Καμπανάκι χτυπά η Τράπεζα της Ελλάδος για το υψηλό υπόλοιπο που συνεχίζουν να εμφανίζουν τα κόκκινα δάνεια επιχειρήσεων και νοικοκυριών.
Κατά την παρουσίαση της Εκθεσης του Διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος, ο Γιάννης Στουρνάρας τόνισε ότι παραμένει σημαντική πηγή κινδύνου για την ευστάθεια του εγχώριου χρηματοπιστωτικού συστήματος και τροχοπέδη, σε συνδυασμό με τη συρρίκνωση της καταθετικής βάσης, για τη χρηματοδότηση της οικονομίας. Μάλιστα το συσσωρευμένο υπόλοιπο των μη εξυπηρετούμενων δανείων αναδεικνύει ταυτόχρονα και τις δυσκολίες στην προσπάθεια διαχείρισής τους. Είναι ενδεικτικό ότι περίπου το 50% των δανείων με καθυστέρηση άνω των 90 ημερών, εξαιρουμένων των καταγγελμένων απαιτήσεων, αφορά περιπτώσεις με καθυστέρηση μεγαλύτερη των δύο ετών. Επιπλέον, και σημαντικό ποσοστό των δανείων που είχαν τεθεί σε καθεστώς ρύθμισης εμφανίζει εκ νέου καθυστέρηση κάνοντας δυσκολότερες τις συνθήκες διαχείρισης των δανείων, όπως αναφέρεται στην Εκθεση του Διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος.
Ειδικότερα, ο λόγος των δανείων σε καθυστέρηση προς το σύνολο των δανείων στο τέλος Σεπτεμβρίου 2016 διαμορφώθηκε σε 32,7% και παρέμεινε ουσιαστικά αμετάβλητος σε σχέση με τον Δεκέμβριο του 2015, ενώ ο αντίστοιχος λόγος για τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα διαμορφώθηκε σε 45,2% έναντι 44,2% τον Δεκέμβριο του 2015.
Ωστόσο, το β’ και το γ’ τρίμηνο του 2016 παρατηρήθηκε οριακή μείωση του υπολοίπου των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, με αποτέλεσμα αυτό να διαμορφωθεί πλέον σε περίπου 107,6 δισ. ευρώ.
Η βελτίωση των μεγεθών αυτών, σύμφωνα με την ΤτΕ, οφείλεται κυρίως σε διαγραφές δανείων αλλά και σε αποπληρωμές μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, στη ρευστοποίηση εξασφαλίσεων και τη μείωση της καθαρής αναταξινόμησης ανοιγμάτων από τα εξυπηρετούμενα στα μη εξυπηρετούμενα.
Η ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥΣ. Αναφορικά με τη διάρθρωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, μικρή αύξηση εμφάνισαν τα δάνεια αβέβαιης είσπραξης τα οποία αποτελούν περίπου το 27,6% του συνόλου των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, ενώ δυσκολότερα ως προς τη διαχείρισή τους παραμένουν τα δάνεια των οποίων οι δανειακές συμβάσεις έχουν ήδη καταγγελθεί από τις τράπεζες και τα οποία αποτελούν περίπου το 45% των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων.
Πάντως στην κατεύθυνση της διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων θετική εξέλιξη αποτέλεσε η στροφή των τραπεζών σε λύσεις ρυθμίσεων μακροπρόθεσμου χαρακτήρα και δευτερευόντως οριστικής διευθέτησης. Οι δύο αυτές κατηγορίες αντιπροσωπεύουν πλέον μερίδιο επί του συνόλου των λύσεων 50,1% το γ’ τρίμηνο του 2016, έναντι 39,4% το δ’ τρίμηνο του 2015. Τέλος, θετικό είναι και το γεγονός ότι το ποσοστό κάλυψης των μη εξυπηρετούμενων από τις συσσωρευμένες προβλέψεις για τον πιστωτικό κίνδυνο, αν και υποχώρησε οριακά κατά τη διάρκεια του γ’ τριμήνου, παραμένει ελαφρώς χαμηλότερο του 50%, ενώ αν προστεθεί στις συσσωρευμένες προβλέψεις και η αξία των εξασφαλίσεων που έχουν ληφθεί από τις τράπεζες έναντι των εν λόγω δανείων, τότε το ποσοστό κάλυψης προσεγγίζει το 100%.
ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ. Σύμφωνα με τον διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος, η εξυγίανση των υπερχρεωμένων και βιώσιμων επιχειρήσεων μπορεί να αποτελέσει όχημα για την προσέλκυση επενδυτικών κεφαλαίων, επιτρέποντας την περαιτέρω τόνωση της επενδυτικής ζήτησης.
Οι ελληνικές τράπεζες θα πρέπει έως το τέλος του 2019 να έχουν προχωρήσει σε μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων κατά 40 δισ. ευρώ. Ομως, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός θα πρέπει να επιλυθούν οι εκκρεμότητες που αφορούν τον εξωδικαστικό συμβιβασμό, τη νομική προστασία των στελεχών των τραπεζών, δημόσιων φορέων και ειδικών εκκαθαρίσεων που εμπλέκονται σε διαδικασίες αναδιάρθρωσης εταιρικών χρεών, τη λογιστική – φορολογική αντιμετώπιση των ζημιών που θα προκύψουν από τις πωλήσεις ή διαγραφές δανείων και την καθιέρωση ηλεκτρονικού συστήματος πλειστηριασμών.