Η τηλεθέαση της σατιρικής κυριακάτικης εκπομπής του Αριεντ Λούμπαχ «Zondag met Lubach» ήταν ιδιαίτερα υψηλή στις 19 Φεβρουαρίου, όταν ο 39χρονος παρουσιαστής έδειξε, προκαλώντας γέλια στους τηλεθεατές, ότι «στην πραγματικότητα τα λόγια και το πρόγραμμα του ακροδεξιού Χερτ Βίλντερς είναι κενό γράμμα». Τις ημέρες εκείνες ο ηγέτης του Κόμματος για την Ελευθερία (PVV) ήταν ακόμη πρώτος στις δημοσκοπήσεις και οι αναλύσεις γύρω από το τι θα σημάνει για την Ευρώπη η ανάδειξη του PVV ως πρώτου κόμματος στις εκλογές της 15ης Μαρτίου γέμιζαν σελίδες σε εφημερίδες και σάιτ ανά τον κόσμο.

Τελευταίως, όμως, ο λαϊκιστής ηγέτης εμφανίζεται να χάνει το προβάδισμα, που για αρκετούς μήνες προκαλούσε ρίγη στην Ευρώπη για την αναπόφευκτη άνοδο του λαϊκισμού την εποχή του Brexit και του Τραμπ, και να έχει περάσει στη δεύτερη θέση πίσω από το Λαϊκό Κόμμα για την Ελευθερία και τη Δημοκρατία (VVD) του σημερινού πρωθυπουργού Μαρκ Ρούτε. Ομως, η διαφορά παραμένει μικρή για να χαρακτηριστεί ικανή να ανατρέψει τους πολιτικούς συσχετισμούς τέσσερις μόλις ημέρες πριν ανοίξουν οι κάλπες και με την προεκλογική περίοδο να διανύει την κρισιμότερη φάση.

Η έκπληξη φαίνεται να έρχεται από τα μικρότερα φιλευρωπαϊκά και προοδευτικά κόμματα ιδίως μετά το κρίσιμο ντιμπέιτ της περασμένης Κυριακής στο θέατρο Καρέ του Αμστερνταμ. Το κλείσιμο του ντιμπέιτ, το οποίο είδαν 1,3 εκατ. Ολλανδοί σε ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση, μεταξύ των ηγετών των οκτώ μεγαλύτερων κομμάτων, πλην του Βίλντερς, βρήκε τον Γέσε Κλάβερ, τον αρχηγό των φιλευρωπαϊκών Πράσινων Αριστερών (GroenLinks), νικητή της βραδιάς. Την επόμενη μέρα ο 31χρονος πολιτικός με πατέρα μαροκινής καταγωγής κατέγραψε ένα ακόμη προβάδισμα, αυτή τη φορά στην ιστοσελίδα της Google, ειδικά φτιαγμένη για τις ολλανδικές εκλογές, θέση που κατείχε αδιαλείπτως μέχρι τότε ο Βίλντερς.

Οι μιντιακές επιδόσεις του ηγέτη των Πράσινων Αριστερών θα μπορούσαν να κινούνται απλά και μόνο στη σφαίρα του συμβολισμού αν δεν υποστηρίζονταν από τις νεότερες δημοσκοπήσεις, που θέλουν το GroenLinks μαζί με δύο άλλα φιλευρωπαϊκά κόμματα, τους κεντρώους Δημοκράτες 66 (D66) του Αλεξάντερ Πέχτολντ και τη Χριστιανοδημοκρατική Εκκληση (CDA) του Σίμπραντ Μπούμα, να κερδίζουν έδαφος εις βάρος του Βίλντερς αλλά και του Ρούτε.

Οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις δείχνουν τους Μπούμα και Πέχτολντ να έχουν ανέβει κατά τρεις έδρες με προοπτική να κερδίζουν πλέον 21 και 17 αντίστοιχα από τις 150 έδρες της ολλανδικής Κάτω Βουλής. Στις 17 έδρες βρίσκεται και το κόμμα του Κλάβερ, ισχυροποιώντας τις απόψεις πολιτικών αναλυτών ότι στο σκηνικό της προεκλογικής εκστρατείας διαμορφώνεται πλέον ένα ισχυρό μέτωπο φιλευρωπαϊστών κομμάτων, τα οποία ενδέχεται να παίξουν ρόλο-κλειδί στον σχηματισμό της επόμενης κυβέρνησης συνασπισμού. Ο Κλάβερ, άλλωστε, ζήτησε πρόσφατα ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των κομμάτων της Αριστεράς για να αποφευχθεί η επιστροφή του Μαρκ Ρούτε στην εξουσία.

Βάσει των τελευταίων δημοσκοπήσεων ο Βίνλντερς θα λάβει 25 έδρες –τέσσερις λιγότερες σε σύγκριση με μία εβδομάδα νωρίτερα -, ενώ ο Ρούτε θα βρεθεί στο νέο Κοινοβούλιο με 24 έδρες. Μπορεί η αρχική εκτίμηση, που προέβλεπε ότι η προεκλογική διαμάχη θα επικεντρωνόταν στα δύο δεξιά κόμματα, να επαληθεύεται εν μέρει, όμως στην κούρσα της τελικής ευθείας μπαίνουν ισχυρά τρία ακόμη κόμματα, τα CDA, D66 και GroenLinks. Σε πρόσφατη συνέντευξή του ο Μπούμα επιδίωξε να κάνει «πρωθυπουργική» εμφάνιση, αμφισβητώντας αν ο Ρούτε θα πρέπει να παραμείνει πρωθυπουργός βάσει των ποσοστών που καταγράφει το κόμμα του στις δημοσκοπήσεις. Μερικές εβδομάδες νωρίτερα είχε κατηγορήσει τον Ρούτε ότι έχει υποκύψει στα χαρακτηριστικά της αλαζονείας που προκαλεί η εξουσία. Ο 51χρονος πολιτικός, ο οποίος χαρακτηρίζεται από έντονη αίσθηση χιούμορ, είχε συστηματικά αρνηθεί να συμμετέχει σε παρασκηνιακές συζητήσεις με την κυβέρνηση Ρούτε. Η στάση του χαρακτηριζόταν μέχρι πρότινος ακατανόητη από το πολιτικό κατεστημένο της Χάγης. Σήμερα, όμως, εκτιμάται ότι θα παίξει ρόλο-κλειδί στη διαμόρφωση της επόμενης κυβέρνησης.

Οι εκτιμήσεις οι οποίες προέβλεπαν από τα αρχικά στάδια της προεκλογικής διαμάχης ότι ο μεγάλος χαμένος των φετινών εκλογών θα είναι το Εργατικό Κόμμα (PvdA), ο μειοψηφικός εταίρος της σημερινής κυβέρνησης, φαίνεται να επαληθεύονται. Οπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, το PvdA θα υποστεί σημαντικές απώλειες.

Οι εσωκομματικές κόντρες και η κρίση ηγεσίας δεν ευνόησαν το κόμμα του Γερούν Ντεϊσελμπλούμ, παρά την εντυπωσιακή άνοδο που κατέγραψε στις εκλογές του 2012. Σήμερα, όμως, αδυνατεί να προτάξει μια ισχυρή εναλλακτική πολιτική πρόταση και να στρέψει ψηφοφόρους προς το μέρος του, αν και ορισμένοι πολιτικοί αναλυτές θεωρούσαν ότι η ανάδειξη του Λόντεβαϊκ Ασερ στο τιμόνι του κόμματος θα ενίσχυε τη δημοτικότητά του. Το άλλοτε κραταιό Εργατικό Κόμμα βρίσκεται πλέον στην έβδομη θέση των δημοσκοπήσεων, ενώ το ντιμπέιτ της περασμένης Κυριακής κατέταξε τον αρχηγό του και αντιπρόεδρο της σημερινής κυβέρνησης στην προτελευταία θέση ανάμεσα στις προτιμήσεις των τηλεθεατών. Τελευταία ήταν η Μαριάν Τίμε του Κόμματος για τα Δικαιώματα των Ζώων (PvdD).

Η προσπάθεια του Ασερ να αποσοβήσει τη δυσαρέσκεια των Ολλανδών για τον «αθέμιτο ανταγωνισμό» που δέχονται στην αγορά εργασίας από Ανατολικοευρωπαίους με χαμηλότερες αμοιβές δεν έχει βρει αντίκρισμα. Η σχετική ευρωπαϊκή οδηγία για τους επονομαζόμενους «posted workers» βρίσκεται ακόμη υπό αναθεώρηση. Ενώ η συμμετοχή του PvdA ως μειοψηφικού εταίρου στη σημερινή κυβέρνηση δυσαρέστησε αρκετούς ψηφοφόρους, οι οποίοι είδαν τους εκπροσώπους τους να απομακρύνονται από τις αρχές της σοσιαλδημοκρατίας και να συνυπογράφουν τη φιλελεύθερη πολιτική του VVD, η οποία συνδυάστηκε με μέτρα λιτότητας με άμεσο αρνητικό αντίκτυπο στο κοινωνικό κράτος.

Μπορεί οι επίσημες στατιστικές να εμφανίζουν την Ολλανδία να ξεπερνά τις επιδόσεις των άλλων κρατών της ΕΕ και να αναπτύσσεται με ρυθμό 2,3%, ενώ η ανεργία δεν ξεπερνά το 5,5%, όμως οι επιπτώσεις της λιτότητας στο κοινωνικό κράτος έχουν ανησυχήσει και θυμώσει αρκετούς ψηφοφόρους. Δεν ήταν τυχαίο ότι στο κρίσιμο ντιμπέιτ οι οκτώ ηγέτες αντάλλαξαν τα ξίφη τους όχι μόνο για την Ευρώπη και για την ταυτότητα των Ολλανδών την εποχή της μεταναστευτικής κρίσης, αλλά κυρίως γύρω από το σύστημα υγείας (η συμμετοχή στις ιατρικές δαπάνες έχει διπλασιαστεί τα τελευταία χρόνια), όπως και το όριο συνταξιοδότησης και την πιθανή επαναφορά του στα 65 έτη. Σύμφωνα με έρευνες, η υγεία είναι το κυριότερο θέμα που απασχολεί τους ψηφοφόρους.

Με το 40% των ψηφοφόρων να δηλώνουν ακόμη αναποφάσιστοι και 28 υποψήφια κόμματα –εκ των οποίων 15 θεωρείται ότι θα εισέλθουν στη νέα Βουλή -, το αποτέλεσμα της Τετάρτης θεωρείται ακόμη μη προβλέψιμο τουλάχιστον όσον αφορά το ποιο κόμμα θα αναδειχθεί πρώτο. Η ανησυχία για έναν ισχυρό Βίλντερς παραμένει έντονη. Μπορεί τα κυριότερα κόμματα να έχουν αποκλείσει πιθανή συνεργία με τον ακροδεξιό ηγέτη για τον σχηματισμό κυβέρνησης και οι αναλυτές να αποκλείουν ότι θα γίνει πρωθυπουργός, όμως γνωρίζουν ότι ένας ισχυρός Βίλντερς ακόμη και από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης αναμένεται να ανατρέπει αποφάσεις και νομοσχέδια αλλά και να στρέφει την πολιτική ατζέντα ολοένα περισσότερο προς τα δεξιά.

Κάτι που έχει ήδη γίνει και κυρίως στην περίπτωση του Ρούτε, ο οποίος υπό την πίεση να αποτρέψει φυγή των ψηφοφόρων του προς τα δεξιότερα άκρα, μετακινήθηκε ο ίδιος προς την ατζέντα Βίλντερς, υιοθετώντας πιο σκληρή στάση έναντι της Ευρώπης και των μεταναστών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η σύστασή του προς «τους ανθρώπους που αρνούνται να προσαρμοστούν, που επικρίνουν τις συνήθειές μας και απορρίπτουν τις αξίες μας», προτείνοντάς τους «συμπεριφερθείτε κανονικά ή φύγετε», σε ανοιχτή επιστολή, απευθυνόμενος στο σύνολο των Ολλανδών.

Τις τελευταίες μέρες, τόσο ο Ρούτε όσο και οι υπόλοιποι ηγέτες διασχίζουν αρκετά χιλιόμετρα καθημερινά για να προωθήσουν την προεκλογική τους εκστρατεία, η οποία θα κλείσει με δύο ντιμπέιτ. Το πρώτο μεταξύ Ρούτε και Βίλντερς τη Δευτέρα και το δεύτερο ανάμεσα σε όλους τους αρχηγούς των υποψήφιων κομμάτων την παραμονή των εκλογών.

Μαρκ Ρούτε

Εγινε πρωθυπουργός το 2010, στα 43 του χρόνια. Παρά την φθορά της εξουσίας, το κεντροδεξιό Λαϊκό Κόμμα για την Ελευθερία και τη Δημοκρατία του οποίου ηγείται αντέχει στις δημοσκοπήσεις – εάν δεν υπάρχει κάποια κρυφή ψήφος υπέρ της Ακρας Δεξιάς που δεν έχουν εντοπίσει οι δημοσκόποι, μπορεί να βγει και πρώτο. Σε κάθε περίπτωση, ο ίδιος πρέπει να λάβει υπόψη του αυτό που συμπύκνωσαν σε μια φράση οι «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς»: «Πλούσιοι αλλά θυμωμένοι».

Σίμπραντ Μπούμα

Είναι ο ηγέτης της Χριστιανοδημοκρατικής Εκκλησης. Γιος και εγγονός πολιτικών, κρατάει τα ηνία του κόμματος από το 2012. Εναν χρόνο αργότερα συμμετείχε στη λεγόμενη «Συμφωνία της άνοιξης» με τις κύριες πολιτικές δυνάμεις, αντικείμενο της οποίας ήταν η ψήφιση του προϋπολογισμού. Στις τελευταίες δημοσκοπήσεις εμφανίζεται ενισχυμένος – υπό την προϋπόθεση πάντα ότι έχουν χάσει την κρυφή ψήφο και οι ολλανδοί δημοσκόποι.

Γέσε Κλάβερ

Γίνεται να περιμένουν υπομονετικά στην ουρά μια παγωμένη Δευτέρα εκατοντάδες πολίτες για να μπουν σε μια αίθουσα και να ακούσουν έναν πολιτικό; Γίνεται στην περίπτωση του 30χρονου ηγέτη των Πράσινων Αριστερών που φαίνεται να είναι ο μεγάλος κερδισμένος των εκλογών. Πώς μάγεψε τους συμπολίτες του; Με ένα πρόγραμμα που συνδυάζει έναν αδιαπραγμάτευτο φιλευρωπαϊσμό με μια κλασική αριστερή ατζέντα. Και κάπως έτσι μπορεί και να τετραπλασιάσεις τις έδρες σου.

Αλεξάντερ Πέχτολντ

Περισσότερο από τον ηγέτη του κεντρώου D66, γνωστός στην υπόλοιπη Ευρώπη είναι ένας άλλος πρωτοκλασάτος του κόμματος: ο υπουργός Οικονομικών και επικεφαλής του Eurogroup Γερούν Ντεϊσελμπλούμ. Πρέπει να είναι, πάντως, ο μοναδικός πολιτικός στην Ευρώπη – αν όχι τον κόσμο – το επάγγελμα του οποίου είναι ιστορικός τέχνης, ενώ έχει εργαστεί και ως δημοπράτης έργων τέχνης. Πολιτικά είναι ο πρωθιερέας του κοινωνικού φιλελευθερισμού. Και τώρα τελευταία κάτι τσιμπάει στις δημοσκοπήσεις.

Μαριάν Τίμε

Κι όμως υπάρχει. Είναι το Κόμμα για τα Δικαιώματα των Ζώων και ηγέτης του είναι μια 45χρονη πολιτικός που εξελέγη πρώτη φορά βουλευτής στα 34 της χρόνια, ενώ είχε ιδρύσει το κόμμα της τέσσερα χρόνια νωρίτερα. Στο θέμα των δικαιωμάτων των ζώων ευαισθητοποιήθηκε από την εποχή των φοιτητικών της χρόνων. Κλείνει τις ομιλίες της στη Βουλή πάντα με την ίδια φράση: «Τέλος, είμαστε της άποψης ότι η βιομηχανία της κτηνοτροφίας πρέπει να κλείσει».