Με τρεις τρόπους επέρχεται η σημαντική μείωση των νέων συντάξεων (για όσους έχουν υποβάλει αίτηση από τον Μάιο του 2016 και εφεξής) η οποία φθάνει και το 30%.
Με το νέο καθεστώς που επέφερε ο νόμος Κατρούγκαλου, όσοι αποχωρούν από τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα θα λάβουν ως κύρια σύνταξη το άθροισμα δύο ποσών. Της εθνικής σύνταξης, η οποία όμως θα καταβάλλεται με αυστηρές προϋποθέσεις, και της ανταποδοτικής σύνταξης, που θα υπολογίζεται με βάση τον μέσο όρο των αποδοχών από το 2002 και μετά, αλλά και με νέους χαμηλότερους συντελεστές αναπλήρωσης. Πάντως, μέχρι τώρα είναι σε εκκρεμότητα περίπου 100.000 αιτήσεις για συνταξιοδότηση με βάση τον νέο νόμο. Κι αυτό γιατί ο ΕΦΚΑ δεν είναι σε θέση να υπολογίσει τα ποσά για όσους έχουν υποβάλει αιτήσεις συνταξιοδότησης από 13/5/2016 και μετά, αφού δεν έχει προσδιοριστεί ακόμα από την Ελληνική Στατιστική Αρχή η «ετήσια μεταβολή μισθών».
Ετσι, για να πάρει πλέον ένας ασφαλισμένος πλήρη εθνική σύνταξη θα πρέπει να είναι 67 ετών, λαμβάνοντας:
α) Με 20 χρόνια ασφάλισης (ή 6.000 ΗΑ), σύνταξη 384 ευρώ.
β) Με 15 χρόνια ασφάλισης (ή 4.500 ΗΑ), σύνταξη 346 ευρώ.
Επίσης, για να δικαιούται κάποιος εθνική σύνταξη μειωμένη λόγω γήρατος θα πρέπει να έχει τις παρακάτω προϋποθέσεις:
α) Με 20 χρόνια ασφάλισης, σύνταξη 268 ευρώ στα 62.
β) Με 15 χρόνια ασφάλισης, σύνταξη 241 ευρώ στα 62.
Εξάλλου, μειωμένα είναι και τα ποσά για την καταβολή εθνικής σύνταξης και στις συντάξεις λόγω αναπηρίας. Ετσι τα ποσοστά αναπηρίας, για τα οποία προβλέπονται μειώσεις στο ποσό της εθνικής σύνταξης για τους συνταξιούχους οι οποίοι θα λάβουν σύνταξη λόγω αναπηρίας και δεν πληρούν τις προϋποθέσεις άμεσης καταβολής της σύνταξης, ορίζονται ως ακολούθως: α) Από 67% έως και 79,99% χορηγείται το 75% της εθνικής σύνταξης και β) από 50% έως και 66,99% χορηγείται το 50% της εθνικής σύνταξης. Σε περίπτωση νέας κρίσης από τις αρμόδιες υγειονομικές επιτροπές, το ύψος της εθνικής σύνταξης αναπροσαρμόζεται, σύμφωνα με τα ανωτέρω και βάσει του νέου ποσοστού αναπηρίας.
ΑΝΑΛΟΓΙΚΗ ΣΥΝΤΑΞΗ: Το αναλογικό (ανταποδοτικό) τμήμα της νέας σύνταξης θα υπολογίζεται με τέτοιο τρόπο ώστε η τελική σύνταξη να είναι μειωμένη για όσους συνταξιοδοτηθούν (σε όλα τα ασφαλιστικά ταμεία) μετά τον Μάιο του 2016 από 15% έως 30%. Η μείωση επέρχεται και λόγω της νέας μείωσης των ποσοστών αναπλήρωσης στο 40,7% στα 40 χρόνια ασφάλισης έναντι του 60% που προβλεπόταν στους νόμους Λοβέρδου και 70% στον προηγούμενο νόμο Ρέππα αλλά και λόγω υπολογισμού των συντάξιμων αποδοχών σε όλο τον εργασιακό βίο, αντί των 5 καλύτερων από την τελευταία 10ετία που ίσχυε στο ΙΚΑ, του τελευταίου μισθού που ίσχυε στις ΔΕΚΟ και τις τράπεζες και του μισθού του Οκτωβρίου του 2011 που ίσχυε για τους δημόσιους υπαλλήλους.
Οσοι συνταξιοδοτηθούν το 2017 θα πάρουν οριστική με τον μέσο όρο αποδοχών από το 2002 ώς το 2017 (16 έτη) κ.ο.κ.
Επίσης, για τον υπολογισμό των νέων συντάξεων αλλά και για τον επανυπολογισμό των καταβαλλομένων απαιτείται και ο συντελεστής αναπροσαρμογής των μισθών από το 2002 και μετά, ο οποίος αποτελεί σημαντική παράμετρο (προστατεύει τις συντάξεις από περαιτέρω μείωση). Ομως η Ελληνική Στατιστική Αρχή ακόμα αναζητεί τον μαθηματικό τύπο, αφήνοντας να ζουν με ψίχουλα χιλιάδες συνταξιούχοι. Αν αυτός ο δείκτης προκύψει αρνητικός, τότε αναμένεται η μείωση στις κύριες συντάξεις να είναι μεγαλύτερη από το 30% το οποίο προκύπτει από τους δύο άλλους παράγοντες υπολογισμού τους, δηλαδή τα ποσοστά αναπλήρωσης και τις μέσες μηνιαίες αποδοχές κάθε ασφαλισμένου.