Οι περισσότεροι άνθρωποι μπορούν να θυμηθούν κάποια στιγμή που ένας συγκεκριμένος ήχος τούς εκνεύρισε – λ.χ. όταν ο διπλανός τους ανοιγόκλεινε αφηρημένος το στιλό του, μασουλούσε ποπκόρν ή ρουφούσε τη σούπα του.
Εχετε όμως αναρωτηθεί ποτέ γιατί μερικοί άνθρωποι νιώθουν ότι τρελαίνονται όταν ακούν αυτούς τους συνηθισμένους ήχους; Η απάντηση ως φαίνεται κρύβεται στη μισοφωνία, μια μυστηριώδη διαταραχή κατά την οποία φαινομενικά αθώοι ήχοι προκαλούν εκρήξεις θυμού, άγχος και, μερικές φορές, κρίσεις πανικού.
Νευροεπιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Νιούκαστλ ανακοίνωσαν την περασμένη εβδομάδα ότι μπορεί να βρήκαν πού οφείλεται η κατάσταση αυτή.
Το πείραμα
Οπως γράφουν στην επιθεώρηση «Current Biology», υπέβαλαν σε λειτουργικές μαγνητικές τομογραφίες (fMRI) εγκεφάλου 20 πάσχοντες από μισοφωνία και 22 υγιείς συνομηλίκους τους και τους εξέθεσαν σε διάφορους καθημερινούς ήχους, καταγράφοντας ποια σημεία του εγκεφάλου τους αντιδρούσαν σε αυτούς.
Οι μαγνητικές έδειξαν ότι στους πάσχοντες από μισοφωνία οι ήχοι προκαλούσαν υπερβολική αντίδραση του κέντρου επεξεργασίας των συναισθημάτων, το οποίο βρίσκεται σε μια δομή που λέγεται πρόσθιος φλοιός της νήσου.
Επιπλέον, στους πάσχοντες από μισοφωνία η συγκεκριμένη περιοχή ήταν συνδεδεμένη με δύο άλλες δομές του εγκεφάλου (την αμυγδαλή και τον ιππόκαμπο) με διαφορετικό τρόπο απ’ ό,τι στους υγιείς εθελοντές, δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής δρ Σουκμπίντερ Κούμαρ από το Ινστιτούτο Νευροεπιστήμης του Νιούκαστλ.
Επειδή οι δομές αυτές παίζουν ρόλο στην ανάκληση στη μνήμη των εμπειριών του παρελθόντος, οι ερευνητές εκτιμούν ότι η μισοφωνία πιθανώς σχετίζεται με πολύ αρνητικά βιώματα που είχαν οι ασθενείς νωρίτερα στη ζωή τους.
Οι μαγνητικές τομογραφίες έδειξαν επίσης ότι στους ασθενείς η εγκεφαλική δραστηριότητα παραγόταν με διαφορετικό τρόπο στον μετωπιαίο λοβό του εγκεφάλου, όπου υπό φυσιολογικές συνθήκες θα καταστελλόταν κάθε μη φυσιολογική αντίδραση στους ήχους.
Τέλος, στους ασθενείς οι ήχοι προκαλούσαν και σωματικά συμπτώματα, όπως αυξημένο καρδιακό ρυθμό και εφίδρωση.
Καλά νέα
Ο δρ Κούμαρ εκτίμησε ότι για τους πάσχοντες από μισοφωνία τα νέα αυτά θα είναι καλοδεχούμενα, διότι η παρούσα μελέτη είναι η πρώτη που αποκαλύπτει συγκεκριμένες διαφορές στη δομή και τη λειτουργία του εγκεφάλου τους και υποδηλώνει ότι η μισοφωνία έχει βιολογική βάση και δεν είναι μόνο μια ακραία, ψυχική αντίδραση.
«Η κυρίαρχη αντίδραση στους ασθενείς ήταν θυμός και άγχος, όχι απέχθεια» είπε. «Δεν ξέρουμε γιατί αναπτύσσονται αυτά τα συμπτώματα με συγκεκριμένους ήχους και όχι με όλους, αλλά όλα δείχνουν πως είναι θέμα συνδεσιμότητας και δομής του εγκεφάλου».
Ο δρ Κούμαρ πρόσθεσε ότι ο ακριβής αριθμός των πασχόντων από μισοφωνία δεν είναι γνωστός, διότι μόλις το 2001 αναγνωρίσθηκε ως διαταραχή. Εκτίμησε, όμως, ότι τα νέα ευρήματα «θα μπορούσαν να ανοίξουν τον δρόμο για την επινόηση κάποιας θεραπείας», καθώς και «να οδηγήσουν στην αναζήτηση αντίστοιχων διαφορών στον εγκέφαλο των πασχόντων από άλλες διαταραχές που επίσης σχετίζονται με μη φυσιολογικές συναισθηματικές αντιδράσεις».
Η ηλικία
Πριν από λίγο καιρό, μια άλλη μελέτη σε 200 πάσχοντες από μισοφωνία είχε δείξει ότι η μέση ηλικία κατά την οποία είχαν αντιληφθεί ότι τους εκνευρίζουν κάποιοι κοινοί ήχοι ήταν τα 12 χρόνια, καθώς και ότι κάθε φορά που ακούν αυτούς τους ήχους η προσοχή τους «αιχμαλωτίζεται» πλήρως από αυτούς και δεν μπορούν να κάνουν τίποτε άλλο, γράφει η εφημερίδα «New York Times».