Την προηγούμενη Κυριακή το μεσημέρι ο Ευκλείδης Τσακαλώτος που βρισκόταν στο υπόγειο κεντρικού ξενοδοχείου για τις ανάγκες της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ πετάγεται φουριόζος από την αίθουσα με το κινητό του ανοιχτό κι ακούγεται να λέει στον συνομιλητή του να περιμένει για να μεταφερθεί σε άλλον χώρο. Λίγο αργότερα επιστρέφει και κατευθύνεται αμέσως προς τη μεριά όπου κάθεται ο Αλέξης Τσίπρας, τον οποίο και ενημερώνει (προφανώς) για το τηλεφώνημα που είχε προηγηθεί.
Οι πληροφορίες επιμένουν ότι στην άλλη άκρη της γραμμής βρισκόταν ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος, όπως όλα δείχνουν, κάλεσε τον έλληνα υπουργό Οικονομικών λίγες ώρες μετά την παρότρυνση Τσίπρα προς Μέρκελ να μαζέψει τον «πυρομανή» υπουργό της.
Αυτό ήταν ένα μόνο από τα δεκάδες τηλεφωνήματα που έχει κάνει ο Ευκλείδης Τσακαλώτος μέσα στην εβδομάδα με ευρωπαίους αξιωματούχους. Με τους Γερούν Ντεϊσελμπλούμ και Πιερ Μοσκοβισί φαίνεται πως επικοινωνεί σε καθημερινή βάση. Ομοίως έχει επαφές και με τον επικεφαλής του EuroWorking Group Τόμας Βίζερ, ο οποίος δεν αποκλείεται πριν από το Eurogroup της Δευτέρας να αναλάβει πρωτοβουλία ώστε να φέρει κοντά όλα τα εμπλεκόμενα μέρη για να υπάρξει προσέγγιση στα θέματα της συμφωνίας. Διαρκή επικοινωνία με κορυφαίους ευρωπαϊκούς παράγοντες έχει όλο αυτό το διάστημα που τυπικά έχει παγώσει ο χρόνος της διαπραγμάτευσης και ο Αλέξης Τσίπρας.
«ΚΛΕΙΝΟΥΜΕ…». Γενικώς το Μαξίμου στη διάρκεια όλης της εβδομάδας μεταφέρει για τη διαπραγμάτευση με τους δανειστές το κλίμα πως «κλείνουμε». Κλίμα που προσπάθησε άλλωστε να περάσει δύο φορές ο κυβερνητικός εκπρόσωπος στα καθιερωμένα briefings των πολιτικών συντακτών.
Ανώτερος κυβερνητικός παράγοντας περιέγραφε την κατάσταση όπως έχει διαμορφωθεί λίγες ώρες πριν από τη νέα κρίσιμη συνεδρίαση του Eurogroup κάπως έτσι: «Τα πράγματα είναι ήσυχα. Αν είναι ήρεμα λίγο πριν από την καταιγίδα ή πριν από ένα αποφασιστικό βήμα μπροστά, αυτό θα το δούμε».
Πάντως το γεγονός και μόνο πως ο Πιερ Μοσκοβισί έκανε ένα πέρασμα από το Μαξίμου και το υπουργείο Οικονομικών λίγες ημέρες πριν από το επόμενο κρας τεστ για τη συμφωνία αξιολογείται από την κυβέρνηση ως προς τη σημειολογία του τουλάχιστον αρκούντως θετικό.
Τι περιμένει λοιπόν ο Αλέξης Τσίπρας τη Δευτέρα; Να συμφωνηθούν εκείνοι οι κεντρικοί άξονες της συμφωνίας που θα οδηγήσουν στην επιστροφή της τρόικας στην Αθήνα, στην τεχνική επεξεργασία του πακέτου και αμέσως μετά στην ψήφιση των μέτρων εκείνων που θα επιβεβαιώσουν την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης.
Τις τελευταίες ημέρες έχει γίνει σαφές ότι το Μαξίμου για να υλοποιήσει την απόφασή του να ολοκληρώσει τη συμφωνία έχει αποφασίσει να προβεί σε εκείνες τις υποχωρήσεις που θα ικανοποιήσουν τους δανειστές και πρωτίστως το ΔΝΤ. Η ρητορική κυβερνητικών στελεχών τις τελευταίες ώρες δείχνει πως η κυβέρνηση έχει αποδεχτεί (μερικώς) τις αξιώσεις του Ταμείου «θέλουμε να συμφωνήσουν όλοι οι εμπλεκόμενοι θεσμοί», εξασφαλίζοντας συγχρόνως μια «υπερασπίσιμη και κοινωνικά βιώσιμη συμφωνία».
ΙΣΟΔΥΝΑΜΑ ΜΕΤΡΑ. Μια συμφωνία για την οποία η κυβέρνηση δίνει παρασκηνιακά μάχη για να περιλαμβάνει ισοδύναμα μέτρα που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο θα διασφαλίσουν την πολυπόθητη δημοσιονομική ισορροπία. Ο υπερτονισμός της φράσης «αυτή η κυβέρνηση δεν θα λάβει ούτε ένα ευρώ μέτρα λιτότητας» μόνο τυχαία δεν είναι. Το οικονομικό επιτελείο στη διάρκεια της εβδομάδας έχει παρουσιάσει δεκάδες εναλλακτικά σενάρια προς τους δανειστές για μέτρα και ρυθμίσεις που θα μπορούσαν να συμπεριληφθούν στη συνολική συμφωνία και τα οποία θα καθιστούσαν το βαρύ πακέτο λιγότερο επώδυνο προς την κοινωνία.
Η προσπάθεια λοιπόν της κυβέρνησης αποσκοπεί στο να αποδεχτούν οι θεσμοί την προοπτική να έχει το κράτος να δίνει κοινωνικές παροχές από τις υπεραποδόσεις σε αδύναμες ομάδες, χωρίς αυτές να χαρακτηρίζονται ως μονομερείς ενέργειες. Κάτι που έγινε άλλωστε τον προηγούμενο Δεκέμβριο με τη χορήγηση της έκτακτης 13ης σύνταξης προκαλώντας αναστάτωση μεταξύ των θεσμών και προσωρινό πάγωμα της εφαρμογής των βραχυπρόθεσμων μέτρων για το χρέος. Αυτό θα είναι ίσως ένα από τα θετικά μέτρα για τα οποία μίλησε και ο υπουργός Οικονομικών. Εκ παραλλήλου έχουν διατυπωθεί προτάσεις για τη μείωση των συντελεστών φορολογίας ή των συντελεστών του ΦΠΑ, μέτρα που σύμφωνα με την κυβέρνηση θα ανακούφιζαν τους πολίτες και θα έδιναν και νέα ώθηση στην αγορά.
Κάπως έτσι το Μαξίμου πιστεύει ότι μπορεί να αμπαλάρει τη νέα συμφωνία για τη δεύτερη αξιολόγηση και την περίοδο μετά τη λήξη του προγράμματος το 2018, φτιάχνοντας ένα πακέτο πιο «ελκυστικό» και για τους βουλευτές της κυβερνητικής πλειοψηφίας και για την κοινωνία.
Διότι, όπως φαίνεται, η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να συναινέσει στη μείωση του αφορολογήτου και στην περικοπή των δαπανών για το Συνταξιοδοτικό από το ΑΕΠ για την περίοδο μετά το 2021. Μέτρα που δύσκολα μπορούν να χωνευτούν.
ΜΑΧΑΙΡΙ ΣΤΙΣ ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ. Ειδικά αυτό που αφορά την πιθανότητα να υπάρξουν και νέες περικοπές στις συντάξεις. Κυβερνητικά στελέχη παραδέχονται σήμερα πως όταν ψηφιζόταν το Ασφαλιστικό ήταν λάθος η λογική που υιοθετήθηκε πως θα έπρεπε να προστατευτούν οι κύριες συντάξεις συνολικά. Κάπως έτσι χάθηκε το ΕΚΑΣ για δεκάδες χιλιάδες χαμηλοσυνταξιούχους και έμειναν άθιχτες υψηλής κλίμακας συντάξεις που θα μπορούσαν να είχαν περικοπεί. Ενδεχομένως λοιπόν οι προτάσεις της κυβέρνησης προς τους δανειστές για το Συνταξιοδοτικό να στρέφονται κυρίως προς την κατεύθυνση των λεγόμενων υψηλών συντάξεων, εάν και εφόσον χρειαστούν περαιτέρω περικοπές.
Ολα αυτά βεβαίως υπάρχουν σήμερα απλώς ως σενάρια. Το καλό σενάριο για την κυβέρνηση συνδέεται με την επιβεβαίωση από πλευράς του Eurogroup της επίτευξης σημαντικής προόδου στη διαπραγμάτευση και της συμφωνίας πάνω στους κεντρικούς άξονές της. Εάν αυτό συμβεί, η κυβέρνηση θα πάρει θεωρητικά μεγάλη ανάσα και θα μπορεί να προσβλέπει σε μια σταδιακή ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας που θα βοηθήσει εκ των πραγμάτων και στην εφαρμογή του οδικού χάρτη που έχει περιγράψει ο Πρωθυπουργός. Κάποιοι δε εικάζουν ότι τη Δευτέρα το βράδυ μπορεί να υπάρξει και πρωθυπουργική δήλωση –εν είδει διαγγέλματος –για την ασφαλή στροφή που θα πάρει η χώρα.
Η ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΧΑΛΑΡΩΣΗ. Κυβερνητικές πηγές εξακολουθούν ακόμη και τώρα να πιστεύουν ότι ο στόχος της ένταξης της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης δεν έχει χαθεί. Ομως τα περιθώρια έχουν περιοριστεί και ο χρόνος πιέζει ασφυκτικά. Εάν τη Δευτέρα καταγραφεί πρόοδος για τη συμφωνία, θα πρέπει τις επόμενες ημέρες όλα να γίνουν τάχιστα (τεχνικά κλιμάκια, τεχνικό κλείσιμο αξιολόγησης, ψηφοφορίες, νέο Eurogroup) και με χειρουργική ακρίβεια ούτως ώστε το ΔΣ της ΕΚΤ στις 9 Μαρτίου να ανάψει το πράσινο φως για το QE.
Από την άλλη, πάντως, κυβερνητικά στελέχη φροντίζουν να επισημαίνουν ότι η μη ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση τον Μάρτιο δεν θα σήμαινε και την καταστροφή της χώρας. «Θα μπορούμε να περιμένουμε τον Απρίλιο» λένε αρμόδιες πηγές επιχειρώντας να αποφορτίσουν την ένταση της συζήτησης για το QE. Παρ’ όλα αυτά, ουδείς από την κυβέρνηση αμφισβητεί σήμερα τη σημασία της ποσοτικής χαλάρωσης ως του πιο ισχυρού κρίκου στην αλυσίδα που θα μπορούσε να εξασφαλίσει την έξοδο της χώρας στις αγορές. Μάλιστα, ο αρχικός σχεδιασμός της κυβέρνησης ήταν τον Μάιο να γίνει και προγραμματισμός για την έκδοση ομολόγου ώστε τον Αύγουστο να βγει η χώρα δοκιμαστικά στις αγορές. Εξού και η πρόσφατη συνάντηση Τσίπρα στο Παρίσι με τη Rothschild, προκειμένου, όπως είπε ο ίδιος, «η χώρα να βγει με καλό επιτόκιο στις αγορές».
ΓΚΡΙΝΙΑΖΟΥΝ ΑΛΛΑ ΨΗΦΙΖΟΥΝ. Ολα αυτά θα αποτελούν συζήτηση περί διαγραμμάτων εάν η συμφωνία δεν επικυρωθεί από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Ομως το Μαξίμου θεωρεί ότι η Κοινοβουλευτική Ομάδα είναι συμπαγής. Υπάρχουν βουλευτές που διαπιστωμένα γκρινιάζουν, εκτιμάται όμως ότι ουδείς θα «κρεμάσει» την κυβέρνηση μην ψηφίζοντας. Δηλώσεις του τύπου πως «πρέπει να ποινικοποιηθεί η καθυστέρηση της αξιολόγησης» λειτουργούν συσπειρωτικά για την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ που βλέπει στη λέξη «ποινικοποίηση» μια συνολικότερη διάθεση της ΝΔ να λειτουργήσει εκδικητικά και τιμωρητικά απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ εάν καταφέρει να έλθει στην εξουσία. Ο Αλέξης Τσίπρας επιτέθηκε χθες στον Κυριάκο Μητσοτάκη για την «εκ του ασφαλούς πολιτική ανευθυνότητας για τον τόπο», κάτι που, όπως είπε, εκφράζεται και με το αίτημα για εκλογές και με τις κατηγορίες για καθυστέρηση της αξιολόγησης αλλά και με την ταυτόχρονη αξίωση για άρον άρον κλείσιμο της αξιολόγησης. Τον προκάλεσε, τέλος, να καταθέσει πρόταση μομφής εναντίον της κυβέρνησης για να δει «πόσο αρραγείς είμαστε».