Κυκλοφορούν μόνα τους στους διαδρόμους των παιδιατρικών νοσοκομείων, χωρίς όμως να είναι άρρωστα. Κάποια από αυτά από τις πρώτες κιόλας ημέρες της ζωής τους δεν γνώρισαν την οικογενειακή θαλπωρή, αντίθετα ζουν στους κλειστούς και κρύους χώρους των μαιευτηρίων. Είναι τα «αόρατα» παιδιά, εκείνα που από πολύ νωρίς βρέθηκαν στα… αζήτητα και είναι πλέον αναγκασμένα να ζουν για αρκετούς μήνες στα νοσοκομεία.
Οι ιστορίες των παιδιών αυτών είναι συγκινητικές. Κάποια βίωσαν την εγκατάλειψη, την απόρριψη και την κακοποίηση από το οικογενειακό τους περιβάλλον και με εισαγγελική εντολή βρίσκονται προσωρινά στα νοσοκομειακά ιδρύματα της χώρας, μέχρι να βρεθεί η δομή που θα τα φιλοξενήσει. Από την άλλη, υπάρχουν τα βρέφη που δεν καταφέρνουν –για μήνες ολόκληρους –να βγουν από τα δημόσια μαιευτήρια. Αλλοδαποί γονείς ή γονείς χρήστες εξαρτησιογόνων ουσιών, αλλά και μόνες μητέρες, είναι συνήθως εκείνοι που εγκαταλείπουν τα νεογνά. Για κάποιες «οικογένειες» ακόμη και το ιατρικό πρόβλημα που μπορεί να αντιμετωπίζει το ίδιο το βρέφος αποτελεί αφορμή για να αφήσουν το παιδί στους χώρους ενός μαιευτηρίου. Και τότε τον ρόλο της «μαμάς» και του «μπαμπά» αναλαμβάνουν οι μαίες και το νοσηλευτικό προσωπικό. Ο αριθμός των «αόρατων» – εγκαταλελειμμένων παιδιών στα δημόσια νοσοκομεία είναι συνεχώς αυξανόμενος. Υπολογίζεται ότι μόνο στα νοσοκομεία Παίδων της Αθήνας, τα παιδιά που βρίσκονται στους θαλάμους έπειτα από εισαγγελική εντολή ξεπερνούν τα 100. Κι όλα αυτά την ώρα που οι δομές και οι οργανώσεις παιδικής προστασίας είναι ασφυκτικά γεμάτες, με αποτέλεσμα να δυσκολεύονται να φιλοξενήσουν τα παιδιά που βρίσκονται στα νοσοκομεία. Οπως λένε, μάλιστα, άνθρωποι των οργανώσεων, πολύ συχνά βρίσκονται στη δυσάρεστη θέση να αρνηθούν τη φιλοξενία σε παιδιά που είναι σε αναμονή στα νοσοκομεία.
Με σκοπό να βάλουν τέρμα στο φαινόμενο της εγκατάλειψης βρεφών στα μαιευτήρια, τα Παιδικά Χωριά SOS Ελλάδας, σε συνεργασία με το Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας της Περιφέρειας Αττικής, ξεκίνησαν πριν από περίπου 10 μέρες ένα πρόγραμμα –με αποκλειστική δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος –μετακίνησης βρεφών από τα δημόσια μαιευτήρια όλης της χώρας.
«Θέλαμε να δώσουμε λύση ή έστω να περιορίσουμε ένα πολύ θλιβερό φαινόμενο: να απομακρυνθούν όσο πιο γρήγορα γίνεται τα παιδιά αυτά από τα νοσοκομειακά ιδρύματα. Πριν ξεκινήσουμε το πρόγραμμα, υπολογίζουμε ότι υπήρχαν περίπου 15 βρέφη που φιλοξενούνταν –έπειτα από εγκατάλειψη –στα δημόσια μαιευτήρια της Αθήνας» λέει στα «ΝΕΑ» ο διευθυντής Κοινωνικής Ερευνας και Εργασίας των Παιδικών Χωριών SOS, Στέργιος Σιφνιός.
Τα πρώτα 10 βρέφη. Ηδη, στις πρώτες ημέρες λειτουργίας του προγράμματος, συνολικά 10 βρέφη από τα μαιευτήρια Ελενα και Αλεξάνδρα μεταφέρθηκαν στον νέο χώρο που δημιουργήθηκε στο Αναρρωτήριο Πεντέλης –πρώην ΠΙΚΠΑ ή Νταού Πεντέλης –και στην πτέρυγα η οποία στελεχώθηκε με προσωπικό από τα Παιδικά Χωριά SOS και ανακαινίσθηκε πλήρως για να φιλοξενεί μέχρι 15 βρέφη και νήπια. «Μάλιστα, τα πρώτα βρέφη που ήρθαν στον χώρο του Αναρρωτηρίου είναι ηλικίας από 40 ημερών έως 7 μηνών. Τις επόμενες ημέρες αναμένεται να φτάσουν και άλλα βρέφη από δημόσια μαιευτήρια όλης της Ελλάδας».
Ακόμη κι αυτό το πρόγραμμα όμως δεν θα είχε κανένα αποτέλεσμα εάν τα παιδιά παρέμεναν επί μακρόν στο Αναρρωτήριο Πεντέλης. «Στόχος μας είναι τα παιδιά να φύγουν γρήγορα από το Αναρρωτήριο, είτε για να επανενωθούν με τις οικογένειές τους –όποτε αυτό είναι εφικτό και το επιτρέπουν οι συνθήκες –είτε να γίνουν μέλη μιας ανάδοχης οικογένειας. Οπως και να έχει, η παραμονή τους στη νέα αυτή πτέρυγα δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τους 9 με 10 μήνες. Διαφορετικά δεν θα είχε κανένα απολύτως νόημα να παίρνουμε αυτά τα παιδιά από τα νοσοκομεία και να τα αφήνουμε για πολύ καιρό σε ένα σαφώς καλύτερο και πιο κατάλληλο χώρο, που δεν παύει όμως να είναι ένα περιβάλλον έξω από την οικογένεια» συμπληρώνει ο Στέργιος Σιφνιός.