Ολο και συχνότερα είναι τα δημοσιεύματα στον Τύπο και στις ιστοσελίδες για τη σημαντική ανάπτυξη της τηλεόρασης συνδρομητών και στη χώρα μας, για τις νέες τεχνολογικές δυνατότητες που πλέον (θα) εφαρμόζονται και στην Ελλάδα, όπως το Video-On-Demand (ελληνιστί «βίντεο κατά παραγγελία»), για το ότι οι μέτοχοι της Digea σκέφτονται να δημιουργήσουν ένα είδος συνδρομητικού καναλιού ή ακόμη για το ότι κι άλλες τηλεπικοινωνιακές εταιρείες σκοπεύουν να εισέλθουν στην τηλεοπτική αγορά συνδρομητών.

Με άλλα λόγια, αν υπάρχει κάποια κινητικότητα στο τηλεοπτικό πεδίο σήμερα, δεν είναι οι περιβόητες άδειες, αλλά οι συνδρομητές! Στην πράξη είναι κάτι που προβλέπαμε πριν από 20 χρόνια («Η δύναμη της τηλεόρασης», εκδόσεις Καστανιώτη), καθώς η «αγοραία συνθήκη» της παραδοσιακής «δωρεάν» ή «ελεύθερης» τηλεόρασης που αποτελεί και την υπέρτατη ιδεολογία του λόγου της δεν μπορεί να ανταποκριθεί ούτε στις νέες οικονομικές συνθήκες της χώρας ούτε και στις τεχνολογικές εξελίξεις.

Η αλήθεια είναι ότι έπειτα σχεδόν από μία επταετία συνεχούς και αυξανόμενης δημοσιοοικονομικής κρίσης και οικονομικής δυσπραγίας η διαφημιστική αγορά, το DNA και κινητήριος μοχλός της ιδιωτικής τηλεόρασης, έχει στεγνώσει και δεν μπορεί πλέον να τη χρηματοδοτήσει. Ετσι δεν είναι τυχαίο ότι από τις 35-40 νέες ελληνικές παραγωγές μυθοπλαστικού περιεχομένου που προβάλλονταν κυρίως από τα δύο μεγάλα κανάλια, σήμερα δεν ξεπερνούν τα δάχτυλα του ενός χεριού. Αντίθετα, η ελληνική «ελεύθερη» τηλεόραση έχει πλημμυρίσει από φτηνό πρόγραμμα από «ομιλούσες κεφαλές» και φτηνιάρικες παραγωγές, ενώ το πρόγραμμα συμπληρώνεται από αθρόες εισαγωγές ξένων παραγωγών και ταινιών. Ετσι, εφηύραν τη «νοσταλγική» τηλεόραση, της απέδωσαν τον όρο «vintage» και διεύρυναν τον στρατό των ανέργων στον κλάδο της επικοινωνίας, της παραγωγής και του θεάματος γενικότερα.

Οποιος θέλει να δει αγώνες ποδοσφαίρου, ακόμη και τον τελικό Κυπέλλου, τα τελευταία χρόνια θα πρέπει να στραφεί στη συνδρομητική τηλεόραση. Οποιος επιθυμεί να δει νέες ξένες σειρές ή ταινίες πρώτης προβολής ή καλύτερες παραγωγές θα πρέπει πάλι να στραφεί στη συνδρομητική τηλεόραση. Αλλά καθώς κι εκεί υπάρχει ανταγωνισμός, εάν έχεις κάνει συνδρομή στη δείνα συνδρομητική τηλεοπτική πλατφόρμα για να βλέπεις τους αγώνες ποδοσφαίρου στην Ευρώπη ή την απονομή των Οσκαρ, ενδέχεται να μην τα δεις γιατί μπορεί να έχει πάρει τα δικαιώματα η τάδε ανταγωνιστική πλατφόρμα. Οπότε αν θες να τα δεις, θα πρέπει να γίνεις συνδρομητής και στις δύο, ίσως σε τρεις αργότερα.

Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, αυτές οι εξελίξεις οδηγούν σε μια νέα εποχή. Η τηλεόραση από αταξικό μέσο, μέσο δηλαδή που απευθύνεται χωρίς διακρίσεις σε όλες τις κοινωνικές τάξεις και κατηγορίες, αποκτά έντονη ταξική δομή. Αποτέλεσμα αυτής της νέας συνθήκης θα είναι ότι όσοι έχουν χρήματα θα μπορούν να βλέπουν νέες και καλύτερες παραγωγές, προγράμματα και τους αγώνες της ομάδας τους, ενώ αυτοί που δεν θα μπορούν να πληρώσουν θα βλέπουν κανάλια με φτηνές παραγωγές ή προγράμματα για τα σκουπίδια και τους αγώνες στο καφενείο ή σε κανένα προποτζίδικο.

Το μέλλον είναι ήδη εδώ. Το γεγονός και μόνο της ανάδυσης της συνδρομητικής τηλεόρασης ως της μόνης που κινείται σε επίπεδο τηλεοπτικής επένδυσης δείχνει ποιο θα είναι το μέλλον του τηλεοπτικού πεδίου, που στην πραγματικότητα έχει ήδη ξεκινήσει. Πρόκειται για μια νέα τηλεοπτική συνθήκη που στην πράξη θέτει σε κίνδυνο τη δυνατότητα επιλογών που έχουν οι τηλεθεατές των συμβατικών πολυσυλλεκτικών καναλιών και σηματοδοτεί την εγκαθίδρυση μιας «κοινωνίας πληρωμών» που θα χαρακτηρίζεται από δύο απόλυτα άνισες τάξεις: τους προνομιούχους και πλούσιους, που θα απολαμβάνουν τις τυχόν πλούσιες τηλεοπτικές παροχές, και τους φτωχούς και «μη έχοντες», που θα στερούνται μετά την εργασία ακόμη και αυτή την ψυχαγωγία τους.