Απόλυτη ησυχία χθες το μεσημέρι στο μεγαλύτερο εργοτάξιο που συναντά κάποιος στον άξονα της Βασιλέως Κωνσταντίνου, στην Εθνική Πινακοθήκη. Κι αν η σιωπή ήταν απόλυτα δικαιολογημένη λόγω της αργίας, μήπως αυτή είναι η εικόνα που θα επικρατεί και για τους επόμενους –άγνωστο πόσους –μήνες, καθώς ο εργολάβος υπέβαλε αίτημα διάλυσης της εργολαβίας με την αιτιολογία έλλειψης αντικειμένου, όπως γράφτηκε στην «Καθημερινή»; Και μήπως το έργο της ανακαίνισης και της επέκτασης της Εθνικής Πινακοθήκης ακολουθήσει την τύχη του πολύπαθου Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, με αποτέλεσμα να προστεθεί στην Αθήνα ένα ακόμη κουφάρι; «Δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας» απαντά στο «Νσυν» η διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, η οποία επιβεβαιώνει το αίτημα της εργολήπτριας εταιρείας, το οποίο ωστόσο δεν έγινε δεκτό από το υπουργείο Πολιτισμού. «Το εργοτάξιο λειτουργεί κανονικά, καθώς υπάρχουν εργασίες στις σκάλες και στο κτίριο Α, ενώ εκτιμώ ότι τα όποια προβλήματα γραφειοκρατικής κυρίως φύσης θα έχουν λυθεί ώς το τέλος Μαρτίου» συνεχίζει.
«Πιθανόν να υπάρξει κάποια καθυστέρηση στην ολοκλήρωση του έργου, αλλά εμείς ήδη έχουμε στραμμένο το βλέμμα μας στα εγκαίνια, τα οποία θα γίνουν στα τέλη του 2019 ή τις αρχές του 2020. Την Παρασκευή μάλιστα ήρθε στην Αθήνα ο πρόεδρος και διευθυντής του Μουσείου του Λούβρου Ζαν Λικ Μαρτινέζ, ώστε να επισφραγίσουμε ότι η έκθεση με την οποία θα εγκαινιαστεί η Πινακοθήκη θα είναι ένα αφιέρωμα στο Μουσείο του Λούβρου με πολλά εξαιρετικά και σπάνια εκθέματα. Θα ακολουθήσει, δε, μια μεγάλη αναδρομική του Κωνσταντίνου Παρθένη, καθώς για τα πρώτα χρόνια σκοπός μας είναι η μία μεγάλη μας έκθεση να είναι ελληνοκεντρική και η δεύτερη η παρουσίαση της ταυτότητας ενός μεγάλου μουσείου του κόσμου από την Αμερική, την Ισπανία, την Ιταλία, έτσι ώστε και το ελληνικό κοινό να γνωρίσει τα μουσεία αυτά κι εμείς να δημιουργήσουμε ένα κλίμα συναδέλφωσης, να ανοίξουμε μια πόρτα που να μας επιτρέψει στο μέλλον να δείξουμε στους χώρους τους την ελληνική τέχνη» συνεχίζει.
Η ΔΩΡΕΑ. Για να φτάσουμε όμως ώς τα εγκαίνια, τα οποία έχουν μετακινηθεί από τις αρχικές προβλέψεις που τα ήθελαν μέσα στο 2017, στις αρχές του 2020, ποιους σκοπέλους έχει να αντιμετωπίσει η Εθνική Πινακοθήκη; Και η όλη ένταση των προηγούμενων ημερών ήταν καπνός χωρίς φωτιά; «Ολα ξεκινούν από το γεγονός ότι όταν συντάχθηκε η μελέτη επέκτασης του κτιρίου δεν υπήρχε στον ορίζοντα η δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, ύψους 13 εκατ. ευρώ, για την κατασκευή του πλανάρ. Πάγια τακτική του Ιδρύματος είναι να χρηματοδοτεί αυτόνομα τμήματα ενός έργου, όμως στην προκειμένη περίπτωση κι επειδή το έργο είναι ενταγμένο σε πρόγραμμα κοινοτικής χρηματοδότησης (ΕΣΠΑ) δεν μπορούσε να αποκοπεί το υποέργο, καθώς ένα τέτοιο ενδεχόμενο σήμαινε αυτομάτως τη σύνταξη νέας μελέτης και νέων διαγωνισμών. Για να προχωρήσει λοιπόν ο εργολάβος, πρέπει να υλοποιηθεί το τμήμα που χρηματοδοτεί το Ιδρυμα, το οποίο ύστερα από διαβουλεύσεις δέχτηκε να μην αποκοπεί το υποέργο από το σύνολο. Ωστόσο δεν προχωρά στην εκταμίευση της δωρεάς αν δεν λάβει τα εχέγγυα ότι το μουσείο θα μπορεί να λειτουργήσει. Η εμπλοκή είναι εγγενής και την περίμενα. Πριν από τρεις εβδομάδες δώσαμε γραπτά τις εγγυήσεις που ζητά το Ιδρυμα, ότι θα έχουμε δηλαδή προσωπικό, εξασφαλισμένη μεταφορά έργων, ενώ βρέθηκαν και τα 5 εκατ. ευρώ για την εφαρμογή της μουσειογραφικής μελέτης από την Περιφέρεια Αττικής, οπότε δεν θα έχουμε άλλες καθυστερήσεις. Σε καμία περίπτωση όμως δεν υπήρξε ολιγωρία» καταλήγει η Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα.