Τα δοκίμια του Τζορτζ Οργουελ είναι, οπωσδήποτε, πολύ λιγότερο γνωστά από τα διάσημα μυθοπλαστικά του έργα, λ.χ. το «1984» και τη «Φάρμα των ζώων». Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είναι λιγότερο σημαντικά. Το κείμενο του Οργουελ, δημοσιογραφικό στη μορφή ή στην έκφραση και υψηλού επιπέδου δοκιμιακό στο περιεχόμενο, δίνει την καθαρή διάσταση της σκέψης του συγγραφέα, που σε μεγάλο βαθμό περιγράφει και εξηγεί και το φόντο των μυθιστορηματικών του συλλήψεων.
Ειδικά τα δοκίμια που περιλαμβάνονται στον τόμο που εκδόθηκε πρόσφατα από τις εκδ. Πατάκη με τίτλο «Για τον εθνικισμό και άλλα δοκίμια», γραμμένα όλα στην καυτή δεκαετία του 1940, αποτελούν ταυτόχρονα μαρτυρία μιας ολόκληρης εποχής, δείγμα οξυμμένης κρίσης αλλά και απόδειξη ότι το «1984» ήταν υπερώριμο μέσα του ήδη πριν γραφτεί.
Το πρώτο, εκτενές δοκίμιο ασχολείται με τον Ισπανικό Εμφύλιο και τον φασισμό. Τον δεύτερο με τον εθνικισμό, όπου «εθνικισμός», το εξηγεί ευθύς εξαρχής, είναι λέξη που δεν συνδέεται αποκλειστικά με ένα έθνος αλλά που μπορεί να συνδέεται με τα κοινά αισθήματα οιωνδήποτε ομάδων, είτε πρόκειται για μια Εκκλησία είτε για κοινωνική τάξη. Ακολουθούν σκέψεις για τον Γκάντι, όχι πάντα θετικές, για «εγκληματίες πολέμου», αλλά και τον Χίτλερ. Ενα από τα πιο βαθιά δοκίμιά του είναι, τέλος, για τον συγγραφέα Αρθουρ Κέσλερ, το συνολικό έργο του οποίου ερμηνεύει και αξιολογεί καίρια σε ένα εξαιρετικό κείμενο σαράντα σελίδων.
Αλλά ας γυρίσουμε στο πρώτο του δοκίμιο. Ο Τζορτζ Οργουελ πολέμησε, ως γνωστόν, στον Ισπανικό Εμφύλιο μέχρι τα μέσα του 1937. Τι διακυβευόταν εκεί; Ο Οργουελ, που είδε αρκετά γρήγορα τις ολοκληρωτικές όψεις και του κομμουνισμού, όπως άλλωστε και ο Κέσλερ, μας το λέει σε διάφορα σημεία του κειμένου (που γράφτηκε μέσα στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο) καθαρά και γλαφυρά, χωρίς να μασάει τα λόγια του:
«Οι βασικές αλήθειες για τον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο είναι σχετικά απλές: Στην ισπανική αστική τάξη δόθηκε η ευκαιρία να συντρίψει το εργατικό κίνημα και εκείνη δεν την άφησε να πάει χαμένη με τη βοήθεια των Ναζί και όλων των αντιδραστικών δυνάμεων της Ευρώπης. Ως προς αυτή τη βασική διαπίστωση, αμφιβάλλω αν θα μπορούσε ποτέ να υπάρξει αμφιβολία». Και αλλού: «Πάντα υπάρχει ένα στρατόπεδο που βρίσκεται πιο κοντά στην πρόοδο και ένα άλλο που βρίσκεται πιο κοντά στην αντίδραση. Το μίσος για την Ισπανική Δημοκρατία, τόσο κοινό μεταξύ πολυεκατομμυριούχων, λόρδων, καρδιναλίων, κοσμικών, στενοκέφαλων συντηρητικών και λοιπών, θα αρκούσε για να επιβεβαιώσει του λόγου το αληθές. Στην ουσία, ήταν ένας πόλεμος ταξικός. Αν είχαν νικήσει οι Δημοκρατικοί, οι οιωνοί για τη μοίρα των απλών ανθρώπων όπου Γης θα ήταν καλύτεροι. Ηττήθηκαν όμως, και οι μερισματούχοι όλου του κόσμου έτριβαν τα χέρια τους. Αυτό ήταν το πραγματικό διακύβευμα· όλα τα άλλα ήταν μόνο ο αφρός του κύματος». Για να καταλήξει λίγο αργότερα: «Το ερώτημα που τίθεται είναι απλό. Θα έχουν ή όχι την ευκαιρία οι απλοί άνθρωποι να ζήσουν την αξιοπρεπή ζωή που η σημερινή εξέλιξη της κοινωνίας επιτρέπει; Θα βγει ή όχι ο κοινός άνθρωπος από το τέλμα στο οποίο βρίσκεται καθηλωμένος; Προσωπικά πιστεύω –ίσως και κάπως αυθαίρετα –ότι ο κοινός άνθρωπος θα κερδίσει αυτή τη μάχη, αργά ή γρήγορα. Και, προφανώς, όσο πιο γρήγορα γίνει αυτό –ας πούμε στα επόμενα εκατό και όχι στα επόμενα δέκα χιλιάδες χρόνια -, τόσο το καλύτερο. Αυτό ήταν/ είναι το πραγματικό διακύβευμα του Εμφυλίου Πολέμου στην Ισπανία, του σημερινού πολέμου, ίσως και άλλων πολέμων στο μέλλον».
Ο Οργουελ μιλάει για τις θηριωδίες του πολέμου αλλά και για τις ανόητες –όσο και θεαματικές –αλλαγές στάσης των διανοουμένων. Μερικοί μάλιστα από αυτούς –όπως φαίνεται και σε πολλά φύλλα του «New Statesman» της εποχής –είχαν εικόνα για τον πόλεμο που πολύ απείχε από την πραγματικότητα. Οταν λ.χ. τάσσονταν υπέρ των Δημοκρατικών, δεν μπορούσαν να διανοηθούν ότι ο πόλεμος είναι κακός και γι’ αυτούς. Λες και γι’ αυτούς «οι τουαλέτες βρομούσαν λιγότερο, η πειθαρχία ήταν λιγότερο καταπιεστική». Αφιερώνει αρκετές σελίδες στη μιζέρια του στρατοπέδου –όταν μάλιστα εγκατέλειψε την Ισπανία, οι στρατιώτες των Δημοκρατικών μάχονταν σχεδόν χωρίς τσιγάρα, το ψωμί και το κρέας σπάνιζαν, ζάχαρη και καφές δεν υπήρχαν.
Ανάμεσα στις πολλές αιτίες για τη νίκη του στρατοπέδου του Φράνκο ο Οργουελ ξεχωρίζει τη στάση των Μεγάλων Δυνάμεων. «Οι φασίστες νίκησαν γιατί ήταν καλύτερα εξοπλισμένοι. Ουσιαστικά, τον πόλεμο κέρδισαν για λογαριασμό του Φράνκο οι Γερμανοί και οι Ιταλοί, τα κίνητρα των οποίων ήταν εμφανή. Τα κίνητρα των Βρετανών και των Γάλλων είναι λιγότερο εύκολα να γίνουν αντιληπτά. Το 1936 ήταν φανερό σε όλους ότι, αν η Μεγάλη Βρετανία βοηθούσε την Ισπανική Δημοκρατία, έστω και με όπλα αξίας λίγων εκατομμυρίων λιρών, ο Φράνκο θα είχε καταρρεύσει και η στρατηγική των Γερμανών θα είχε δεχθεί καίριο πλήγμα. Κι όμως η βρετανική κυρίαρχη τάξη, με τον πιο μικρόψυχο, ηττοπαθή και υποκριτικό τρόπο, έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι της για να “χαρίσει” την Ισπανία στον Φράνκο και στους Ναζί. Γιατί άραγε; Μια πιθανή απάντηση θα μπορούσε να είναι ότι ήταν φιλικά διακείμενη προς τους φασίστες. Ασφαλώς αυτό είναι εν μέρει αλήθεια, αλλά ας μην ξεχνάμε ότι, όταν ο κόμπος έφτασε στο χτένι, επέλεξε να αντιταχθεί στους Γερμανούς. Ακόμα και σήμερα δεν είναι βέβαιο ποιο ακριβώς σχέδιο εξυπηρετούσε η έμμεση υποστήριξή της προς τον Φράνκο –ίσως, μάλιστα, να μην υπήρχε καν συγκεκριμένο σχέδιο. Το αν η βρετανική κυρίαρχη τάξη είναι διεφθαρμένη ή απλώς μυωπική παραμένει ακόμα και σήμερα ένα ερώτημα που πολύ δύσκολα μπορεί να απαντηθεί, παρόλο ότι υπάρχουν στιγμές που μια απάντηση σε αυτό το ερώτημα μπορεί να έχει ιδιαίτερη σημασία. Οσο για τους Σοβιετικούς, είναι επίσης ασαφές ποια ακριβώς ήταν τα κίνητρά τους στην περίπτωση του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου. Επενέβησαν, όπως πίστευαν οι φίλοι και οι συμπαθούντες του σοβιετικού καθεστώτος, προκειμένου να υπερασπιστούν τη Δημοκρατία και να ματαιώσουν τα σχέδια των Ναζί; Τότε γιατί η επέμβασή τους ήταν τόσο περιορισμένη και γιατί τελικά εγκατέλειψαν τους Ισπανούς στην τύχη τους; Μήπως επενέβησαν, όπως ισχυριζόταν η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, για να ενθαρρύνουν την επανάσταση στην Ισπανία; Τότε όμως, γιατί έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους προκειμένου να συντρίψουν τα επαναστατικά κινήματα και τις επαναστατικές πρωτοβουλίες, να προστατέψουν την ατομική ιδιοκτησία και να δώσουν την εξουσία στη μεσαία και όχι στην εργατική τάξη; (…) Στην πραγματικότητα, προκειμένου να εξηγήσει κάποιος τον τρόπο με τον οποίο ενεργούσαν οι Σοβιετικοί, ίσως είναι προτιμότερο να δεχτεί ότι τα κίνητρά τους ήταν ποικίλα, και συχνά αντιφατικά. Αποψή μου είναι ότι στο μέλλον θα συνειδητοποιήσουμε πως η εξωτερική πολιτική του Στάλιν δεν ήταν τόσο κυνικά και διαβολικά επιδέξια όσο νομίζουν μερικοί, αλλά απλώς οπορτουνιστική και βλακώδης.
Οπως και αν έχει το πράγμα, ο Ισπανικός Εμφύλιος Πόλεμος απέδειξε ότι οι Ναζί ενεργούσαν βάσει σχεδίου, κάτι που δεν ίσχυε για τους αντιπάλους τους».
George Orwell
Για τον εθνικισμό και άλλα δοκίμια
Μτφ. Ανδρέας Παππάς,
εκδ. Πατάκη, 2016, σελ. 320
Τιμή: 11 ευρώ
Δυστοπία
Νέα καριέρα για το «1984» λόγω… Τραμπ
Σε μερικές από τις καλύτερες, ίσως, σελίδες του δοκιμίου αυτού ο Οργουελ μιλάει για τον τρόπο που «κατασκευάζεται» η Ιστορία. Με οξυδέρκεια επαγγελματία ιστορικού μιλάει για τις αλχημείες ειδικών που επιβάλλουν κάποιες πηγές έναντι άλλων καθιερώνοντας συχνά το ψέμα ως αλήθεια. Προχωρώντας ακόμη περισσότερο, αναλύει την πιθανότητα ενός ολοκληρωτικού μέλλοντος όπου αλήθεια θα είναι η αλήθεια του Ηγέτη, προλέγοντας στην ουσία το «1984». «Αν ο Ηγέτης αποφαίνεται ότι το α ή το β γεγονός δε συνέβη ποτέ, αυτό… δε συνέβη ποτέ. Αν πει ότι δύο και δύο κάνει πέντε, έτσι είναι. Αυτό το ενδεχόμενο με τρομάζει ακόμα περισσότερο απ’ ό,τι οι βόμβες (…)».
Στην εποχή Τραμπ αλλά και του Ολλανδού Βίλντερς τα λόγια του μοιάζουν να ακούγονται ακόμη πιο προφητικά: «Ειδικά εμείς οι Βρετανοί έχουμε την τάση να υποτιμάμε αυτού του είδους τους κινδύνους· κι αυτό, επειδή οι παραδόσεις μας και η ασφάλεια που νιώθαμε κατά το παρελθόν μάς κάνουν να πιστεύουμε ότι το Κακό δεν μπορεί σε βάθος χρόνου παρά να ηττηθεί. Το ειρηνιστικό κίνημα και ο πασιφισμός, για παράδειγμα, βασίζονται εν πολλοίς σε αυτή την πεποίθηση: δεν χρειάζεται να αντιστέκεσαι στο Κακό, γιατί το Κακό φέρει μέσα του το σπέρμα της αυτοκαταστροφής του. Από πού προκύπτει όμως αυτό;».
Κάπως έτσι το «1984» κάνει για μια ακόμη φορά νέα καριέρα. Από τον Νοέμβριο που εξελέγη ο Τραμπ πουλήθηκαν 47.000 αντίτυπα του βιβλίου στις ΗΠΑ και ο εκδοτικός οίκος Penguin έσπευσε να τυπώσει, στα τέλη του Ιανουαρίου, άλλα 75.000. Το ίδιο είχε συμβεί και το 2013, μετά τις αποκαλύψεις Σνόουντεν για το τεράστιο, κεντρικά σχεδιασμένο, δίκτυο παρακολούθησης των πολιτών. Ο Οργουελ είχε την οξυδέρκεια να προβλέπει σωστά.
George Orwell
1984
Ο Μεγάλος Αδελφός
Μτφ. Νίνα Μπάρτη,
εκδ. Κάκτος, 2002
Τιμή: 16 ευρώ