Η Γιέτη Λεβή ήταν από τους ελάχιστους Εβραίους των Ιωαννίνων που γλίτωσαν από το Ολοκαύτωμα. Κρυμμένη κάπου κοντά στην Αθήνα, επέζησε από τους διωγμούς των Γερμανών. Μετά το τέλος του πολέμου, επισκέφθηκε την πόλη όπου μεγάλωσε. Ηξερε ήδη ότι τα μέλη της οικογένειάς της δεν επρόκειτο ποτέ να επιστρέψουν. Τι είχε απογίνει όμως το παλιό αρχοντικό τους; Το επιβλητικό τριώροφο του 19ου αιώνα είχε λεηλατηθεί και καεί· μόνο η πρόσοψη έστεκε. Η Γιέτη Λεβή ήταν απαρηγόρητη. Τίποτα δεν είχε μείνει για να της θυμίζει τους συγγενείς και τους φίλους της. Συντετριμμένη, με τον άνδρα της πλάι της, πήρε τον δρόμο για το ξενοδοχείο της. Στην κεντρική πλατεία το ζεύγος έπεσε πάνω σε έναν νεαρό μικροπωλητή. «Ενα φράγκο το πανόραμα!» διαλαλούσε. Ο νεαρός προσκαλούσε τους περαστικούς να δουν, μέσα από ένα μεγάλο ξύλινο κουτί, μια σειρά από γυάλινες φωτογραφικές πλάκες. Σκύβουν και τι να δουν; Μια παρέλαση στιγμιοτύπων από τη ζωή του θείου της Γιέτης και της οικογένειας Λεβή των Ιωαννίνων, καθώς και εικόνων της ίδιας, όταν ήταν παιδί. Ο προβολέας που είχε ο μικροπωλητής και οι πλάκες προέρχονταν από το λεηλατημένο σπίτι· ήταν η φωτογραφική συλλογή του θείου της Νισήμ, που γεννήθηκε στα Ιωάννινα το 1875, για να βρει τον θάνατο στο Αουσβιτς.

Ο γιος της Γιέτης, Ραφαήλ Μωυσής, και ο εγγονός της, Αλέξανδρος, ανέλαβαν να βάλουν σε τάξη το φωτογραφικό υλικό που είδε για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας πριν από λίγο καιρό από τις εκδόσεις Καπόν. Ο γιατρός Νισήμ Δ. Λεβής ήταν ένας εύπορος αστός της εποχής. Μαζί με τον αδελφό του σπούδασε στη Γαλλία, μα, σε αντίθεση με εκείνον που έμεινε στο Παρίσι, ο ίδιος επέλεξε να επιστρέψει στα Ιωάννινα. Πολυταξιδεμένος, δημοφιλής, με χόμπι τα αυτοκίνητα και τη φωτογραφία, δεν θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί ότι τα «κλικ» του αυτά θα βοηθούσαν κάποτε τους απογόνους του να ανασυστήσουν την ιστορία της οικογένειας που αφανίστηκε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ούτε ότι η απαθανάτιση των συνηθειών, των συναντήσεων και των ταξιδιών της οικογένειας θα αποτελούσε κάποτε τεκμήριο της αστικής αύρας που απέπνεε η πόλη από τα τελευταία χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας έως το 1930. Και πως θα επρόκειτο για μοναδική καταγραφή της καθημερινής ζωής χριστιανών, μουσουλμάνων και εβραίων Ιωαννιτών, μα και σημαντικών ιστορικών γεγονότων που σχετίζονταν με την πόλη.

Δύσκολο το έργο των Ραφαήλ και Αλέξανδρου Μωυσή. Περίπου πεντακόσιες εικόνες απεικόνιζαν τοπία και ανθρώπους που είχαν φύγει από τη ζωή χωρίς άλλες λεπτομέρειες πέρα από μια χειρόγραφη λίστα του ίδιου του Νισήμ Λεβή. Κι όμως τα κατάφεραν, αναγνωρίζοντας πρόσωπα, γεωγραφικά στοιχεία, τοπικές ιδιαιτερότητες, προσδιορίζοντας τις χρονολογίες από γεγονότα (π.χ. η σκεπή του τζαμιού Μπαϊρακλί καταστράφηκε το 1912, οπότε αν διακρινόταν σε κάποια φωτογραφία, η λήψη είχε γίνει νωρίτερα), από τα ρούχα (το φέσι, το μήκος των φορεμάτων κ.ά.).

Στην τελευταία εικόνα του λευκώματος, οικογένειες Εβραίων των Ιωαννίνων φορτώνονται σε φορτηγά. Είναι 25 Μαρτίου 1944. Τη φωτογραφία δεν την τράβηξε ο γιατρός Νισήμ Λεβής. Στα 69 του, ήταν ένας από τους ανθρώπους που εκτοπίστηκαν εκείνη την ημέρα και δολοφονήθηκαν λίγες ημέρες αργότερα στο Αουσβιτς. Το σωσμένο από θαύμα «πανόραμά» του κλείνει μέσα του μια ολόκληρη εποχή.
Εμπιστοσύνη

Η Ιστορία θα τρέξει πάλι μπροστά

«Το αστικό καθεστώς: Το 1920, όταν πια η οθωμανική και οι άλλες αυτοκρατορίες αποτελούσαν παρελθόν, ο μπολσεβικισμός της Αριστεράς και ο φασισμός της Δεξιάς απείλησαν τα θεμέλια της αστικής τάξης. Μέχρι τότε είχε καταφέρει να διασωθεί από τις τρικυμίες επαναστάσεων, συνταγματικών αναταραχών και πολέμων, με την εμπιστοσύνη ότι η Ιστορία θα τρέξει πάλι μπροστά και θα επιτελέσει για άλλη μια φορά το ιερό της χρέος, να συμφιλιώσει δηλαδή τον άνθρωπο με κάθε εκσυγχρονισμό διά μέσου της εφαρμογής των λατρεμένων αξιών της. Ο φακός του Νισήμ καταγράφει πολλές στιγμές που μεταφέρουν αυτήν ακριβώς την εμπιστοσύνη».

Απόσπασμα από τον πρόλογο του καθηγητή Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια Μαρκ Μαζάουερ

Αλέξανδρος Μωυσής

Το πανόραμα του Νισήμ Λεβή

1898-1944

Οι στερεοσκοπικές φωτογραφίες και τα ταξίδια ενός γιαννιώτη γιατρού

Εκδ. Καπόν, 2016, σελ. 240

Τιμή: 50 ευρώ