroup του Ιανουαρίου και τώρα στο συμβούλιο υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης της 20ής Φεβρουαρίου, οι προσδοκίες της ελληνικής κυβέρνησης για πολιτική λύση στα πολυεπίπεδα προβλήματα της διαπραγμάτευσης διαψεύδονται, με τις καθυστερήσεις να πιέζουν ολοένα και περισσότερο την ελληνική οικονομία.
Χθες ο πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντεϊσελμπλούμ προσγείωσε απότομα τον πήχη των προσδοκιών και για το Eurogroup της ερχόμενης Δευτέρας, το τελευταίο επίσημα προγραμματισμένο, πριν κλείσει το ολλανδικό Κοινοβούλιο. Ο κόσμος πιστεύει ότι επειδή υπάρχει το Eurogroup της επόμενης εβδομάδας θα πρέπει να έχουμε έως τότε καταλήξει σε συμφωνία, είπε ο απερχόμενος ολλανδός υπουργός Οικονομικών, ξεκαθαρίζοντας ότι «κάτι τέτοιο είναι αδιανόητο». Πρόσθεσε δε ότι «το ΔΝΤ πρέπει να είναι εντός».
Η δεύτερη αξιολόγηση δεν θα ολοκληρωθεί εγκαίρως πριν από τη Δευτέρα, όπως άλλωστε και η ανάλυση αναφορικά με το χρέος, διευκρίνισε ο ίδιος, τονίζοντας μάλιστα ότι «η χώρα δεν βρίσκεται σε οξεία κρίση, καθώς η επόμενη δόση του δανείου δεν χρειάζεται στην Αθήνα έως το καλοκαίρι». Το καλοκαίρι, έστω και ως απευκταίο ενδεχόμενο από όλους τους παίκτες στις επίσημες δηλώσεις τους, βγήκε στο προσκήνιο.
Καταστροφικό σενάριο. Καθυστέρηση της διαπραγμάτευσης για αρκετούς ακόμα μήνες θεωρείται καταστροφικό σενάριο από το σύνολο των οικονομικών αναλυτών εντός και εκτός Ελλάδας, την ώρα μάλιστα που η ελληνική οικονομία κατάφερε να ξεκολλήσει έστω και με μικρή επέκταση. Οι πρώτες εκτιμήσεις της ΕΛΣΤΑΤ αναφέρουν ρυθμό ανάπτυξης 0,3% το 2016, ενώ το υπουργείο Οικονομικών, στο δημοσιονομικό μέτωπο, ανακοίνωσε πρωτογενές πλεόνασμα 1 δισ. ευρώ τον Ιανουάριο.
«Σε περίπτωση που δεν υπάρξει πολιτική λύση τη Δευτέρα, οι συζητήσεις για τη δεύτερη αξιολόγηση αναμένεται να διαρκέσουν ακόμα και μέχρι τον Απρίλιο ή τον Μάιο» αναφέρεται σε χθεσινή ανάλυση του Eurasia Group, χτυπώντας καμπανάκι, δεδομένου ότι «η εντεινόμενη νευρικότητα των αγορών θα θέσει σε κίνδυνο την εύθραυστη ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας». Οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων έχουν δείξει έντονη ανοδική ευαισθησία τις τελευταίες ημέρες.
Την ίδια ώρα η Goldman Sachs επισημαίνει ιδιαίτερα τους κινδύνους που ελλοχεύουν για το τραπεζικό σύστημα, σε περίπτωση μακράς παράτασης των διαπραγματεύσεων. Η ανάκαμψη του τραπεζικού κλάδου εξαρτάται από την πολιτική και μακροοικονομική σταθερότητα, τονίζεται σε χθεσινή ανάλυση, με την επισήμανση ότι «οι εγχώριες τράπεζες είναι έτοιμες να αντέξουν τη βραχυπρόθεσμη αβεβαιότητα, ωστόσο μια παρατεταμένη κλιμάκωση των πολιτικών εντάσεων θα μπορούσε για μία ακόμα φορά να διαταράξει την εύθραυστη ακόμη ανάκαμψη του τραπεζικού τομέα».
Τα επόμενα βήματα. Η αλήθεια είναι ότι δεδομένων των ήδη μεγάλων καθυστερήσεων και των πολλών ανοιχτών θεμάτων στη δεύτερη αξιολόγηση, κανείς δεν θεωρούσε τις τελευταίες εβδομάδες ότι είναι εφικτή η ολοκλήρωσή της πριν από τις 20 Φεβρουαρίου.
Ενα ρεαλιστικό σενάριο, σύμφωνα με παράγοντες της διαπραγμάτευσης οι οποίοι εντάσσονται στο μπλοκ των αισιόδοξων, θα μπορούσε να είναι μια πολιτική συμφωνία στα βήματα προς τα πίσω, τα οποία απαιτούνται να γίνουν από όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές την ερχόμενη Δευτέρα, με άμεση επάνοδο των επικεφαλής του κουαρτέτου στην Αθήνα προκειμένου να κλείσει η συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο.
Η υλοποίησή της, αναφέρουν καλά πληροφορημένες πηγές, θα μπορούσε να συνδεθεί με τα κλασικά προαπαιτούμενα, η ψήφιση και ενεργοποίηση των οποίων θα συνδέονταν με την εκταμίευση (πολύ πιθανόν σε υποδόσεις) της επόμενης δόσης των 6,1 δισ. ευρώ.
Ο χρόνος που θα απαιτηθεί για όλο αυτό το εγχείρημα είναι ακόμα απροσδιόριστος.
Σύμφωνα με δημόσιες δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου, η ύπαρξη συμφωνίας θα σήμαινε ότι μέσα σε ένα δεκαήμερο θα μπορούσε να νομοθετήσει τα απαραίτητα η Βουλή. Για να φτάσουμε όμως στο σημείο της νομοθέτησης των όποιων μέτρων συμφωνηθούν, ξεκάθαρο είναι από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης ότι θα πρέπει να έχουν κλείσει τα κουτάκια των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος και των στόχων πρωτογενών πλεονασμάτων μετά το 2018, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για την ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
Σύμβουλος η Rothschild. Η ελληνική κυβέρνηση, όπως αποκάλυψαν χθες οι «Financial Times», σχεδιάζει να προσλάβει τη Rothschild ως σύμβουλο σε θέματα δημόσιου χρέους, με τη συμφωνία συνεργασίας να επιδιώκεται να κλείσει πριν από το Eurogroup της ερχόμενης Δευτέρας.
Αρμόδιες πηγές δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο σε μια επόμενη, έστω έκτακτη, συνεδρίαση του Eurogroup το συμβούλιο να «φωτογραφίσει» αποφάσεις λήψης πρόσθετων μέτρων για το χρέος σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, ενώ πληροφορίες αναφέρουν ότι υπάρχει πλέον και στους κόλπους των Ευρωπαίων πρόθεση χαλάρωσης των στόχων πρωτογενών πλεονασμάτων μετά το 2020. Μέχρι τώρα όμως δεν υπάρχει συμφωνία.
Ο γάλλος πρωθυπουργός Μπερνάρ Κουσνέβ, με δηλώσεις του έπειτα από συνάντηση που είχε με τη γερμανίδα καγκελάριο Ανγκελα Μέρκελ, δήλωσε ότι «Γερμανία και Γαλλία πρέπει να δουλέψουν από κοινού ώστε να εξασφαλίσουν μια ισορροπημένη προσέγγιση στις διαπραγματεύσεις με την Ελλάδα, η οποία να κρατά την ευρωζώνη άθικτη», εκφράζοντας τη στήριξή του στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με την ατζέντα του Eurogroup, τη Δευτέρα «θα υπάρξει ενημέρωση για την εφαρμογή του προγράμματος από την Ελλάδα, με εστίαση στα σχέδια για να προχωρήσει η δεύτερη αξιολόγηση».