Υπάρχουν κάποια πράγματα που δεν ξαφνιάζουν πλέον κανέναν. Ούτε τον Σόιμπλε. Ενα από αυτά είναι η καθυστέρηση στην αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος. Και η δεύτερη αξιολόγηση καθυστερεί, «αλλά δεν μας ξαφνιάζει» είπε ο Σόιμπλε κατά τη χθεσινή συνέντευξη Τύπου στους ξένους ανταποκριτές στο Βερολίνο.

Χθες ξάφνιασε ο ίδιος ο Σόιμπλε με την αναφορά του στους στόχους των πρωτογενών πλεονασμάτων. Για πρώτη φορά έδειξε να μετακινείται από τη δογματική προσήλωση στον στόχο του 3,5% και άφησε ανοιχτό παράθυρο για χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα. Για το 2018, είπε ο Σόιμπλε, ο έλληνας υπουργός Οικονομικών υποσχέθηκε ότι η Ελλάδα θα πιάσει τον στόχο του 3,5% –και η αναγκαιότητα των πρωτογενών πλεονασμάτων δεν αμφισβητείται από κανέναν.

Εμφανίστηκε ωστόσο ελαστικός για τη χρονική διάρκεια και το ύψος. «Το ερώτημα για πόσο η Ελλάδα θα έχει πρωτογενές πλεόνασμα και αν θα είναι 3,5% ή 2,7% είναι αντικείμενο των διαπραγματεύσεων, ασχολούνται οι ειδικοί» είπε ο Σόιμπλε. «Αυτό εξαρτάται επίσης από την εξέλιξη της οικονομίας και την αποφασιστικότητα και ικανότητα των ελληνικών Αρχών να υλοποιήσουν αυτά που έχουν συμφωνηθεί» πρόσθεσε ο γερμανός υπουργός Οικονομικών.

Ολα αυτά συζητά τώρα η ελληνική κυβέρνηση με τα κλιμάκια των θεσμών. Εχοντας το ΔΝΤ στη βάρκα, ο Σόιμπλε νιώθει σχετική ασφάλεια και για το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης. Το μείζον λοιπόν αυτή τη στιγμή είναι η συνέχιση της διαπραγμάτευσης, όπως δρομολογήθηκε στο τελευταίο Eurogroup με τη σύμφωνη γνώμη και της Αθήνας. «Η αποστολή συνεχίζεται. Είμαι πολύ αισιόδοξος ότι θα ολοκληρωθεί. Στο τελευταίο Eurogroup δημιουργήσαμε τις προϋποθέσεις για αυτό. Το προετοιμάσαμε και συνεννοηθήκαμε με την ελληνική κυβέρνηση. Αν όλες οι πλευρές τηρήσουν τα συμφωνηθέντα, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία» είπε ο Σόιμπλε. Η αισιοδοξία του γερμανού υπουργού Οικονομικών δεν κλονίζεται από τις παλινωδίες και τη δυστοκία που σημειώνεται στις επαφές των υπουργών με τα κλιμάκια των θεσμών στην Αθήνα. Δεν έδειξε να ανησυχεί ιδιαίτερα, αντίθετα γνωρίζει ότι υπάρχουν «εσωτερικές πολιτικές σκοπιμότητες» της πολιτικής ηγεσίας στην Αθήνα. Ωστόσο, παρά την κατανόηση, δεν παρέλειψε το καρφί στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. «Δεν ανταποκρίνονται όλα όσα λέγονται στην Αθήνα στις αποφάσεις που πήραμε από κοινού» είπε.

«Δεν είναι του παρόντος»

Στο μέτωπο του χρέους εφαρμόζονται ήδη τα βραχυπρόθεσμα μέτρα μάνατζμεντ του χρέους, που είχαν αποφασιστεί στο Eurogroup του Δεκεμβρίου. Κάθε άλλη συζήτηση παραπέμπεται στο τέλος του προγράμματος το 2018, υπό την προϋπόθεση ότι θα κριθούν τότε αναγκαία και θα διαπιστωθεί η ανάγκη να ληφθούν πρόσθετα μέτρα. Ο Σόιμπλε παρέπεμψε και χθες επανειλημμένως στο Eurogroup του Μαΐου 2016, με τις αποφάσεις του οποίου έκλεισε για τον γερμανό υπουργό Οικονομικών η σχετική συζήτηση. Ετσι αποτρέπεται και το ενδεχόμενο να ανοίξει ζήτημα ελληνικού χρέους εν μέσω του προεκλογικού αγώνα στη Γερμανία. «Υπάρχει μια κοινή απόφαση και κοινή γραμμή ως βάση εργασίας. Δεν είναι του παρόντος να μιλήσουμε για περαιτέρω ελαφρύνσεις χρέους, αυτό είναι μια από τις παρεξηγήσεις που υπάρχουν» είπε ο Σόιμπλε.

«Η Ελλάδα αποφασίζει»

Για το ζήτημα του Grexit, ο Σόιμπλε έχει άλλους πολιτικούς στη Γερμανία που το ζητούν ανοιχτά. Ο ίδιος έχει εξηγήσει ότι η σχετική αναφορά του σε συνέντευξη στη γερμανική εφημερίδα «Ζιντόιτσε Τσάιτουνγκ» δεν ήταν τίποτα άλλο από περιγραφή της κατάστασης που θα δημιουργηθεί αν η Ελλάδα δεν εφαρμόσει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την ένταξή της στο ευρώ. Χθες είχε την ευκαιρία να επιτεθεί κατά της προέδρου της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του κόμματος Αριστερά, η οποία τάχθηκε δημόσια υπέρ του Grexit επιχειρηματολογώντας ότι εντός του ισχυρού ευρώ η Ελλάδα δεν θα μπορέσει να ορθοποδήσει. «Δεν μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο» είπε ο Σόιμπλε σημειώνοντας ότι πρόκειται για απόφαση που μπορεί να λάβει αποκλειστικά η ελληνική πολιτική ηγεσία και μόνο. «Στη συζήτηση δεν θέλω να πάρω μέρος. Είναι ένα ζήτημα που αποφασίζει η Ελλάδα. Αλλά αφού η Ελλάδα είναι στην ευρωζώνη, πρέπει να υλοποιήσει και τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει» είπε ο Σόιμπλε. «Οταν έρχονται τα δύσκολα διαπραγματευόμαστε ξανά» συμπλήρωσε, «αλλά χωρίς δικές της προσπάθειες δεν μπορεί να το επιτύχει».