Στην κατά Τόνι Κούσνερ διασκευή της «Φρεναπάτης», του ομώνυμου έργου που έγραψε ο Πιερ Κορνέιγ το 1636, ένας μεγαλοδικηγόρος από την Αβινιόν αναζητά τον γιο του που έχει εξαφανιστεί, διωγμένος σχεδόν από την τυραννική συμπεριφορά του πατέρα του. Οταν όλες του οι προσπάθειες αποδεικνύονται άκαρπες, καταφεύγει στον μάγο Αλκάντρ ο οποίος του «δείχνει» κομμάτια κι αποσπάσματα από τη ζωή του γιου του όλα αυτά τα χρόνια που έλειπε. Μια ζωή στην κόψη του ξυραφιού, γεμάτη περιπέτειες, ανατροπές, καταστροφές, δράματα, συγκρούσεις, πόνο, θάνατο. Που προχωράει όμως με οδηγό την ποίηση και τη διαρκή αναζήτηση της αγάπης. Μέχρι που ο πατέρας, συντετριμμένος πια, βλέπει το παιδί του να πεθαίνει, εκεί, μπροστά στα μάτια του. Τότε μόνο ο μάγος τού αποκαλύπτει ότι τίποτα απ’ όσα είδε δεν είναι αληθινό, αφού στην πραγματικότητα έβλεπε σκηνές από τα έργα που έπαιζε ο γιος του ο οποίος εν τω μεταξύ είχε γίνει ηθοποιός.
Αυτή η (σατανική όπως αναφέρεται στο έργο) φρεναπάτη, αυτό το τέχνασμα «φτιαγμένο από μαλλί της γριάς κι ωραία λόγια, χειροπιαστό όσο και μια σαπουνόφουσκα» που κάνει το θέατρο να μοιάζει με πραγματικότητα, παραμορφώνει ενίοτε και την πραγματικότητα έτσι ώστε να μην είναι σαφές πού τελειώνουν οι ανοχές της και πού αρχίζει το θέατρο. Αυτό ακριβώς βλέπουμε να συμβαίνει τις τελευταίες μέρες με την απίθανη ιστορία της Πέμης Ζούνη και το εκτόπλασμα του Ανγκ Λι που υποτίθεται ότι την σκηνοθέτησε στο «… και Ιουλιέτα» του Ακη Δήμου. Διαγώνια να διαβάσει κανείς τα σχετικά ρεπορτάζ, λίγο να γνωρίζει την ανεκδοτολογία του θεατρικού χώρου, δεν είναι δύσκολο να καταλάβει τι περίπου συνέβη. Πώς μπερδεύτηκαν φρεναπάτες, αυταπάτες και απάτες με αναδευτήρα τη ματαιοδοξία των ανθρώπων.
Διότι, τελικά, αυτά καθαυτά τα γεγονότα λίγη σημασία έχουν. Κατά πόσον εξαπατήθηκε δηλαδή η κυρία Ζούνη ή ενέδωσε σε μια απάτη ή, όταν άρχισε να την αντιλαμβάνεται ήταν πλέον πολύ αργά για να κάνει πίσω. Αυτό που στην ουσία αναδύεται από τον ορίζοντα της επικαιρότητας είναι ο επαρχιωτισμός που γυρίζει την πλάτη στα εδώδιμα αγωνιώντας να λουστεί στην αντανάκλαση μιας έστω και μονταρισμένης αχτίδας των αποικιακών. Μόνο που το θέατρο δεν είναι μπακάλικο. Είναι, όπως το είχε πει η Σάρα Μπερνάρ, ένα είδος θρησκείας γιατί, αν το πιστέψεις, μπορεί να σε σώσει. Ακόμη κάνοντας και θαύματα αφού, στην προκειμένη περίπτωση, φαίνεται ότι τελικά αυτή η παράσταση σκηνοθετήθηκε από μόνη της. Η μόνη δικαιολογία που μπορώ, τουλάχιστον εγώ, να αναγνωρίσω στα «δεν ήξερα, δεν κατάλαβα» της Πέμης Ζούνη είναι τα λόγια με τα οποία αναφέρεται στους ηθοποιούς ο μάγος Αλκάντρ στο έργο του Κορνέιγ : «Ω Θεέ μου, ω Θεέ μου, αυτοί οι ονειροπαρμένοι, αυτά τα κωμικά όντα, φτιαγμένα από ψευδαίσθηση και πραγματικότητα, ξεφεύγουν και ξεγλιστρούν…».