Οι πιο χαοτικές συζητήσεις είναι αυτές που δεν έχουν αντικείμενο. Και από αυτή τη συζήτηση που ξεκίνησε εδώ από το βράδυ της Δευτέρας λείπει αυτό ακριβώς: το αντικείμενο. Η κυβέρνηση πανηγυρίζει για μια συμφωνία που δεν υπάρχει και η αντιπολίτευση καταγγέλλει μέτρα χωρίς να ξέρει ποια είναι. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχει παραχθεί πολιτικό γεγονός. Είναι όμως εξαιρετικά αμφίβολο ότι το πολιτικό γεγονός θα έχει οικονομικό αποτέλεσμα, εάν και πότε δηλαδή κλείσει η αξιολόγηση.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η συζήτηση στερείται αντικειμένου. Είναι η μέθοδος της «κουβέντας να γίνεται» που επιστρατεύεται εδώ και επτά χρόνια ως επικάλυψη της αδράνειας του πολιτικού συστήματος –ή μάλλον μιας δραστηριότητας που εξαντλείται στα τηλεοπτικά παράθυρα: στο ιδανικό περιβάλλον για να τσακιστεί η κοινή λογική στα βράχια της αντιστροφής της πραγματικότητας και των εναλλακτικών γεγονότων. Εκεί θα δώσουν οι υπουργοί και οι κυβερνητικοί βουλευτές την πιο σκληρή μάχη, εκεί θα πωληθούν ως παροχές οι παραχωρήσεις που θα συμφωνηθούν με τους θεσμούς στο Χίλτον. Εκεί και στα non papers.
Μόνο που αυτό δεν είναι ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος, όπως τα μέτρα που θα λάβει η κυβέρνηση και τα αντίμετρα που λέει ότι θα πάρει για να ισοφαρίσει τη ζημιά. Εχει νικητές και χαμένους. Αν όμως η κυβέρνηση υποτίθεται ότι κερδίζει πολιτικό χρόνο και κάνει το αίτημα των πρόωρων εκλογών να ακούγεται σαν σύντομο ανέκδοτο, η οικονομία χάνει πολύτιμο αίμα και συσσωρεύει χαμένες θέσεις εργασίας. Γιατί οι συζητήσεις έχουν κόστος. Και ακόμη περισσότερο κοστίζουν εκείνες που δεν έχουν αντικείμενο –κυρίως γι’ αυτούς που βομβαρδίζονται ως βουβοί θεατές.