Αθήνα, 28 Φεβρουαρίου 2017 –Η Novartis ανακοίνωσε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε το everolimus με τη μορφή διασπειρόμενων δισκίων ως επικουρική θεραπεία για ασθενείς ηλικίας 2 ετών και άνω, των οποίων η ανθεκτική στη θεραπεία εστιακή επιληψία, με ή χωρίς δευτεροπαθή γενίκευση, συνδέεται με το σύνδρομο οζώδους σκλήρυνσης (ΣΟΣ). Το everolimus είναι πλέον η πρώτη εγκεκριμένη φαρμακευτική αγωγή στο σύνολο των 28 κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), μαζί με την Ισλανδία και τη Νορβηγία, για την αντιμετώπιση της ανθεκτικής στη θεραπεία εστιακής επιληψίας που συνδέεται με το ΣΟΣ.
«Με την πρόσφατη έγκριση του everolimus στην ΕΕ, ασθενείς με ΣΟΣ που πάσχουν από ανθεκτική στη θεραπεία εστιακή επιληψία –μία από τις πιο επιβαρυντικές εκδηλώσεις του ΣΟΣ– έχουν πλέον μια νέα θεραπευτική επιλογή, προκειμένου να αντιμετωπισθεί μια κρίσιμη ανάγκη που μέχρι πρότινος δεν είχε καλυφθεί», ανέφερε ο CEO της Novartis Oncology, Bruno Strigini. «Πρόκειται για μια ευχάριστη εξέλιξη και ένα σημαντικό ορόσημο στην συνεχιζόμενή δέσμευση μας για τη βελτίωση της περίθαλψης αυτών των ασθενών».
Η έγκριση του everolimus από την ΕΕ βασίστηκε σε δεδομένα ασφάλειας και αποτελεσματικότητας από μια βασική Μελέτη Φάσης ΙΙΙ (EXIST-3), η οποία έδειξε ότι, όταν χρησιμοποιείται ως επικουρική θεραπεία, το everolimus μειώνει σημαντικά τη συχνότητα των κρίσεων της ανθεκτικής στη θεραπεία εστιακής επιληψίας που συσχετίζεται με το ΣΟΣ, σε σύγκριση με εικονικό φάρμακο. Αξιολογήθηκαν η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια έκθεσης σε δύο συγκεντρώσεις everolimus, 3-7 ng/mL (χαμηλή έκθεση) και 9-15 ng/mL (υψηλή έκθεση). Σε όλους τους ασθενείς της μελέτης, χορηγούνταν παράλληλα ένα ως τρία αντί-επιληπτικά φάρμακα (ΑΕΦ) κατά τη διάρκεια της βασικής φάσης των δεκαοκτώ εβδομάδων. Ο νεότερος ασθενής ο οποίος είχε εγγραφεί στη μελέτη ήταν δύο ετών. Το ποσοστό ανταπόκρισης ως προς τις επιληπτικές κρίσεις (≥50% μείωση) ήταν σημαντικά υψηλότερο με τη χαμηλή έκθεση (ΧΕ) σε everolimus (28,2%, διάστημα εμπιστοσύνης 95% 20,3-37,3, p= 0,008) και με την υψηλή έκθεση (ΥΕ) σε everolimus (40,0%, διάστημα εμπιστοσύνης 95% 31,5-49,0, p<0.001) έναντι του εικονικού φαρμάκου (15,1%, διάστημα εμπιστοσύνης 95% 9,2-22,8). Η διάμεση ποσοστιαία μείωση σε σχέση με την αρχική τιμή στη συχνότητα κρίσεων ήταν επίσης σημαντικά υψηλότερη μεταξύ των ασθενών που είχαν τυχαιοποιηθεί στην ομάδα ΧΕ everolimus (29,3%, διάστημα εμπιστοσύνης 95% 18,8-41,9, p=0,003) και στην ομάδα ΥΕ everolimus (39,6%, διάστημα εμπιστοσύνης 95% 35,0-48,7, p<0,001) έναντι του εικονικού φαρμάκου (14,9%, διάστημα εμπιστοσύνης 95% 0,1-21,7). Οι συνηθέστερες ανεπιθύμητες ενέργειες (ΑΕ) όλων των βαθμών οποιουδήποτε αιτίου που αναφέρθηκαν κατά την κύρια φάση της μελέτης σε συχνότητες ≥ 15% στα σκέλη ΧΕ/ΥΕ everolimus περιλάμβαναν στοματίτιδα, διάρροια, ρινοφαρυγγίτιδα, λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού και πυρεξία.
Το σύνδρομο οζώδους σκλήρυνσης είναι μια σπάνια γενετική διαταραχή που προσβάλλει μέχρι και ένα εκατομμύριο ανθρώπους σε όλον τον κόσμο. Ποσοστό περίπου 85% των ατόμων με ΣΟΣ παρουσιάζουν επιληψία και οι ανεξέλεγκτες επιληπτικές κρίσεις που σχετίζονται με το ΣΟΣ μπορεί να καταβάλλουν ιδιαίτερα τους ασθενείς. Το everolimus είναι η μόνη εγκεκριμένη μη χειρουργική εναλλακτική που ενδείκνυται για την αντιμετώπιση των καλοηθών όγκων στον εγκέφαλο και στους νεφρούς σε ορισμένους ασθενείς με ΣΟΣ. H EXIST-3 είναι η πρώτη μελέτη Φάσης ΙΙΙ που αποδεικνύει το σημαντικό όφελος της επικουρικής αγωγής everolimus στην αντιμετώπιση ανθεκτικών κρίσεων μερικής έναρξης σε ασθενείς με ΣΟΣ. Αυτά τα δεδομένα ενδέχεται να χρησιμοποιηθούν για την υποστήριξη αιτημάτων έγκρισης από τις ρυθμιστικές αρχές σε άλλες χώρες.
Το everolimus λειτουργεί μέσω της αναστολής του στόχου της ραπαμυκίνης στα θηλαστικά (mammalian target of rapamycin – mTOR), μιας πρωτεΐνης που ρυθμίζει πολλαπλές κυτταρικές λειτουργίες. Το ΣΟΣ προκαλείται από μεταλλάξεις στα γονίδια TSC1 ή TSC2 και οδηγεί σε υπερδραστήρια σηματοδότηση του μονοπατιού mTOR που μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα αυξημένη κυτταρική ανάπτυξη και πολλαπλασιασμό, υπερδιεγερσιμότητα των νευρώνων, ανωμαλίες στην φλοιϊκή αρχιτεκτονική και στη λειτουργία του νευρωνικού δικτύου και μειωμένη πλαστικότητα των συνάψεων. Η προκλινική έρευνα υποδεικνύει ότι η υπερβολική δραστηριότητα του mTOR ενδέχεται να επηρεάζει διάφορους μηχανισμούς γένεσης επιληπτικών κρίσεων, της σταδιακής διαδικασίας με την οποία αναπτύσσει επιληψία ο εγκέφαλος στο ΣΟΣ.