Δεν ξέρω τι μ’ έπιασε και τελευταία θυμάμαι την εποχή της χούντας. Και ιδιαίτερα τις στιγμές που ο καγχασμός σε χώρους επικοινωνίας αντικατέστησε τον φόβο.
Ημουν ηλικιακά μια γενιά πριν από τη γενιά του Πολυτεχνείου. Μια γενιά που σιώπησε μεταξύ της γενιάς του 114 και του Πολυτεχνείου. Μια γενιά απογοητευμένη, σιωπηλή και θυμωμένη. Που την επαύριον των τανκς των προδοτών είχαμε θυμό για την απρονοησία των αριστερών και κεντρώων δυνάμεων, που πιάστηκαν στον ύπνο. Επιπλέον, η σιγή του λαού ήταν εκκωφαντική. Η πληροφορία περιοριζόταν στις εκπομπές του BBC και της Ντόιτσε Βέλε του Παύλου Μπακογιάννη και του Κώστα Νικολάου, για όσους είχαν ραδιόφωνο. Η «Καθημερινή» της Βλάχου είχε κλείσει και «ΤΑ ΝΕΑ» και «Το Βήμα» λειτουργούσαν υπό καθεστώς λογοκρισίας. Ομως η παρουσία τους και μόνο φάνταζε σαν κρυμμένο σύμβολο δημοκρατίας και διακριτικής ενημέρωσης, που έβρισκε πάντα υπαινικτικούς τρόπους αντίστασης και με κίνδυνο να κλείσουν ή δημοσιογράφοι να βρεθούν πίσω από τα κάγκελα της ΕΣΑ.
Βέβαια, κατά καιρούς υπήρχαν και ξένα περιοδικά και εφημερίδες από τις οποίες μαθαίναμε τι συνέβαινε στο Παρίσι του ’68, στη Φρανκφούρτη του Ντούτσκε και στα πανεπιστήμια της Αμερικής.
Κάποιο βράδυ το 1970 βρεθήκαμε στον κινηματογράφο Αελλώ στην Πατησίων. Βλέπαμε το «Φράουλες και αίμα» που ξέφυγε της λογοκρισίας. Και τότε ανοργάνωτα, αυθόρμητα και συγκινητικά, το πλήθος ξεπέρασε τον φόβο και την απογοήτευση και για πρώτη φορά εκδήλωσε τα αισθήματά του. Λίγες ημέρες μετά, το «Γούντστοκ» προκάλεσε πανικό στους χουντικούς, μια αντίδραση που εξελίχθηκε σε συγκέντρωση έξω από τον κινηματογράφο Παλλάς.
Και τότε με την υποχρεωτική μετάδοση των κακότεχνων και αντιαισθητικών προπαγανδιστικών ασυναρτησιών στα κινηματογραφικά «Επίκαιρα», που υποχρεωτικά πρόβαλλαν την προπαγάνδα του Γεωργαλά, προέκυψε στις κινηματογραφικές αίθουσες μια νέα αντίδραση. Ο φόβος, η σιωπή και η απογοήτευση των νέων μεταλλάχθηκαν σε επική καζούρα. Ο,τι και να έδειχναν, όποιον και να προέβαλλαν, είτε να χορεύει τσάμικο είτε να μιλάει για την πατρίδα, τα χειροκροτήματα χωρίς σταματημό σκέπαζαν την αίθουσα. Τα χειροκροτήματα επιβολής σιωπής στην προπαγάνδα διαδέχθηκαν γέλια γελοιοποίησης των γελοίων, κραυγές «κάτω η χούντα» και πάλι γέλια.
Το σύνθημα «Ενα γέλιο θα σας θάψει», εισαγόμενο, έπιασε τόπο. Βλέπετε τότε δεν υπήρχαν Ιντερνετ και κοινωνικά δίκτυα να γελοιοποιήσουν αυθημερόν την προπαγάνδα και να αποκαλύψουν με εξοντωτική σάτιρα τα γεγονότα. Οι χουντικές συναινέσεις κάηκαν από το γέλιο. Κι έτσι προετοιμάστηκε η αυθόρμητη έκρηξη της επόμενης γενιάς που άρχισε από τη Νομική και κορυφώθηκε στα γεγονότα του Πολυτεχνείου.
Τα υπόλοιπα τα ξέρετε. Τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, η επικράτηση του Ιωαννίδη, η μνημειώδης αδράνεια της κυβέρνησης Ανδρουτσόπουλου και η τραγωδία της Κύπρου έφεραν το τέλος της δικτατορίας. Ο Χρήστος Λαμπράκης, η Ελένη Βλάχου και οι συνεχιστές τους, ξεπέρασαν τις ιστορικές τους τοποθετήσεις της περιόδου του Διχασμού και στάθηκαν αταλάντευτα στο πλευρό της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και στην ευρωπαϊκή πορεία της χώρας. Τα έντυπά τους, ακόμα, αυτήν την πορεία στηρίζουν.
Καλημέρα σας και καλή τύχη.