Ολα ξεκίνησαν ένα απόγευμα του Σεπτεμβρίου του 2012. Αν και, όπως γράφει ο Τζούλιαν Μπαρνς στον «Αχό της εποχής», τίποτα δεν ξεκινάει έτσι, μια συγκεκριμένη ημέρα σε ένα συγκεκριμένο μέρος, όλα ξεκινούν σε πολλά μέρη, και σε πολλές ημέρες, μερικές φορές πριν ακόμη γεννηθείς. Στην αντιμνημονιακή διαδήλωση που έγινε πάντως εκείνο το απόγευμα στην Αθήνα, ακούστηκε ένα σύνθημα διαφορετικό από τα άλλα. Το φώναξαν με μαχητικότητα οι νεολαίοι του ΣΥΡΙΖΑ και η ηγεσία του κόμματος δεν το αποδοκίμασε ούτε το αποκήρυξε. Ηταν και πρωτότυπο: «Μισθούς, συντάξεις, μας τα ‘κανες κουρέλι/ άντε και γ… σύντροφε Κουβέλη».

Ο τότε αρχηγός της ΔΗΜΑΡ πρέπει στην αρχή να πειράχτηκε πολύ. Αλλά μετά το ξανασκέφτηκε: κι αν τα παιδιά είχαν δίκιο; Κι αν η απόφασή του να συνεργαστεί με τους Σαμαροβενιζέλους κουρέλιαζε πράγματι τις κοινωνικές κατακτήσεις και πρόδιδε τις αρχές του; Είχε βέβαια αντισταθεί όσο μπορούσε, είχε οδηγήσει μια ολόκληρη χώρα σε νέες εκλογές θυσιάζοντας μάλιστα και τον ρυθμιστικό ρόλο του κόμματός του, αλλά ήταν αρκετό; Μέρες και νύχτες προβληματιζόταν. Και στο τέλος πήρε τη μεγάλη απόφαση. Αντί να ακολουθήσει τη συμβουλή των διαδηλωτών, έκανε ό,τι μπορούσε για να ενισχύσει το κόμμα τους.

Απέτυχε όμως στη σκηνοθεσία. Αποχώρησε από την κυβέρνηση τη λάθος στιγμή και για τον λάθος λόγο. Αρνήθηκε να συμπράξει με τους «58» και το ΠΑΣΟΚ, ψελλίζοντας κάτι αστεία επιχειρήματα περί διπλής αντίστασης στη συντήρηση και τον αριστερό λαϊκισμό. Και προκάλεσε την πτώση της κυβέρνησης την ώρα που η χώρα πήγαινε να σταθεί στα πόδια της, πρώτα απορρίπτοντας την πρόταση για την Προεδρία της Δημοκρατίας στην οποία είχε συμφωνήσει κι ύστερα καταψηφίζοντας την υποψηφιότητα του Σταύρου Δήμα.

Μια τόσο μεγάλη γενναιοδωρία απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ θα έπρεπε να επιβραβευτεί με ένα υπουργείο –ή έστω μια γενική γραμματεία. Ο Κουβέλης δεν είχε πρόβλημα να συνεργαστεί μ’ αυτούς που τον έβριζαν, είχαν όμως εκείνοι. Και καθώς δεν είχε πλέον ένα κόμμα για να παίζει, πέρασε γρήγορα στη λήθη. Το μόνο που του έμενε ήταν να κάνει πότε πότε καμιά προκλητική δήλωση, όπως ότι ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ ενώ ακόμη ήταν πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ. Αλλά κι αυτή αναγκάστηκε γρήγορα να τη μαζέψει.

Μπορεί ένας τόσο μικρός πολιτικός να κάνει μια τόσο μεγάλη ζημιά; Υπό ορισμένες προϋποθέσεις, φαίνεται πως ναι. Και τα αίτια δεν μπορεί να αναζητηθούν σε μια διαδήλωση ή ένα δείπνο, είναι βαθύτερα, ξεκινούν σε διάφορους τόπους και διάφορες εποχές, έχουν να κάνουν με στοιχεία του χαρακτήρα όπως ο τυχοδιωκτισμός και η ματαιοδοξία, και σίγουρα όχι με τις αρχές που υποστήριζαν ιστορικοί ηγέτες της Αριστεράς όπως ο Δρακόπουλος, ο Κύρκος, ο Παπαγιαννάκης.

Με άλλα λόγια, δεν είναι ο Κουβέλης που άλλαξε, εμείς αποφασίσαμε ότι δεν μπορεί να προσβάλλει άλλο τη νοημοσύνη μας.