Στην πιο ευάλωτη φάση της ιστορίας της έχει εισέλθει η ΔΕΗ, που θυμίζει ολοένα και περισσότερο το ελληνικό κράτος, σε μικρογραφία.
Χρωστά παντού και της χρωστούν οι πάντες, έχει μπροστά της δύο ομόλογα 500 εκατ. ευρώ που λήγουν ώς τον Απρίλιο και αν δεν τα πληρώσει κινδυνεύει με χρεοκοπία, όπως είπε πρόσφατα ο επικεφαλής της Μανώλης Παναγιωτάκης, ενώ η τρόικα της ζητά να πουλήσει μονάδες (ή και να πουληθεί), προκειμένου να επιβιώσει.

Την ίδια στιγμή κουβαλά στην πλάτη της όλες τις παθογένειες του Δημοσίου, από την έλλειψη εκσυγχρονισμού μέχρι την αδυναμία απολύσεων ακόμη και για απλά πειθαρχικά παραπτώματα όπως κλοπή, και την κακώς εννοούμενη δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία.

Και ίσως η μοναδική της διαφορά με το ελληνικό κράτος να είναι ότι ενώ εκείνο μετακυλίει μονίμως τα βάρη του προϋπολογισμού στους φορολογουμένους υπερφορολογώντας τους, η ΔΕΗ δεν μπορεί να κάνει το ίδιο αυξάνοντας όπως κάποτε τα τιμολόγια στο ρεύμα, καθώς οι πελάτες της θα έφευγαν μαζικά προς τους ανταγωνιστές της.

Μονόδρομος ο εκσυγχρονισμός
Δίχως διάθεση για κινδυνολογία, ο μεγάλος ασθενής της ελληνικής οικονομίας βαδίζει ανάμεσα στην επιβίωση και τη χρεοκοπία. Ως αποτέλεσμα, η είσοδος στη ΔΕΗ ενός στρατηγικού επενδυτή που θα πάρει και το μάνατζμεντ ψιθυρίζεται τελευταίως όλο και συχνότερα ως μονόδρομος για να εκσυγχρονιστεί η εταιρεία και να λειτουργήσει με πιο ευέλικτο τρόπο.
Το συζητούν κατ’ ιδίαν στελέχη του οικονομικού επιτελείου υποστηρίζοντας ότι η παρουσία ενός μεγάλου ξένου παίκτη στην εταιρεία θα της προσφέρει οξυγόνο και φρέσκα κεφάλαια, δίχως τα οποία η Επιχείρηση οδηγείται με μαθηματική ακρίβεια στην κατάρρευση.

Το λένε όμως μεταξύ τους και στελέχη της ίδιας της ΔΕΗ, που μιλούν για την ανάγκη να φύγει η Επιχείρηση από την αγκαλιά του Δημοσίου, να πουληθεί το 17% και η υπόλοιπη να μπει στο υπερταμείο, μην τυχόν και «σουλουπωθεί», πετώντας τα βαρίδια, αφού δεν θα τη θεωρεί πια φέουδό του ο κάθε υπουργός Ενέργειας.

Είναι είδηση να ακούει κανείς διευθυντές με μεγάλη εμπειρία στα εργοτάξια να ομολογούν ότι βλέπουν πως η ΔΕΗ κινδυνεύει να σκάσει στα χέρια τους, αφού ήδη δυσκολεύεται να πληρώσει εργολάβους και προμηθευτές, και αύριο, ποιος ξέρει, ίσως και τους ίδιους.

«Κάθε μέρα που περνάει δίχως η κυβέρνηση να τολμά να πάρει γενναίες αποφάσεις, κοστίζει στη ΔΕΗ, και όσο δεν της επιτρέπεται να λειτουργήσει με ένα πιο ευέλικτο μάνατζμεντ, τόσο θα είναι δέσμια πολιτικών παρεμβάσεων, θα αδυνατεί να κόψει το ρεύμα στους μπαταξήδες ή να απολύσει προσωπικό» είναι το μήνυμα που μεταφέρουν τα στελέχη αυτά. Μιλούν επίσης για την ανάγκη να απαλλαγεί η ΔΕΗ από τους αναχρονιστικούς κανονισμούς προσωπικού, να πάψει να πληρώνει απαλλοτριώσεις για χωράφια γύρω από τα ορυχεία της Πτολεμαΐδας σε τιμές δεκαπλάσιες των αγοραίων, και να προσλάβει ικανά στελέχη από την ελεύθερη αγορά, και όχι από τα γύρω χωριά, όπως την υποχρεώνει σήμερα το ξεπερασμένο κριτήριο της εντοπιότητας.

Τέτοιες φωνές θα ενισχύονται όσο η Επιχείρηση θα βρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα, όπως συμβαίνει από την περασμένη Τρίτη, όταν μια στρατιά από 30 ελεγκτές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανταγωνισμού άρχισαν να ξεσκονίζουν τα αρχεία της, όπως και εκείνα του ΑΔΜΗΕ. Σκοπός τους, να βρουν αποδεικτικά στοιχεία χειραγώγησης των τιμών στην αγορά ενέργειας κατά την τελευταία εξαετία.

Δίχως να έχει κανείς αποδείξεις ότι η απόβαση της DG Com συνδέεται άμεσα με τις πιέσεις της τρόικας για εκποίηση μονάδων, τα δύο γεγονότα δεν παύουν να αλληλεπιδρούν μεταξύ τους. Ούτως ή άλλως, η εμπειρία του παρελθόντος έχει δείξει ότι δεν πρόκειται για απλές συμπτώσεις. Την ίδια στιγμή που η Επιχείρηση ελέγχεται εξονυχιστικά για το αν χρησιμοποιεί τα λιγνιτικά και υδροηλεκτρικά της εργοστάσια για να κρατά χαμηλά τις τιμές χονδρικής και να εμποδίζει τη δράση των ανταγωνιστών της, οι δανειστές πιέζουν για άμεση πώληση του 40% των λιγνιτικών και υδροηλεκτρικών της μονάδων.

Κίνδυνος να πουληθεί κοψοχρονιά
Οι πιέσεις των δανειστών δεν απαντούν όμως στο βασικότερο ερώτημα: αν θα βρεθεί επενδυτής να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη για να αγοράσει μονάδες της ΔΕΗ ή αν αυτές θα πουληθούν τελικά κοψοχρονιά.
Πόσω μάλλον όταν στην πλειονότητά τους είναι παλαιές, ενώ τα ορυχεία χρήζουν εκτεταμένου εκσυγχρονισμού και απασχολούν ένα προσωπικό με μέσο όρο ηλικίας τα 50 χρόνια, το οποίο έχει «πλαφονάρει» μισθολογικά στο ανώτατο όριο (4.750 ευρώ μεικτά). Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι μόνο η ανανέωση του στόλου των φορτηγών, μαζί με τους εκσκαφείς και τους αποθέτες στο ορυχείο του Νότιου Πεδίου της ΔΕΗ στην Πτολεμαΐδα, απαιτεί γύρω στα 50 εκατ. ευρώ. Επειτα, οι παλαιοί εργαζόμενοι με είκοσι και τριάντα χρόνια υπηρεσίας, όπως οι 200 που έχουν συμπληρώσει τα όρια συνταξιοδότησης και είναι προς αποχώρηση, κοστίζουν ετησίως στη ΔΕΗ γύρω στα 6.000 ευρώ έκαστος.

Το κυριότερο ωστόσο είναι ότι ο αυριανός αγοραστής μονάδων ή στρατηγικός επενδυτής της ΔΕΗ θα πρέπει να έρθει αντιμέτωπος με το βαθύ Δημόσιο. Δηλαδή με την Αρχαιολογική Υπηρεσία, η οποία κάθε φορά που η ΔΕΗ ξεκινά νέες εκσκαφές στα ορυχεία, παρεμβαίνει για να προστατέψει τυχόν ευρήματα. Εχει φτάσει η Επιχείρηση να πληρώσει τα τελευταία χρόνια 100 εκατ. ευρώ στο υπουργείο Πολιτισμού προκειμένου να πάρει την έγκριση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας για έργα σε Κοζάνη και Φλώρινα. Αντιμέτωπος θα έρθει επίσης με έντονες συνδικαλιστικές αντιδράσεις όταν θα χρειαστεί να αλλάξει τον αναχρονιστικό κανονισμό προσωπικού, που αφενός προβλέπει ελαφρές ποινές για πειθαρχικά παραπτώματα (π.χ. 4 μήνες παύση εργασιών για κλοπή στο εργοτάξιο), αφετέρου αυτές εγκρίνονται από πειθαρχικά συμβούλια στα οποία συμμετέχουν εκπρόσωποι των εργαζομένων. Ετερο εμπόδιο, το πλαίσιο για τις απαλλοτριώσεις, που έπειτα από τροπολογία των τοπικών βουλευτών, δεν υποχρεώνει το δικαστήριο να αιτιολογεί τη διαφορά ανάμεσα στην εμπορική τιμή και εκείνη που επιδικάζει για την απαλλοτρίωση. Ως εκ τούτου η ΔΕΗ καταβάλλει αποζημιώσεις 5.000 και 6.000 ευρώ ανά στρέμμα, όταν οι αγοραίες τιμές δεν ξεπερνούν τα 600 – 800 ευρώ.

Τέτοιες αβαρίες θα βρει μπροστά του ο αυριανός επενδυτής της ΔΕΗ εφόσον η τρόικα επιμείνει στις πιέσεις να βγουν στο σφυρί μονάδες της. Το σχέδιο είναι παλιό και περιλαμβάνει πώληση του 40% των λιγνιτικών και υδροηλεκτικών εργοστασίων της Επιχείρησης τον Ιούλιο του 2018, εφόσον οι δανειστές αποφανθούν σε τέσσερις μήνες από σήμερα (τον Ιούνιο του 2017) ότι η πορεία μείωσης του μεριδίου της ΔΕΗ αποκλείνει από τους στόχους. Σύμφωνα με αυτούς, το ποσοστό της εταιρείας στην αγορά λιανικής πρέπει να έχει πέσει από 89,83% τον Δεκέμβριο του 2016, σε 75,24% τον Δεκέμβριο του 2017, δηλαδή να έχει μειωθεί κατά 15%.

Πρόκειται όμως για επίδοση εξαιρετικά μαξιμαλιστική. Ετσι όπως έχουν σήμερα τα πράγματα θεωρείται εντελώς απίθανο να έχει προλάβει η αγορά έως τον Ιούνιο να αποκτήσει μια τέτοια δυναμική που να προοιωνίζεται τόσο μεγάλη απώλεια μεριδίου για τη ΔΕΗ μέσα σε έναν χρόνο. Κάτι παραπάνω λοιπόν θα ξέρουν οι δανειστές που ζητούν να διατυπωθεί ρητά ότι θα πουληθούν αμέσως εργοστάσια σε περίπτωση που δεν επιτευχθούν οι στόχοι μέσω των υποχρεωτικών δημοπρασιών πώλησης ρεύματος (ΝΟΜΕ).