Η συστηματική γυμναστική και οι ψυχολογικές παρεμβάσεις είναι πιο αποτελεσματικές στην αντιμετώπιση της κόπωσης του καρκίνου απ’ ό,τι οι φαρμακολογικές θεραπείες, σύμφωνα με μία νέα, μεγάλη ανάλυση.
Η κόπωση αποτελεί μία από τις συχνότερες και πιο εξουθενωτικές συνέπειες του καρκίνου και των αντινεοπλασματικών θεραπειών. Είναι εντελώς διαφορετική από την κούραση που όλοι νιώθουμε από καιρού εις καιρόν, διότι η κοινή κούραση μπορεί να αντιμετωπιστεί με τον ύπνο και την ανάπαυση, ενώ η κόπωση που σχετίζεται με τον καρκίνο επιμένει και υπονομεύει την ποιότητα ζωής των πασχόντων.
Υπολογίζεται ότι ποσοστό έως 40% των ασθενών νιώθουν ήδη κόπωση κατά την εποχή της διάγνωσης του καρκίνου, ενώ στη συντριπτική πλειονότητα εκδηλώνουν κόπωση όταν υποβάλλονται σε αντινεοπλασματικές θεραπείες (λ.χ. έως το 90% των ασθενών που κάνουν ακτινοθεραπεία και έως το 80% όσων κάνουν χημειοθεραπεία).
Η νέα ανάλυση βασίστηκε στα ευρήματα 113 κλινικών μελετών (συνολικώς είχαν συμμετάσχει 11.525 ασθενείς), οι 53 εκ των οποίων (46,9%) αφορούσαν τον καρκίνο του μαστού.
Οπως γράφουν οι ερευνητές στην επιθεώρηση JAMA Oncology, τα στοιχεία τους έδειξαν ότι ένα πρόγραμμα ήπιας γυμναστικής και δευτερευόντως η ψυχολογική στήριξη, κατά τη διάρκεια και μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας για τον καρκίνο, είναι οι πιο αποτελεσματικές μέθοδοι για την αντιμετώπιση της κόπωσης του καρκίνου.
«Η καλύτερη είναι η γυμναστική και αυτό είναι αντίθετο απ’ ό,τι συνήθως γίνεται, καθώς οι φαρμακολογικές θεραπείες είθισται να αποτελούν τη θεραπεία πρώτης γραμμής» δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια δρ Κάρεν Μ. Μάστιαν, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Κέντρο Καρκίνου Wilmot του Πανεπιστημίου του Ρότσεστερ, στη Νέα Υόρκη.
«Ωστόσο, αν ένας ασθενής με καρκίνο νιώθει έντονη κόπωση, αντί να καταφύγει στον καφέ, στην αύξηση του ύπνου ή σε κάποια φαρμακευτική λύση, καλύτερα είναι να πάει για έναν 15λεπτο περίπατο και να φροντίσει να περπατάει όσο πιο συχνά μπορεί».