Η δημοσιογραφία είναι ένα μυστήριο λουλούδι. Ανθίζει εκεί που δεν το περιμένεις. Αψηφώντας τις αντίξοες συνθήκες, τα χιόνια, το κρύο, τον δαιμονισμένο αέρα, αυτό αποκαλύπτεται παρουσιάζοντας τον καλύτερό του εαυτό. Σαν τον ανθό της αμυγδαλιάς, μέρες που είναι. Προκλητικό απέναντι στις συνθήκες, την ίδια τη φύση. Τα ομορφότερα λουλούδια της δημοσιογραφίας άνθισαν σε χαλεπούς καιρούς. Σε πολέμους, φτώχειες, ξεριζωμούς. Σε δικτατορίες και κυνηγητά.
Στην Αμερική του Μακάρθι, του πολέμου του Βιετνάμ και του Γουότεργκεϊτ η δημοσιογραφία έμοιαζε με εντελβάις σε χιονισμένη πλαγιά των Αλπεων.
Οι ανταποκρίσεις του Ντέιβιντ Χάλμπερσταμ το 1963 που αποκάλυπταν μέσα από τις σελίδες των «Νιου Γιορκ Τάιμς» τις φρικαλεότητες του πολέμου του Βιετνάμ, είχαν εκνευρίσει τόσο πολύ τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ Τζον Κένεντι, ώστε δεν δίστασε να σηκώσει το τηλέφωνο και να ζητήσει από τον εκδότη Αρθουρ Οχς Σούλτσμπεργκερ να τον αποσύρει από την περιοχή. «Η δουλειά των δημοσιογράφων στο Βιετνάμ ήταν να μεταδίδουν τα γεγονότα είτε ήταν καλά για την Αμερική είτε όχι» έγραψε ο Χάλμπερσταμ δύο χρόνια αργότερα.
Η σφαγή στο χωριό Μι Λάι, στο Νότιο Βιετνάμ από αμερικανούς στρατιώτες δεν θα γινόταν ποτέ γνωστή αν δεν την αποκάλυπτε ο δημοσιογράφος Σέιμουρ Χερς μέσω ενός μικρού πρακτορείου ειδήσεων, του Dispatch.
Υπήρχαν όμως και δικαστές που σήκωσαν ανάστημα, όπως συμβαίνει τώρα απέναντι στα διατάγματα της μισαλλοδοξίας του Ντόναλντ Τραμπ.
Το 1971 το περιβάλλον του τότε προέδρου των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον είχε δώσει εντολή να μη δημοσιεύουν οι εφημερίδες τα περίφημα «Εγγραφα του Πενταγώνου» που αποκάλυπταν τα πραγματικά αίτια του πολέμου στο Βιετνάμ. Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε τους ισχυρούς του Λευκού Οίκου και αποφάσισε υπέρ του Τύπου.
Αυτό το μυστήριο λουλούδι άνθισε ξανά με τη βοήθεια των Γούντγουορντ και Μπερνστάιν στο περίφημο σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ που οδήγησε τον Νίξον στην παραίτηση.
Στη δημοσιογραφία ποτέ δεν άρεσαν οι ηλιόλουστες μέρες.