Μια παράσταση φάντασμα ανέβηκε και κατέβηκε πρόσφατα στην Αθήνα. Μια ηθοποιός αποφάσισε να στήσει μια παραγωγή και να την προτείνει σε ένα σοβαρό πολιτιστικό ίδρυμα, που φέρει το όνομα ενός διεθνούς έλληνα σκηνοθέτη, που δεν ζει πια.
Οι ανακοινώσεις έγιναν εγκαίρως. Τα δελτία Τύπου και οι φωτογραφίες δόθηκαν στα μέσα ενημέρωσης, για την προώθηση της δουλειάς. Την παράσταση θα σκηνοθετούσε ένας ταϊβανέζος, βραβευμένος με Οσκαρ, δημιουργός μεγάλων κινηματογραφικών επιτυχιών. Ολοι κι όλα κινήθηκαν γύρω από αυτό το όνομά του. Λογικό. Δεν ήταν και λίγο…
Οι πρόβες άρχισαν στην ώρα τους. Οι παραστάσεις ξεκίνησαν. Αδιάφορο αν πήγαν καλά ή όχι. Και ως φάντασμα, η αυλαία έπεσε πριν ολοκληρωθεί ο κύκλος τους. Αλλά δεν είναι εκεί το θέμα.
Πού είναι το θέμα; Στις ευθύνες που όλοι και ο καθένας ξεχωριστά προσπαθούν, κατόπιν εορτής, να αποποιηθούν –κάποιοι ζητώντας ακόμα και τα ρέστα.
Αφού αποδείχθηκε ότι οι φωτογραφίες της με τον ταϊβανέζο σκηνοθέτη ήταν προϊόν μοντάζ, η ηθοποιός έδωσε, με καθυστέρηση, κάποιες δικές της (ακατανόητες) εξηγήσεις. Το Ιδρυμα είχε νωρίτερα δημοσιοποιήσει τις θέσεις, την έκπληξή του και ξεκίνησε έρευνα. Ο συγγραφέας του έργου (Ελληνας αυτός) είπε, μετά, τα δικά του…
Ευτυχώς που προχθές, η ατζέντισσα του Ταϊβανέζου, όταν ρωτήθηκε από «ΤΑ ΝΕΑ», έκλεισε την υπόθεση δηλώνοντας την πλήρη άγνοια του σκηνοθέτη.
Αναρωτιέμαι λοιπόν: Οσον καιρό η παράσταση προετοιμαζόταν, ο Ανγκ Λι δεν πέρασε το κατώφλι του Ιδρύματος Μιχάλης Κακογιάννης, δεν έστειλε γράμμα, mail, SMS, ούτε έδωσε σημείο ζωής. Ουδείς προβληματίστηκε; Ουδείς, από όλους αυτούς τους εμπλεκομένους, δεν αναρωτήθηκε, δεν ψυλλιάστηκε ότι κάτι δεν πάει καλά; Ο συγγραφέας, ο σκηνογράφος, ο φωτιστής, ένας εκπρόσωπος του Ιδρύματος, ένας περαστικός, έστω.
Οχι, δεν μπορεί να γίνονται έτσι οι δουλειές. Εκτός να θεωρήσουμε τελείως περιττή τη σκηνοθεσία στο θέατρο. Και την κρατήσουμε για τη ζωή…