Το έχω γράψει εδώ και σε ανύποπτο χρόνο, δεν φανταζόμουν πως θα το επανέφερα και σε μια καθ’ όλα ύποπτη εποχή.

Το 1917, λίγους μήνες μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία, στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού, απλοί «αγράμματοι» επαρχιώτες προλετάριοι ως ερασιτέχνες ηθοποιοί έπαιξαν στην Κόκκινη Πλατεία έξω από το Κρεμλίνο την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή και τη «Λυσιστράτη» του Αριστοφάνη.

Στο Γιοχάνεσμπουργκ μετά την κατάργηση του απαρτχάιντ και ενώπιον του Νέλσον Μαντέλα παίχτηκε η «Αντιγόνη» από ερασιτέχνες και επαγγελματίες ηθοποιούς και στη διανομή τον Κρέοντα έπαιξε λευκός ηθοποιός και την Αντιγόνη νέγρα!

Σκεφτείτε επίσης πως ο Μεταξάς είχε απαγορεύσει την «Αντιγόνη» στην ελληνική εκπαίδευση κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του, αλλά η «Αντιγόνη» παίχτηκε στο Ηρώδειο μέσα στην Κατοχή με την Παπαδάκη και τον Βεάκη (Κρέοντα), παρουσία και γερμανών αξιωματικών.

Αλλά η «Αντιγόνη», που συζητήθηκε (αν είναι αλήθεια, παντοδύναμε!) να αποσυρθεί από τη σημερινή σχολική πράξη, είναι το θεμελιώδες κείμενο της ευρωπαϊκής παιδείας κυρίως μετά τη Γαλλική Επανάσταση και τον επαναστατικό ρομαντισμό. Θυμίζω επίσης πως μέσα στην Κατοχή, στη Γαλλία, ο Ανούιγ έγραψε και ανέβασε τη δική του «Αντιγόνη» κάτω από τη μύτη και την μπότα των κατακτητών.

Είχα την τιμή η μετάφρασή μου της «Αντιγόνης» να εισαχθεί ως διδακτικό βιβλίο στο Λύκειο και να είναι εξεταστέο μάθημα στις Εισαγωγικές στα πανεπιστήμια και ευτύχησα να τη δω να παίζεται στην Επίδαυρο και με τη Βαλάκου, σε σκηνοθεσία Ευαγγελάτου, και με την Τρικαλιώτη, Κρέοντα και σκηνοθέτη τον Κιμούλη και μουσική των χορικών του Σαββόπουλου.

Βεβαίως παίχτηκε και ξαναπαίχτηκε με άλλες μεταφράσεις και άλλους συντελεστές. Γιατί; Διότι είναι το δημοφιλέστερο τραγικό κείμενο πιθανότερα, καθώς αποτελεί για τη μεγάλη πλειονότητα των Ελλήνων προίκα τους από τη σχολική διδασκαλία.

Θυμίζω πως ο Κωνσταντίνος Χρηστομάνος εγκαινίασε με την «Αντιγόνη» τη Νέα Σκηνή. Το 1901, σε μετάφραση Κωνσταντίνου Μάνου, και ο ίδιος ο ιδιοφυής εκείνος λόγιος και σκηνοθέτης τη μετέφρασε για τη σειρά των εκδόσεων Φέξη! Και ξέρετε γιατί επιμένω σ’ αυτήν την προϊστορία; Διότι το 1900 και μετά ξέσπασαν οι γελοίες έριδες για το γλωσσικό, καθαρεύουσα και δημοτική. Οι καθαρευουσιάνοι ανέχονταν τη δημοτική στη λυρική ποίηση (βράβευαν καθηγητάδες Πανεπιστημίου τον Παλαμά), αλλά ισχυρίζονταν ότι η «χωριάτικη» γλώσσα του δημοτικού τραγουδιού δεν είναι επαρκές εργαλείο για τη μετάφραση των μεγάλων ποιητικών και φιλοσοφικών αρχαίων κειμένων.

Ε, τότε ήταν που ο Γρυπάρης μετέφρασε την «Πολιτεία» του Πλάτωνος, την «Ορέστεια» του Αισχύλου, ο Πάλλης την «Ιλιάδα» του Ομήρου και ο Βηλαράς τον «Επιτάφιο» του Θουκυδίδη και βούλωσαν τα απύλωτα στόματα.

Ομως, βλέπετε, η αντίδραση, πολιτική και εκπαιδευτική, φοβόταν τη δημοτική όχι ως μόνο γλωσσικό ιδίωμα. Αλλά και γιατί θα γινόταν αμέσως μέσω γλώσσας κατανοητό το επαναστατικό και δημοκρατικό μήνυμα των κλασικών αρχαίων έργων.

Ο Μεταξάς ως Επτανήσιος ήταν ανεκτικός προς τη δημοτική, τη γλώσσα του «Υμνου» και των «Ελεύθερων πολιορκημένων» του Σολωμού. Αρα για άλλους λόγους απαγόρευσε τη διδασκαλία της «Αντιγόνης» στη διάρκεια της δικτατορίας του. Από την άλλη, η επιστράτευση κάθε δόλιου και αντιδραστικού, ακόμη και λούμπεν στοιχείου εναντίον της λόγιας (και όχι δημοτικής) μετάφρασης του «Συμποσίου» του Πλάτωνος από τον Συκουτρή. Ξεσηκώθηκαν ακόμη και τα σωματεία των εκδορέων Πατρών και των πεταλωτήδων κατηγορώντας όχι βέβαια τον μεταφραστή αλλά ουσιαστικά τον Πλάτωνα για διαστροφές και ομόφυλη προπαγάνδα!

Ελπίζω να μην είναι επιταγή των ευρωπαϊκών κέντρων και των θεσμών η απόσυρση της «Αντιγόνης» και του «Επιταφίου» από την ελληνική εκπαίδευση (προσοχή, του περιεχομένου, διότι θα μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει τη διδασκαλία τους από μετάφραση, ούτε από μετάφραση)! Διότι αν επιστρέψει κανείς στο κείμενο του Σοφοκλή θα διαπιστώσει πως τα επιχειρήματα του Κρέοντος είναι ο θεμέλιος λίθος του κράτους δικαίου, όπως το οικοδόμησε η κεντροευρωπαϊκή πολιτική και τώρα το υπερασπίζεται ακόμη και στην ελληνική συγκυρία ο κύριος Σόιμπλε.

Η Αντιγόνη όντως είναι αναρχίζουσα προσωπικότητα, απρόβλεπτη και οι αρχές της έχουν να κάνουν με ρίζες βαθιές στο συναίσθημα και στην παράδοση αιώνων.

Αλλά η Αντιγόνη ενέπνευσε συνειδητά ή παραδοσιακά και υπόγεια τον Λεωνίδα, τις Θερμοπύλες, τον Παπαφλέσσα στο Μανιάκι, τους Μεσολογγίτες στην έξοδο, τους μαχητές στο Ρούπελ, τον Διάκο στην Αλαμάνα, τον Νικηφόρο Ουρανό στον Σπερχειό, τους καλόγερους στο Μεσολόγγι και στην Κρήτη που τινάχτηκαν στον αέρα μετά των αλλοφύλων και μια δράκα παιδιών στο Πολυτεχνείο.

Θυμηθείτε το τανκ στα προπύλαια και τους άοπλους φοιτητές στα κάγκελα, ε, παίζαν ξανά και ξανά την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή, δηλαδή την τρέλα της ελευθερίας.

Ποιος ορθολογιστής του κράτους δικαίου θα έπιανε το Κούγκι, τα στενά των Θερμοπυλών αν δεν τον συντάρασσε η τρέλα της ελευθερίας;

Δεν φοβάμαι, δεν ελπίζω τίποτα, είμαι ελεύθερος, φώναζε ο Καζαντζάκης και τον προπηλάκιζαν οι ουτιδανοί.

Τι τραγικός εν τέλει λαός, κάθε φορά αυτοπροσδιοριζόμαστε. Ανεβάζουμε στην πολιτική σκηνή την «Αντιγόνη», τον «Προμηθέα», την «Ορέστεια» και τις «Βάκχες». Και δεν συνηθίσαμε ακόμη πως αυτή είναι η ιστορική μας προίκα. Αν τώρα κάποιοι αποφάσισαν να ξεπουλήσουν τα τραγικά μας τιμαλφή και να μας κάνουν νοικοκύρηδες, θα αποδειχθούν αδιάβαστοι γιατί, όπως το διακήρυξε ο Εγγονόπουλος (διαβάστε ποιητές, ρε!) «εδώ είναι Μπαλκάνια, δεν είναι παίξε γέλασε».

Μιλάει το Αρκάδι.

Θέλουν να μας κάνουν να πιστέψουμε πως το μόνο που διδάσκει η Ιστορία είναι πως δεν διδάσκει τίποτα;