«Ο ιδιαίτερος πολιτιστικός χαρακτήρας των μνημείων της Ακρόπολης δεν συνάδει με τη συγκεκριμένη εκδήλωση» λέει, μεταξύ άλλων, η ανακοίνωση του ΚΑΣ με την οποία αρνήθηκε να παραχωρήσει τον χώρο πέριξ του Παρθενώνα στον οίκο Gucci για την επίδειξη της επόμενης κολεξιόν του. Με περιρρέοντα τον υπαινιγμό ότι πρόκειται για εμπορική εκδήλωση. Κάτι το οποίο αποσαφηνίστηκε εξάλλου από τους ζηλωτές που υπεραμύνθηκαν της ιερότητας του μνημείου. Λες κι αυτή η ιερότητα είναι τόσο εύθραυστη που απειλείται από ένα Gucci φόρεμα. Εκτός κι αν φαντάζονται τους σύγχρονους επιχειρηματίες της μόδας κάτι σαν τον Παράβα στον «Μόδιστρο» και θεωρούν ότι, ως βάρβαροι, θα ποδοπατήσουν καταστροφικά τον ιερό βράχο.

Να την πετιέται λοιπόν πάλι. Η ιδεοληψία της δαιμονοποίησης του εμπορίου. Αυτό το τρισκατάρατο το εμπόριο που όλα τα σφάζει, όλα τα μαχαιρώνει, ειδικά μάλιστα όταν προέρχεται εκ της αλλοδαπής (αφού για μια στιγμή πίστεψα ότι στο τέλος της ανακοίνωσης θα ακουγόταν από αόρατα μεγάφωνα «Ο Πέτρος, ο Γιόχαν κι ο Φραντς»). Και σε εμάς, τον περιούσιο λαό του σοσιαλισμού, έλαχε ο κλήρος της τιμής να υψώσει το παράστημά του απέναντι στα μεγάλα τραστ. Απότοκο της ίδιας εμμονικής αντίληψης που δεν ήθελε να γίνουμε γκαρσόνια των ξένων (άκρως υποτιμητικό για το εξαιρετικό επάγγελμα του σερβιτόρου). Ενός, τελικά, συμπλέγματος κατωτερότητας που, ακόμη και στον σύγχρονο πολιτικό λόγο, βλέπει την συμφωνία μεταξύ ξένου και Ελληνα ως υποταγή του δεύτερου στον πρώτο.