Θρίλερ με δόντια

«Υποψίες»: Ενώ στο σινεμά του Τσεϊλάν αναζητάς την πολιτική σημειολογία στις λεπτομέρειες, ο Εμίν Αλπέρ, σκηνοθέτης αυτού του αδυσώπητου πολιτικού θρίλερ, δείχνει να μη μασάει τα λόγια του. Προσέξτε: Ενας ταλαίπωρος άνδρας αποφυλακίζεται ύστερα από είκοσι χρόνια και η αστυνομία τού προτείνει την ένταξή του σε μονάδα των μυστικών υπηρεσιών της οποίας τα μέλη εργάζονται ως σκουπιδιάρηδες. Ο Καντίρ δέχεται και ξεκινά να μαζεύει σκουπίδια από τις φτωχογειτονιές, ελέγχοντας αν μέσα σ’ αυτά βρίσκονται υλικά που σχετίζονται με την κατασκευή βομβών – προσπαθώντας παράλληλα να επανασυνδεθεί με τον αδελφό του, που ζει και αυτός κυνηγώντας αδέσποτα σκυλιά. Αλλάζοντας επιδέξια ταχύτητες, ο Αλπέρ μπορεί τη μια στιγμή να σε κρατά σε μια απροσδιόριστη κατάσταση αγωνίας και την επόμενη να σε σφυροκοπά με σεκάνς έντονου σασπένς. Οι «Υποψίες» όμως είναι, πάνω απ’ όλα, μια γενναία ταινία. Και ίσως να είναι εκείνη που, τελικά, παραθέτει με τη μεγαλύτερη πιστότητα τι πραγματικά συμβαίνει στη γειτονική μας χώρα.

Βαθμοί: 7

Αναπάντεχα θεραπευτικό

«Η πιο ευτυχισμένη μέρα στη ζωή του Ολι Μάκι»: Τόσες σπουδαίες ταινίες για ένα άθλημα που οι περισσότεροι από εμάς δεν θα παρακολουθούσαμε ούτε για πέντε λεπτά. Από τον πρώτο «Ρόκι» μέχρι το «Οργισμένο είδωλο» και από το κλασικό «Επεσαν σκληρά» του 1956 με τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρ, στον «Τσαμπ» του Φράνκο Τζεφιρέλι (με έναν αξέχαστο Γιον Βόιτ), το σινεμά προέβαλε δράματα ανθρωποκεντρικά, ενίοτε σπαρακτικά στον μελοδραματισμό τους, που όμως χαράχτηκαν βαθιά στο συλλογικό κινηματογραφοφιλικό ασυνείδητο. Η ιστορία εδώ είναι αληθινή: Το καλοκαίρι του 1962, ο Ολι Μάκι αγωνίζεται για τον τίτλο του πρωταθλητή κόσμου στην κατηγορία φτερού. Μόνο που ο ήρωάς μας αδυνατεί να συγκεντρωθεί στην προπόνηση: Είναι ερωτευμένος. Και είναι απορίας άξιον πώς ο Γιούχο Κουοσμάνεν, που σκηνοθετεί αυτό το ασπρόμαυρο φιλμ, κατορθώνει να διατηρήσει έναν μάλλον ανάλαφρο τόνο δίχως να κάνει καμία απολύτως έκπτωση.

Βαθμοί: 7

Παραδοσιακό b-movie

«Λόγκαν»: Προσέξτε, «Λόγκαν», όχι «Γούλβεριν». Από τον τίτλο δηλαδή αντιλαμβανόμαστε πως σ’ αυτό εδώ το spin-off δεν κυριαρχούν οι γυαλιστερές, μεταλλικές αποχρώσεις, ούτε η ρετρό νοσταλγία των «X-Men». Αντιθέτως, πρόκειται για ένα εντελώς πατροπαράδοτο b-movie, σκηνοθετημένο όμως από έναν κινηματογραφιστή που δείχνει να κατέχει όλες εκείνες τις αφηγηματικές δεξιότητες που το είδος απαιτεί. Για να το πούμε διαφορετικά, η οικονομία κυριαρχεί. Οικονομία στα μέσα, στις σημάνσεις, στους χαρακτήρες, στην πλοκή. Ολα τρέχουν, όλα μας καθοδηγούν, κάθε σεκάνς υπάρχει μονάχα για να σε οδηγήσει στην επόμενη. Μη σας φαίνεται ευκολάκι αυτό. Απαιτεί μεγάλο ταλέντο. Εδώ, λοιπόν, ο Χιου Τζάκμαν (δίπλα του ο πάντοτε αξιοπρεπής Πάτρικ Στιούαρτ) πρέπει να προστατεύσει μια νέα κοπέλα με υπερφυσικά «χαρίσματα» ίδια με τα δικά του. Τις προεκτάσεις τις αντιλαμβάνεστε.

Βαθμοί: 6

Χαρμανιασμένο σίκουελ

«Trainspotting 2»: Το ερώτημα δεν μπορεί παρά να είναι ένα: Σας άρεσε η πρώτη ταινία; Γιατί, ξέρετε, είμαστε κι εμείς που την είχαμε βρει αφόρητα επιφανειακή – όπως συνέβαινε άλλωστε με τους ήρωές της. Τώρα όμως έχουν περάσει 21 χρόνια. Ο Γιούαν ΜακΓκρέγκορ μπορεί να επιστρέφει στα παλιά του λημέρια, η μελαγχολία όμως της νεανικής ευεξίας που εξανεμίστηκε είναι διαρκώς παρούσα, παρά τους έντονους ρυθμούς και μερικές ξεκαρδιστικές πραγματικά σεκάνς (η σκηνή με τους οροτεστάντες αποτελεί κομμάτι ανθολογίας). Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο είναι η μετατόπιση του Σπαντ (Γιούεν Μπρέμνερ) στο προσκήνιο, αλλά ενώ το soundtrack παραμένει καθηλωτικό, κάπου όλη αυτή η κατασκευή δείχνει να οδηγείται σε έναν άκυρο διδακτισμό. Πάντως, ο Ντάνι Μπόιλ έχει κάνει και χειρότερα.

Βαθμοί: 5