Ο εφιάλτης ακόμη πιο αυστηρών περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων επιστρέφει στην ελληνική οικονομία λόγω του υψηλού βαθμού αβεβαιότητας που προκαλεί στα νοικοκυριά και στην αγορά η πολύμηνη καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης.
Τα σημάδια είναι ήδη πολύ ανησυχητικά. Δεν περιορίζονται στον εγκλωβισμό τής οικονομίας στην ύφεση και στην κατακόρυφη πτώση του τζίρου στην αγορά. Αφορούν τη φυγή καταθέσεων από τις ελληνικές τράπεζες και την αύξηση των κόκκινων δανείων που ξυπνούν μνήμες από το 2015, τότε που τα capital controls και ο φόβος για κούρεμα των καταθέσεων στις τράπεζες μπήκαν βίαια στην καθημερινότητα των Ελλήνων. Οι τραπεζίτες χτυπούν συναγερμό καθώς βλέπουν τις καταθέσεις να φυλλορροούν πάλι από τα ταμεία τους και τα κόκκινα δάνεια να ακολουθούν ξανά την ανηφόρα, προκαλώντας ρωγμές στην κεφαλαιακή τους επάρκεια. Δύο δυσμενείς εξελίξεις που, αν συνεχιστούν, φέρνουν όλο και πιο κοντά τον κίνδυνο αυστηροποίησης των capital controls και μιας αποτυχίας στην επίτευξη των στόχων για τη μείωση των κόκκινων δανείων, η οποία θα ανοίξει τον δρόμο για τα χειρότερα σενάρια και στις καταθέσεις.
τους τραπεζίτες
Η μεγάλη αβεβαιότητα από την καθυστέρηση της ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης ήδη έχει οδηγήσει στη φυγή καταθέσεων ύψους 1,6 δισ. ευρώ τον Ιανουάριο και 1,1 δισ. ευρώ τον Φεβρουάριο, δηλαδή συνολικά 2,7 δισ. ευρώ το πρώτο δίμηνο του 2017, ποσό που αναμένεται να προσλάβει ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις αν δεν ολοκληρωθούν πολύ σύντομα οι διαπραγματεύσεις.
Παράλληλα, για τους ίδιους λόγους τα κόκκινα δάνεια αυξήθηκαν τον Ιανουάριο κατά 1 δισ. ευρώ και άλλα 500 εκατομμύρια ευρώ τον Φεβρουάριο, ανεβάζοντας το ύψος των νέων ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τις τράπεζες στο 1,5 δισ. ευρώ, ενώ κανονικά θα έπρεπε να μειώνονται.
Αν συνεχιστούν οι τάσεις αυτές για δυο-τρεις μήνες ακόμη, προειδοποιούν οι τραπεζίτες, οι συνέπειες θα είναι ραγδαίες και καταστροφικές για την ελληνική οικονομία. Ηδη έχουν καλέσει την κυβέρνηση –σε διαδοχικές συναντήσεις που είχαν τόσο με τον Πρωθυπουργό και με το οικονομικό επιτελείο –να κλείσει την αξιολόγηση το συντομότερο δυνατό. Διαφορετικά, όπως σημειώνουν κορυφαίοι τραπεζικοί παράγοντες, η κατάσταση θα είναι μη αναστρέψιμη.
Οπως χαρακτηριστικά αναφέρουν οι ίδιοι, η οικονομία έχει εισέλθει σε «ζώνη ασύμμετρων απειλών» και αν η αξιολόγηση κλείσει Μάιο ή Ιούνιο, όλα θα έχουν χαθεί. Οχι μόνο γιατί ώς τότε θα συνεχίζεται η εκροή των καταθέσεων, αλλά και γιατί, όπως λένε, θα έχει καταστεί ανέφικτη η μείωση των κόκκινων δανείων με βάση τον στόχο που έχει τεθεί για το 2017 από τον Ενιαίο Μηχανισμό Σταθερότητας (SSM) και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Στην περίπτωση αυτή οι ελληνικές τράπεζες δεν θα καταφέρουν να περάσουν επιτυχώς τα stress test στα οποία θα υποβάλει ο SSM όλες τις ευρωπαϊκές τράπεζες το πρώτο τρίμηνο του 2018 για να εξακριβώσει την κεφαλαιακή τους επάρκεια. Με άλλα λόγια, κινδυνεύουν να βρεθούν κεφαλαιακά ανεπαρκείς και με περιορισμένες δυνατότητες νέων αυξήσεων κεφαλαίων. Τότε η μόνη λύση θα είναι η διάσωσή τους με κρατικό χρήμα, γεγονός που αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε κούρεμα καταθέσεων με βάση τους νέους κανονισμούς της ΕΚΤ.
Την κατάσταση περιπλέκει ακόμη περισσότερο το υφεσιακό κλίμα πoυ εξακολουθεί να υπάρχει στην ελληνική οικονομία, όπως έδειξαν και τα αναθεωρημένα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) για το τέταρτο τρίμηνο του 2016. Η οικονομία δυστυχώς φαίνεται να πληρώνει την πολιτική τής υπερφορολόγησης που ακολουθεί η κυβέρνηση και έχει γονατίσει κυριολεκτικά νοικοκυριά και επιχειρήσεις, αλλά και την πολιτική αβεβαιότητα που τροφοδοτείται από την καθυστέρηση στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές.
Επιχειρηματικοί παράγοντες εκτιμούν ότι ήδη το πρώτο τρίμηνο του 2017 είναι χαμένο, με αποτέλεσμα και ο φετινός στόχος για ανάπτυξη στο 2,7% να τίθεται υπό αμφισβήτηση.
Η επιχειρηματική κοινότητα ζητά απεγνωσμένα να κλείσει η αξιολόγηση, καθώς κάθε ημέρα που περνά χάνεται πολύτιμος χρόνος, ενώ η ανασφάλεια έχει μηδενίσει το επενδυτικό ενδιαφέρον και τη δυνατότητα εξεύρεσης νέων κεφαλαίων που χρειάζονται οι επιχειρήσεις.
Ενδεικτικό του γεγονότος ότι το ξένο επενδυτικό ενδιαφέρον μειώνεται συνεχώς είναι και η υποχώρηση στο 61,8% τον Φεβρουάριο έναντι 62,6% του Ιανουαρίου της συμμετοχής των ξένων επενδυτών στη συνολική κεφαλαιοποίηση της ελληνικής αγοράς. Σύμφωνα με το Μηνιαίο Στατιστικό Δελτίο του Ομίλου Χρηματιστηρίου Αθηνών, τον Φεβρουάριο οι ξένοι επενδυτές στο σύνολό τους εμφάνισαν εκροές της τάξης των 22,15 εκατ. ευρώ και πραγματοποίησαν το 48,5% των συναλλαγών σε σχέση με το 53,2% τον προηγούμενο μήνα, όταν τον Φεβρουάριο του 2016 είχαν πραγματοποιήσει το 56,2% των συναλλαγών. Ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Θεόδωρος Φέσσας δήλωσε πρόσφατα ότι «η ανασφάλεια που προέρχεται από την καθυστέρηση του κλεισίματος της 2ης αξιολόγησης και η αβεβαιότητα που τη συνοδεύει υπονομεύουν την αναπτυξιακή δυναμική, διαψεύδουν τις αναπτυξιακές προβλέψεις για το 2017 και διατηρούν αναξιοποίητες τις τεράστιες αναπτυξιακές προοπτικές της Ελλάδας», προσθέτοντας ότι χωρίς επενδύσεις δεν μπορεί να υπάρξει σταθερή ανάπτυξη.
Στο ίδιο μήκος κύματος είναι και οι εκπρόσωποι των μικρομεσαίων επιχειρηματιών, οι οποίοι σημειώνουν ότι η καθυστέρηση βάζει εμπόδια σε κάθε επενδυτική δραστηριότητα που θα μπορούσε να γίνει. Τονίζουν παράλληλα ότι το δυσμενές περιβάλλον επηρεάζει και την κατανάλωση, η οποία παρουσιάζει ραγδαία πτώση, με ό,τι αυτό σημαίνει για την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς αλλα και τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και για την απασχόληση. Σε ό,τι αφορά τις θέσεις εργασίας οι επιπτώσεις της καθυστέρησης αποτυπώνονται έντονα στο αρνητικό ισοζύγιο προσλήψεων – αποχωρήσεων του Ιανουαρίου του 2017, που δείχνει 30.000 λιγότερες θέσεις εργασίας.
οι λιανικές πωλήσεις
Οσον αφορά την κατανάλωση, είναι ενδεικτικό ότι ακόμα και οι πωλήσεις των σουπερμάρκετ το 2016 παρουσίασαν τη μεγαλύτερη μείωση των τελευταίων ετών, με τους πρώτους μήνες του 2017 να είναι εξίσου απογοητευτικοί.
Το 2016 ο τζίρος των σουπερμάρκετ υποχώρησε κατά 6,5% σε σύγκριση με το 2015. Την ανασφάλεια και την αβεβαιότητα των ελληνικών νοικοκυριών αποτυπώνουν επίσης και τα στοιχεία από τις πωλήσεις των εμπορικών καταστημάτων το διάστημα των χειμερινών εκπτώσεων το πρώτο δίμηνο του 2017. «Αποτέλεσμα της έλλειψης κλίματος και χρήματος στην αγορά είναι η μεγάλη πτώση της κατανάλωσης το δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου, όπου η εκπτωτική περίοδος έκλεισε με μείωση 20% σε σύγκριση με το 2016, ποσοστό που δυστυχώς μας επιστρέφει στα επίπεδα του -21% της χειμερινής εκπτωτικής περιόδου 2012-2013. Παράλληλα ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος υποχώρησε σημαντικά τον Φεβρουάριο, στις 92,9 μονάδες από τις 95,1 μονάδες, φτάνοντας στο επίπεδο όπου ήταν τον Νοέμβριο του περασμένου έτους. Οσο για τον όγκο των πωλήσεων στα τρόφιμα, σημείωσε σημαντική μειώση κατά 9,8%» επισημαίνει ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Βασίλης Κορκίδης.
Για τον επιχειρηματικό κόσμο, η μείωση του Δείκτη Οικονομικού Κλίματος και η πτώση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης δεν προοιωνίζονται ένα καλό οικονομικό αποτέλεσμα για το πρώτο τρίμηνο του 2017. Για τον λόγο αυτό, όπως τονίζουν, η άμεση άρση της αβεβαιότητας αποτελεί επιτακτική ανάγκη για να μην μείνουν οι προβλέψεις για ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας μόνο στα χαρτιά.