Ξεκινούν ανάποδα. Το είχε πει πριν από λίγα χρόνια σε μια συνέντευξή της η Γαλλίδα Ζιλιέτ Γκρεκό, με αφορμή τους αντίστοιχους μουσικούς τηλεοπτικούς διαγωνισμούς που προβάλλονταν στην πατρίδα της. Αυτά τα νέα παιδιά που ονειρεύονται να γίνουν τραγουδιστές παρασύρονται από την εφήμερη δόξα και ακολουθούν τον ανάποδο δρόμο. Πρώτα συστήνονται στο μεγαλύτερο κοινό, αυτό της τηλεόρασης, και μετά το κοινό παίρνει αναγκαστικά την κατιούσα. Οσο διαρκεί το talent show στο οποίο συμμετέχουν, γίνονται ευρέως γνωστά, αποκτούν θαυμαστές, φωτογραφίζονται, δίνουν συνεντεύξεις και αυτόγραφα. Τι γίνεται όμως όταν σβήσουν τα φώτα;
Είθισται η πορεία, για να είναι ανοδική, να ξεκινά από το λίγο για να φτάσει στο πολύ, από κάτω προς τα πάνω, από τα χαμηλά στα ψηλά. Πρώτα τραγουδάς στο μπάνιο σου, μετά στους δικούς σου και στους φίλους σου και αργότερα, αν η φωνή σου έχει κάτι το ξεχωριστό, κάποιος θα σε ακούσει και θα σε πάει στην εταιρεία, στους ειδικούς. Μέχρι να κάνεις τον δικό σου δίσκο, τα πράγματα πηγαίνουν με βήμα σημειωτόν. (Για να πούμε την αλήθεια, δίσκοι σήμερα ή CD δεν υπάρχουν, ενώ υπάρχουν καριέρες που βασίζονται στο YouTube, κυρίως όμως στο εξωτερικό.)
Αυτή η ανάποδη διαδρομή ίσως να είναι μια εξήγηση για την επιτυχία που (δεν) έχουν τα νέα παιδιά, νικητές ή όχι, των μουσικών διαγωνισμών. Χάνουν τον προσανατολισμό τους. Πάνε με την όπισθεν. Γιατί μετά την κριτική που ακούν κατά τη διάρκεια των ζωντανών μεταδόσεων, βγαίνουν στην αληθινή ζωή. Προφανώς οι κριτές και καλόπιστοι είναι και γνώσεις έχουν. Δεν είναι εκεί το θέμα. «Η φωνή», «το αστέρι» ή αυτό το «κάτι» μπορεί να βρεθεί οπουδήποτε. Ενδεχομένως και σε αυτούς τους διαγωνισμούς. Αρκεί να είναι σαφές για όλους ότι κρινόμενοι και κριτές είναι μέρος ενός τηλεοπτικού προϊόντος, και η τηλεθέαση ανήκει στα κανάλια. Για να μην τρέφουν ψευδαισθήσεις.