Η κ. Γεροβασίλη ανακοίνωσε ότι μόνον 20% εκ των καταγεγραμμένων δημοσίων νομικών προσώπων συμμορφώθηκαν στην εντολή της να προσκομίσουν νέα οργανογράμματα. Φρονίμως ποιούσα, απέκρυψε σε ποιον απόλυτο αριθμό αντιστοιχεί το 20%. Απέφυγε επίσης να αναφέρει πόσο «νέα» θα είναι τα νέα οργανογράμματα, αφού οι 1.414 «κλάδοι», βάσει των οποίων οργανώνονται οι δημόσιοι φορείς στην Ελλάδα, αποτέλεσαν αντικείμενο μελέτης μιας επιτροπής που συστάθηκε γι’ αυτό τον λόγο, μόλις προ ολίγων εβδομάδων.
Ο αριθμός των δημοσίων νομικών προσώπων αποτελεί το «ιερό δισκοπότηρο» των κυβερνήσεων, από το πρώτο Μνημόνιο κι εντεύθεν. Μέριμνα όλων, πρώην και νυν, ήταν/είναι μία και μόνη: να μην αποκαλυφθεί ούτε ο αριθμός ούτε –κυρίως –το τι κάνουν (ή δεν κάνουν). Από την εποχή του Θ. Πάγκαλου, ο οποίος ως αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Παπανδρέου κατάφερε να καταγράψει 389 τέτοια νομικά πρόσωπα μέχρι την (ουδέποτε δημοσιοποιημένη) πληρέστερη καταγραφή της ΕΥΣΣΕΠ (υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης) του 2012 όπου απεκαλύφθησαν 1.614 (!) τέτοια μορφώματα, φθάσαμε στην καταγραφή του ΣΥΡΙΖΑ, σύμφωνα με την οποία υπάρχουν μόνον 971.
Εν τω μεταξύ, μετά από «σκληρές μάχες» στα μαρμαρένια αλώνια του πελατειασμού και της κομματικής νομενκλατούρας, υπέρ της οποίας υπάρχουν και συντηρούνται αυτοί οι φορείς, οι προηγούμενες των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ κυβερνήσεις κατάφεραν να καταργήσουν περί τους 200 τέτοιους φορείς. Οι επήλυδες προσθέτουν αφειδώς –κι εδώ έγκειται η βασική διαφορά τους –καινούργιους (μαζί με νέα συλλογικά όργανα και νέους διοικητικούς αναβαθμούς όπως είναι οι τομεακοί και διοικητικοί γραμματείς).
Υπό τον αδιάφορο, πολιτικά και κοινωνικά, νομικό όρο του «νομικού προσώπου» συνωθούνται εταιρείες, αθλητικά σωματεία, φιλόπτωχοι σύλλογοι, κληροδοτήματα και νομικά πρόσωπα «διφυούς σκοπού», με αμφιλεγόμενο έργο, αλλά με 48.646 υπαλλήλους (εκ των οποίων 33.199 τακτικό και 15.447 έκτακτο προσωπικό) αμειβόμενους από το δημόσιο ταμείο. Αυτοί προσμετρώνται στους 565.671 που υπηρετούν ως τακτικό προσωπικό σε υπουργεία, ΟΤΑ και ΝΠΔΔ (νομικά πρόσωπα είναι κι αυτά αλλά του δημοσίου όχι του ιδιωτικού δικαίου) και στους 93.231 που υπηρετούν ως έκτακτοι.
Διερωτάται κανείς τι εμποδίζει εδώ και επτά χρόνια τις κυβερνήσεις να προχωρήσουν στις απαραίτητες αλλαγές στην οργάνωση και λειτουργία του Δημοσίου; Τι τους εμποδίζει να ανακοινώσουν ότι δεν χρειάζονται πλέον ούτε «στασιάρχες» ούτε «κατασκευαστές ιχναρίων» ούτε «σπερματεγχύτες» (για να αναφέρουμε μερικούς «κλάδους» στους οποίους μπορεί να προσληφθεί προσωπικό);
Προφανώς δεν είναι μόνον οι «πελάτες» και η εξαγορά των ψήφων τους. Είναι πιο σημαντικά τα διακυβεύματα: Το κοινοτικό και εθνικό χρήμα, για παράδειγμα, το οποίο έρρεε (και συνεχίζει να ρέει) απρόσκοπτα σ’ αυτούς μπορεί να δώσει μια περισσότερο πειστική απάντηση. Οταν η «διαχειριστική επάρκειά» τους συναντά μια πελατειακά οργανωμένη και και, συχνά, κομματικά ελεγχόμενη αγορά συμβούλων, τότε οι συνθήκες για τη σύζευξη πελατειακού κράτος και κλεπτοκρατίας έχουν πληρωθεί.
Προφανώς, ο επαναλαμβανόμενος ψόγος εναντίον όσων υποστηρίζουν τη διαφάνεια και τον εξορθολογισμό των δομών του Δημοσίου ότι είναι υπέρ των απολύσεων δημοσίων υπαλλήλων αποσκοπεί στη δημιουργία παραπλανητικών εντυπώσεων. Επείγει η αντιμετώπιση του ζητήματος. Ο καιρός γαρ εγγύς…
Ο Παναγιώτης Καρκατσούλης είναι εμπειρογνώμων Δημόσιας Διοίκησης και πρώην βουλευτής με Το Ποτάμι