Ποιος μπορεί να αμφιβάλλει για την επάνοδο του λαϊκισμού; Πρόκειται για ένα φαινόμενο που όχι μόνο μεταλλάσσεται κι αναπροσαρμόζεται στα νέα δεδομένα, αλλά, όπως πάντα, χρησιμοποιεί πρωτίστως τα εκάστοτε νέα μέσα επικοινωνίας, στις μέρες μας τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ιδιαίτερη μελέτη πάνω σε αυτό το πεδίο δεν έχει γίνει. Οπως επισημαίνουν οι συγγραφείς του βιβλίου «Populist Political Communication in Europe» (Η πολιτική επικοινωνία του λαϊκισμού στην Ευρώπη, eκδόσεις Routledge), καθώς ζούμε σε μια εποχή κοινωνικοπολιτικών και οικονομικών αναταραχών, στον δυτικό κόσμο τουλάχιστον, η μελέτη του λαϊκισμού αποκτά ιδιαίτερη σημασία.
Αν και οι υπάρχουσες μελέτες για τον λαϊκισμό τείνουν να επικεντρώνονται στα κόμματα και στους ψηφοφόρους, το βιβλίο αυτό εστιάζει στην επικοινωνιακή διάστασή του, χρησιμοποιώντας παραδείγματα από τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Πρόκειται για μια από τις λίγες μελέτες που προσπαθούν να καταγράψουν την επικοινωνιακή διάσταση του λαϊκισμού στο σύνολο της Ευρώπης, καθώς συγκεντρώνει κείμενα μελετητών της επικοινωνίας (κι όχι μόνο) για το εν λόγω φαινόμενο από τις περισσότερες χώρες της Γηραιάς Ηπείρου κι αναφέρεται σε περιπτώσεις που συχνά δεν είναι γνωστές στο ευρύτερο ευρωπαϊκό κοινό.
Σε μια εποχή αμφιλεγόμενων διλημμάτων που τίθενται στους πολίτες και σε μια περίοδο όπου η πολιτική δεν παράγει τα επιθυμητά αποτελέσματα, η πολιτική επικοινωνία του λαϊκισμού παίζει σημαντικό ρόλο. Οι μελετητές του βιβλίου εστιάζουν την έρευνά τους σε καθεμία από τις χώρες (είκοσι τέσσερις συνολικά) κάτω από τρία χαρακτηριστικά: (α) οι λαϊκιστές πολιτικοί ως επικοινωνητές, (β) τα ΜΜΕ και ο λαϊκισμός και (γ) οι πολίτες, η κοινή γνώμη και ο λαϊκισμός. Και στα τρία αυτά στοιχεία αναδεικνύεται η παραδοσιακή αλυσίδα στη διαμόρφωση του μηνύματος: ο παραγωγός του μηνύματος, ο δίαυλος που μεταφέρει το μήνυμα και ο παραλήπτης του. Σε αντίθεση με τις προηγούμενες δεκαετίες, ο παραλήπτης του μηνύματος μπορεί να είναι ταυτόχρονα κι ο παραγωγός του μηνύματος, όπως και να απαντά στο μήνυμα και, συνεπώς, να διαμορφώνει και να επηρεάζει τη δημόσια σφαίρα.
Στους λαϊκιστές πολιτικούς συναντάμε συχνά μια ρητορική που ενέχει έντονα συναισθηματικά στοιχεία, περιλαμβάνει συχνές αναφορές στους απλούς ανθρώπους κι επιρρίπτει εύκολα καταλογισμό ευθυνών στους πολιτικούς αντιπάλους και άλλες κατηγορίες πολιτών, ιδίως τους δημοσιογράφους, στοχοποιώντας τους παράλληλα. Οι λαϊκιστές χρησιμοποιούν απλή και μερικές φορές βίαιη γλώσσα και παρουσιάζουν απλοϊκές λύσεις σε περίπλοκα προβλήματα.
Η κάλυψη. Μελετώντας τα ΜΜΕ και τον τρόπο με τον οποίο καλύπτουν λαϊκιστικά κόμματα και ηγέτες, καταγράφονται τρία σχήματα: Πρώτον, η πρότερη περιορισμένη δημοσιογραφική κάλυψη αυξάνεται συνήθως παρωθούμενη από τα στοιχεία των δημοσκοπήσεων που καταγράφουν αύξηση της απήχησης των εν λόγω ηγετών ή κομμάτων. Δεύτερον, καθώς αυξάνεται η ειδησεογραφική κάλυψη των λαϊκιστών, καταγράφεται συχνά μια παράλληλη αύξηση των δημοσιευμάτων με αρνητικό περιεχόμενο. Η διαφορά όμως είναι ότι αυτά τα αρνητικά δημοσιεύματα λειτουργούν με θετικό τρόπο για τους λαϊκιστές (πρόσφατη χαρακτηριστική περίπτωση είναι ο Τραμπ, όπου όλες οι αρνητικές κρίσεις εις βάρος του λειτούργησαν θετικά για το ακροατήριό του). Τρίτον, «παραδοσιακά» ΜΜΕ συμμετέχουν ενεργά, καλύπτοντας με κριτικό τρόπο τα δρώμενα των λαϊκιστών, εκδηλώνοντας παράλληλα την ανησυχία τους για την πορεία της δημοκρατικής κοινωνίας, αλλά χωρίς ιδιαίτερο αποτέλεσμα αφού παράλληλα έχουν χάσει μέρος της αξιοπιστίας τους.
Στο πλαίσιο αυτό, δεν πρέπει να διαφεύγει ο ρόλος της δημοσιογραφίας των πολιτών που άλλοτε επικρίνει κι άλλοτε (κι αρκετά έντονα) επιδοκιμάζει τις απόψεις των λαϊκιστών. Αλλά και η επαγγελματική δημοσιογραφία και τα μέσα ενημέρωσης συχνά σφάλλουν στις αξιολογήσεις τους. Κι αυτό γιατί οι δημοσιογράφοι και οι ειδησεογραφικοί οργανισμοί πολύ συχνά δεν έχουν λάβει τον λαϊκισμό σοβαρά όπως θα έπρεπε, ιδίως στην αρχική τους εκδήλωση. Εχουν την τάση να τον περιθωριοποιούν ως ασήμαντο, αγνοώντας τον ή περιγράφοντάς τον με απλουστευτικές, σχεδόν ουδέτερες φράσεις, ενώ θεωρούν τους ηγέτες τους ως γραφικούς χωρίς δυνατότητα επιρροής των πολιτών και πολιτικών διαδικασιών. Οι τρόποι με τους οποίους οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ έχουν καλύψει ή αποφεύγουν να αναφερθούν στους λαϊκιστές και το λαϊκισμό έχει έμμεσα, αλλά σταθερά, συμβάλλει στην ανάδειξή τους στα πολιτικά και κοινωνικά δρώμενα.