Αν ισχύει ότι η ζωή μας κύκλους κάνει, το ίδιο πάνω – κάτω ισχύει και για την τηλεοπτική μας καθημερινότητα. Η τηλεόραση ως (παραβολικός;) καθρέφτης της κοινωνίας δεν μπορεί παρά να προβάλλει είδωλά της. Και το τηλεριάλιτι «Survivor» είναι αυτή τη στιγμή ένα από τα μεγεθυσμένα είδωλα της τηλεοπτικής εικόνας.
Το τηλεπαιχνίδι επανατοποθετήθηκε στο μενού επτά χρόνια μετά την προβολή του τέταρτου κύκλου του προγράμματος, το οποίο είχε συστήσει το Mega ήδη από το 2003. Σύμφωνα με τα ποσοστά τηλεθέασης που καταγράφει, είναι το «σουξέ» της εποχής, το οποίο πιστώνεται στο κανάλι που το επέλεξε –τον Σκάι εν προκειμένω. Από το πρώτο κιόλας επεισόδιο σημειώνει υψηλές αποδόσεις τηλεθέασης οι οποίες κυμαίνονται μέχρι τώρα μεταξύ 16% και 18%, με το κανάλι να βλέπει το μερίδιο τηλεθέασης στο λεγόμενο δυναμικό κοινό, δηλαδή τους τηλεθεατές 16 έως 44 ετών, να κυμαίνεται μεταξύ 60% και 65% με ανοιχτό ενδεχόμενο της αναπροσαρμογής προς τα πάνω.
Είναι μια γνήσια τηλεοπτική επιτυχία ή, σε μια χειμαζόμενη ελληνική τηλεόραση που δεν είναι ανεπηρέαστη από την οικονομική ύφεση, «στους τυφλούς βασιλεύει ο μονόφθαλμος»; Σε ένα κατακερματισμένο περιβάλλον όπως αυτό της τηλεόρασης, με έντονο ανταγωνισμό, η επιτυχία του «Survivor» έχει αξία, θεωρούν στελέχη, παλιά και νέα, των καναλιών και της τηλεοπτικής αγοράς.
Οι ΠΑΙΚΤΕΣ. Πολλές παράμετροι παίζουν ρόλο ώστε το τηλεριάλιτι που εκτυλίσσεται σε απομονωμένες παραλίες του Αγίου Δομίνικου να είναι αυτό λέγεται «talk of the town», υποστηρίζουν άνθρωποι της τηλεόρασης. Ο ανθρώπινος παράγοντας είναι καθοριστικός, λένε. Τα μέλη των δύο ομάδων είναι –υποστηρίζουν –υποψιασμένα, απενοχοποιημένα συγκριτικά με εκείνους που είχαν λάβει μέρος στο παρελθόν, προσφέροντας ελκυστικό υλικό. «Πριν από 14 χρόνια η συστολή που προκαλεί το καινούργιο και άρα άγνωστο έκανε τους τότε παίκτες να είναι σφιγμένοι» εξηγεί στέλεχος του τηλεοπτικού χώρου με πολυετή εμπειρία. «Τώρα οι παίκτες δεν έχουν συστολές και αυτό φαίνεται» ολοκληρώνει τη σκέψη του.
ΕΞΩΤΙΣΜΟΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΣΤΟΥΝΤΙΟ. Ισχυρό στοιχείο για την υψηλή απόδοση του «Survivor» αποτελεί η διαφορετική εικόνα που έχει από προγράμματα τα οποία βρίσκονται «απέναντί» του. Σχεδόν ταυτόχρονα με την προβολή των επεισοδίων του, ο ανταγωνισμός έχει τοποθετήσει μουσικό σόου ταλέντων ή τοκ σόου. Αν και είναι προσεγμένες παραγωγές, υστερούν συγκριτικά διότι είναι προγράμματα στούντιο. «Το “Survivor” πουλάει το στοιχείο του εξωτισμού, την απομονωμένη παραλία, τα τιρκουάζ νερά με τα αφρισμένα κύματα που οριοθετούν το τέλος του υφλου και την αρχή του ωκεανού στην Καραϊβική. Η θέα του ακάλυπτου σώματος –οι κοιλιακοί του Σπαλιάρα, τα τατού των κοριτσιών –έχει το στοιχείο της ίντριγκας» εξηγεί άνθρωπος του τηλεοπτικού χώρου, προσθέτοντας ένα κομμάτι στην εικόνα του «φαινομένου Survivor». Στα συν προσμετρώνται οι δοκιμασίες στις οποίες υποβάλλονται κάθε φορά οι ομάδες. «Είναι σαφώς πιο εύκολες από εκείνες των προηγούμενων “Survivor”, αλλά η πρακτική επικράτηση πόντο πόντο ενισχύει το στοιχείο του ανταγωνισμού και κάνει ακόμα πιο ελκυστική την αναμέτρηση για τους θεατές» λένε οι ειδικοί.
ΟΙ ΝΕΟΙ ΘΕΑΤΕΣ. Το πρόγραμμα αμέσως μαγνήτισε το ενδιαφέρον νεαρών τηλεθεατών (άνω των 14-16 ετών) και ήταν αναμενόμενο. Διότι για μια γενιά τηλεθεατών το «Survivor» είναι πρωτόγνωρο. «Το βλέπει μια γενιά που το 2003 δεν υπήρχε, με την έννοια ότι ήταν αγέννητη ή σε νηπιακή ηλικία» προσθέτει τηλεοπτικός παραγωγός. Ο σημερινός 16άρης, δηλαδή, τότε έβλεπε «Στρουμφάκια» ή «Πέπα το γουρουνάκι». «Επειτα, οι σημερινοί έφηβοι είναι συνηθισμένοι στα τάλεντ σόου, τα οποία ακολούθησαν τα ριάλιτι εγκλεισμού τύπου “Big Brother” ή το “The Wall” και το “Bar”» συμπληρώνει άλλη τηλεοπτική πηγή.
Εχει σημασία, προσθέτουν οι άνθρωποι του τηλεοπτικού χώρου, το momentum, η στιγμή δηλαδή, το χρονικό περιβάλλον στο οποίο μεταδίδεται το τηλεριάλιτι του Σκάι. «Καλύπτει ένα μεγάλο κενό» παρατηρεί έμπειρος παράγοντας της τηλεοπτικής αγοράς, με θητεία σε υψηλόβαθμες θέσεις καναλιών. «Το “Survivor” βασιλεύει», συνεχίζει, «σε ένα περιβάλλον στο οποίο το πρόγραμμα έχει απαξιωθεί. Η συνολική προσφορά προγράμματος είναι πιο φτωχή εξαιτίας της οικονομικής κρίσης και επιπλέον το Mega λείπει από τη γενική εικόνα από τη στιγμή που δεν έχει νέα προγράμματα. Επειτα, η ελληνική μυθοπλασία δεν είναι ελκυστική είτε διότι δεν έχει να προτείνει κάτι νέο –εξαίρεση ήταν η σειρά “Η λέξη που δεν λες” του Θοδωρή Παπαδουλάκη, αλλά σε σημαντικό ποσοστό ο τομέας μυθοπλασίας αποτελείται από σειρές που συνεχίζονται για δεύτερη ή τρίτη σεζόν. Ακόμα και η νέα πρόταση “Στο καλό γλυκιά μου συμπεθέρα” του Λευτέρη Παπαπέτρου, με το ιδιαίτερο στυλ γραφής και το σκεπτόμενο –μαύρο –χιούμορ, απευθύνεται σε τηλεθεατές με ιδιαίτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά».
ΧΩΡΙΣ ΣΕΙΡΕΣ. Αν για τα κανάλια και τα στελέχη τους «στο τέλος της ημέρας το μερίδιο τηλεθέασης 60% είναι εκείνο που μετράει», θεωρητικοί της τηλεόρασης φωτίζουν την άλλη όψη του νομίσματος «Survivor».
«Δεν υπάρχει τίποτε άλλο στην ελληνική τηλεοπτική πραγματικότητα εκτός από το “Survivor” και μουσικά τάλεντ σόου –σε μια χώρα με συρρικνωμένη πλέον μουσική δισκογραφία, δημιουργία και απορρόφηση» υποστηρίζουν, υπογραμμίζοντας το έλλειμμα ικανού αντίβαρου στη μυθοπλασία.
Πίσω στο 2003 ο τηλεθεατής είχε τη δυνατότητα επιλογής, εκτός από τα κάθε είδους προγράμματα ριάλιτι, ανάμεσα σε ένα σεβαστό πλήθος σειρών, όπως για παράδειγμα οι «Είσαι το ταίρι μου», «Οι στάβλοι της Εριέττας Ζαΐμη», «Αμαρτίες γονέων», «Λένη», «Το καφέ της Χαράς», «Κλείσε τα μάτια». «Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι τότε, εκτός από τα ριάλιτι προγράμματα, μετρούσαμε και 30 σειρές ανά σεζόν, υπήρχε μια τηλεοπτική παραγωγή που ανθούσε» επισημαίνει συστηματικός παρατηρητής του τηλεοπτικού πεδίου. «Ουσιαστικά τη σεζόν που διανύουμε οι προσφερόμενες επιλογές κατευθύνουν τον τηλεθεατή και το συγκεκριμένο πρόγραμμα είναι ο ορισμός της εφήμερης τηλεθέασης. Πρόκειται για αρπαχτή τηλεθέασης, κατά το κοινώς λεγόμενο» υποστηρίζει θεωρητικός της τηλεόρασης. «Είναι μια επιλογή χωρίς αύριο. Ενας σταθμός –όποιος κι αν είναι αυτός –που επενδύει σε μια τέτοια παραγωγή στερείται της προοπτικής να αναπτύξει την τηλεθέασή του από τη στιγμή που δεν μπορεί να την αξιοποιήσει στο μέλλον. Τηλεόραση σημαίνει να “χτίζεις” πρόγραμμα, άρα τηλεθέαση, που θα την κομίζει ο σταθμός από σεζόν σε σεζόν. Το 60% που καταγράφεται τώρα πώς θα διατηρηθεί, εν προκειμένω στον Σκάι, με την ολοκλήρωση του “Survivor”;» ολοκληρώνει τον προβληματισμό του.
ΕΝΣΤΑΣΕΙΣ. Το στοιχείο της φύσης είναι ασφυκτικά απομονωμένο στην εικόνα του ριάλιτι, υποστηρίζουν μελετητές της ελληνικής τηλεοπτικής πραγματικότητας. «Είναι μια εικόνα στο πουθενά, χωρίς τόπο και χώρο» θεωρούν. Αλλά και για τα πρόσωπα που συμμετέχουν έχουν τις ενστάσεις τους. Ο τηλεθεατής, υποστηρίζουν, δεν μπορεί να ταυτιστεί με τα μέλη των ομάδων. «Μοιάζουν με τύπους της διπλανής πόρτας. Ομως δεν είναι. Δεν αντανακλάται η πραγματικότητα, αλλά μια ακραία μορφή της. Απλώς μιλούν ελληνικά. Nαι μεν δεν βράζουν μέσα σε ένα καζάνι τον πιο αντιπαθητικό ή επικίνδυνο συμπαίκτη τους, αλλά ψηφίζουν δημοκρατικά (;) για να τον ξεφορτωθούν» σημειώνει με κριτική προσέγγιση παρατηρητής της τηλεόρασης. Ακόμα και οι δοκιμασίες στις οποίες υποβάλλονται οι δύο ομάδες δεν αποβλέπουν στην ανάδειξη ικανοτήτων, δεξιοτήτων, αλλά ουσιαστικά μεταμορφώνονται σε αναμέτρηση μεταξύ «χορτάτων» και «νηστικών». Επιπλέον, οι σκεπτικιστές της τηλεόρασης υποστηρίζουν ότι η αισθητική της εικόνας των «Survivor» που είχαμε δει από το Mega ήταν καλύτερη από του σημερινού και ισχυρίζονται ότι προγράμματα της συγκεκριμένης τυπολογίας «με την τακτική της δίωρης ή και τρίωρης διάρκειας είναι χωρίς αντίκρισμα στον πολιτισμό του τόπου και στην κουλτούρα του».