Για μια ακόμη φορά γινόμαστε θεατές στο ίδιο έργο. Το κλείσιμο της αξιολόγησης αργεί. Και μάλιστα επικίνδυνα. Δεν είναι τυχαίο ότι από την αντιπολίτευση ακούγονται φωνές που προειδοποιούν πως κινδυνεύουμε να χάσουμε την ποσοτική χαλάρωση του Μαρτίου και να βρεθούμε σε ακόμη δυσκολότερη θέση όσο πλησιάζουν οι εκλογές σε Ολλανδία, Γαλλία και Γερμανία.
Παρά την αισιοδοξία που διοχετεύουν από το Μαξίμου, ο Ντεϊσελμπλούμ υποστηρίζει ότι η αξιολόγηση δεν θα έχει ολοκληρωθεί μέχρι το Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου. Ο δε ξένος Τύπος θεωρεί σχεδόν βέβαιο ότι η διαπραγμάτευση θα κρατήσει για μήνες ακόμη. Με δυο λόγια, το κλίμα για την Ελλάδα επιδεινώνεται όσο περνά ο καιρός.
Οι καθυστερήσεις του 2015 μας έχουν ήδη κοστίσει 86 δισ. ευρώ μόνο στο Δημόσιο. Οσο για το κόστος τους στην ιδιωτική οικονομία; Δυστυχώς, παραμένει ανυπολόγιστο. Γι’ αυτό το μοντέλο της υπερήφανης διαπραγμάτευσης με τους δανειστές που φαίνεται να ακολουθεί και πάλι η κυβέρνηση μάλλον δεν είναι η πιο ενδεδειγμένη πρακτική. Κι αυτό επειδή ετούτη τη φορά το αποτέλεσμα μπορεί να αποδειχθεί καταστροφικό για τη χώρα. Τα μηνύματα από παντού είναι περισσότερο από σαφή. Φλερτάρουν για μια ακόμη φορά με το χάος μήπως και σωθούν.
Τα κυβερνητικά στελέχη, που διακινούν πάλι τις ιδέες περί πολιτικής διαπραγμάτευσης για να κλείσουν το μάτι στο εσωκομματικό τους ακροατήριο, δεν πρέπει να λησμονούν ότι σημασία δεν έχει το μέλλον του κυβερνώντος κόμματος. Προηγείται εκείνο της χώρας.