…τίποτα δεν τελειώνει. Αυτή είναι η ελεύθερη μετάφραση του «It ain’t over till the fat lady sings». Εκφραση από την εποχή που ο χαρακτηρισμός «χοντρή» δεν αποτελούσε εμφανισιακό ρατσισμό. «Χοντρή κυρία» αποκαλούσαν τότε τη σοπράνο της όπερας: τα παραπανίσια κιλά συνέβαλλαν στα φωνητικά προσόντα –ή έτσι τουλάχιστον πίστευαν εκείνα τα χρόνια. Συνεπώς, η όπερα δεν τελειώνει αν δεν τραγουδήσει την άρια η ευμεγέθης αοιδός.
Δύο οι ερμηνείες εδώ, η μεταφορική και η κυριολεκτική.
«Πρώτα πρέπει να ολοκληρωθεί κάτι και μετά να το κρίνουμε».
«Κάνε υπομονή, μαλάκα μου, αν δεν τραγουδήσει η “χοντρή” δεν θα απαλλαγούμε από το μαρτύριο».
Και με τις δύο ερμηνείες, η έκφραση κουμπώνει στα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής που πλέον παίρνει στεφάνι και γεράνι και μετακομίζει στο Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος, αφήνοντας πίσω της τα ταπεινά Ολύμπια που αγαπήσαμε: ένα θέατρο που δεν το έλεγες και Royal Opera House, θα μας λείψει ωστόσο, ενταγμένο όπως ήταν στην καρδιά της πόλης. Ενα αθηναϊκό σημείο αναφοράς, ένα ορόσημο χάνεται, καθώς η ΕΛΣ θα ζήσει (και θα ευτυχήσει;) στη χλιδή της Καλλιθέας πνιγμένη στα σατέν και τα γκερλέν.
Μόλις ανακοινώθηκε η μετακόμιση της ΕΛΣ στο ΙΣΝ (αγαπώ τα αρχικά) αδελφές και παλικάρια γίναμε μαλλιά κουβάρια. Κι ας μην έχουμε ακούσει μερικοί μία νότα, μία, από όπερα. Ακόμα κι αν θεωρούμε την «Τόσκα» κολόνια και την «Κάρμεν» αποκριάτικη στολή, πιάσαμε στασίδι, μη μας πάρουν τη θέση στο ξεκατίνιασμα. Πριν τραγουδήσει η χοντρή κυρία, τα χώσαμε εις εαυτούς και αλλήλους: η νέα στέγη είναι καλή, κακή, κόσμημα, κιτσαριό, ψηλή, κοντή, κομπλεξική, δεν έχει πάρκινγκ (νομίζω), δεν έχει αρχοντιά, δεν έχει τσίπα πάνω της.
Χίλιες φορές καλύτερα να είχε στεγαστεί η Λυρική στο Μέγαρο Μουσικής. Γνώμη μου. Το Μέγαρο βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας κι έχει πολλές και καλές αίθουσες. Πρόσφατα η «Μπατερφλάι» αλλά και η «Τραβιάτα» –αμφότερα σε σκηνοθεσία του μεγάλου Πετρόπουλου –ήταν χάρμα ώτων και οφθαλμών στην αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη.
Γιατί δεν φιλοξενήθηκε στο Μέγαρο ειλικρινά δεν ξέρω. Αλλά δεν είναι τρελό, πρώτα να κρίνω κάτι και μετά να πάω να το δω; Κι αν δε μου αρέσει δεν ξαναπάω, ρε παιδί μου, απλά πράγματα.
Αν διαχωρίσουμε τη λογική από το συναίσθημα, θα παραδεχτούμε πως καλά, χρυσά και άγια τα Ολύμπια, αλλά την έβλεπες πια πάνω τους τη φθορά του χρόνου. Υπήρχαν και ακουστικά θέματα αλλά και προβλήματα στη θέαση –κυρίως όταν η κυρία με το διώροφο κρεπαρισμένο μαλλί υψωνόταν περήφανη στο μπροστινό σου κάθισμα.
Ας δώσουμε μια ευκαιρία στη Λυρική, γιατί αν δεν τραγουδήσει η σοπράνο, αυλαία δεν πέφτει. Κι αν δεν πέσει η αυλαία, δεν μπορούμε, δεν γίνεται, δεν είναι δυνατόν, να κρίνεις. Τίποτα και κανέναν.
Ακόμα κι αν είσαι Ελληνας. Ακόμα κι αν διαχρονικά μέσα μας μπερδεύονται γλυκά ο «Γάμος του Φίγκαρο» με τον «Γάμο του Καραγκιόζη».