Οταν μιλάμε για γυναίκες στην πολιτική, έχουμε δύο εικόνες στο μυαλό μας. Από τη μια υπάρχει η αυστηρότητα της Ανγκελα Μέρκελ και της Τερίζα Μέι, με τα κοντοκομμένα μαλλιά και τα κοστούμια ανδρικού τύπου –γυναίκες που χαζεύεις γιατί τις σέβεσαι ή τις φοβάσαι. Στην άλλη πλευρά βρίσκονται οι αλαβάστρινες, γαλαζοαίματες πριγκίπισσες, με προεξάρχουσες τη βασίλισσα Ράνια και την Κέιτ Μίντλετον. Χόμπι τους; Οι φιλανθρωπίες.
Η πρώτη κατηγορία γυναικών κατάφερε να έχει πραγματική εξουσία, επειδή απέφυγε όλα εκείνα που χαρακτηρίζονται αμιγώς θηλυκά. Αυτές οι γυναίκες διεκδίκησαν πετυχημένα κυβερνητικές θέσεις, δεν πούλησαν ποτέ την προσωπική τους ζωή και σπανίως έκαναν παιδιά. Μερικές δεν βάφουν καν το πρόσωπό τους. Η δεύτερη κατηγορία βάσισε όλη της τη δημόσια παρουσία στην παράδοση. Πιστές σύζυγοι, καλλίγραμμες μητέρες και πάντα ένα βήμα πίσω από τους συζύγους τους. Κατάφεραν να καθιερωθούν, γιατί ξέρουν μέχρι πού μπορούν να φτάσουν.
Το τέλος της ιδιωτικότητας
Για όλες τις υπόλοιπες, που δεν είναι ούτε το ένα ούτε το άλλο, η ενασχόληση με τα κοινά είναι μάλλον μια αμήχανη υπόθεση. Η πολιτική, άλλωστε, είναι τόσο εξωφρενικά ανδροκρατούμενη που δύσκολα θα αποφασίσει κάποια να ασχοληθεί μαζί της. Δεν είναι μόνο ότι θα χρειαστεί διπλή προσπάθεια για να ψηφιστεί: από τη στιγμή που θα μπει στη δημόσια σφαίρα, μια γυναίκα υπογράφει το τέλος της ιδιωτικότητάς της. Οτιδήποτε την αφορά είναι πλέον κοινό κτήμα και κάθε της βήμα γίνεται κάτω από το άγρυπνο βλέμμα των συναδέλφων της και των δημοσιογράφων. Αυτή η διαρκής δημοσιότητα δεν είναι πάντα τόσο εύκολη ούτε τόσο ανώδυνη. Αλλωστε, άλλο είναι να κρίνεσαι για μια δημόσια δήλωση ή για τη στάση σου σε μια ψηφοφορία και άλλο, εντελώς διαφορετικό, να σχολιάζεσαι για το μέγεθος του στήθους σου ή για το χρώμα των μαλλιών σου. Μετρώντας λοιπόν τις δυσκολίες, είναι πολλές οι γυναίκες που, ενώ θα μπορούσαν να σταθούν επάξια σε θέσεις ευθύνης, μένουν πίσω και ακολουθούν καριέρες στο παρασκήνιο της πολιτικής ζωής, προστατεύοντας έτσι τους εαυτούς τους και τους οικείους τους.
Στην Ελλάδα δεν είχαμε ποτέ αιρετή γυναίκα πρωθυπουργό. Μάλιστα, η πρώτη γυναίκα αρχηγός κόμματος εμφανίζεται μόλις 27 χρόνια πριν, το 1990, με την εκλογή της Μαρίας Δαμανάκη στην ηγεσία του Ενιαίου Συνασπισμού. Από τότε μέχρι σήμερα οι γυναίκες με ανώτατο ρόλο μέσα στο κόμμα τους είναι μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού. Είναι επειδή δεν τις εμπιστεύονται ή επειδή οι ίδιες δεν δοκιμάζουν την τύχη τους, γνωρίζοντας ότι θα χάσουν από χέρι; Η αλήθεια είναι ότι ούτε οι αριθμοί είναι με το μέρος τους. Το 2015, στις εκλογές του Ιουνίου, η χώρα μας πέτυχε ποσοστό-ρεκόρ όσον αφορά τον αριθμό των γυναικών μέσα στο Κοινοβούλιο, οι οποίες έφταναν πλέον τις 68. Λίγους μήνες μετά, στις εκλογές του Σεπτεμβρίου, οι γυναίκες βουλευτές έπεσαν στις 54, τέσσερις εκ των οποίων εξελέγησαν από ψηφοδέλτια Επικρατείας.
Μητέρα και βουλευτής
Μία από αυτές ήταν η Νίκη Κεραμέως από τη Νέα Δημοκρατία, η οποία τότε μόλις είχε κλείσει τα 35. Σήμερα είναι τομεάρχης Παιδείας, Ερευνας και Θρησκευμάτων και πρωτοστάτησε σε θέματα φύλου μέσα στο κόμμα της, όταν υπερψήφισε το σύμφωνο συμβίωσης. Η Κεραμέως είναι επίσης μητέρα ενός παιδιού, το οποίο γέννησε ενόσω ήταν βουλευτής. Η εγκυμοσύνη της τράβηξε τα φώτα της δημοσιότητας, όταν παραδέχτηκε πως, όσο καιρό κυοφορούσε, οι συνάδελφοί της στη Βουλή κάπνιζαν μπροστά της. «Πώς ζητάς από τους πολίτες να εφαρμόσουν τον νόμο, όταν δεν το κάνεις εσύ ο ίδιος;» αναρωτιέται σήμερα, όταν θυμάται τι συνέβαινε τότε. «Είχα κάνει πολλές προσωπικές εκκλήσεις να σταματήσουν να καπνίζουν μπροστά μου. Στο τέλος κατέληγα, επειδή αισθανόμουν και άσχημα, να αλλάζω θέση διαρκώς προκειμένου να μην μπαίνω σε αυτήν τη συζήτηση και να μην εκτίθεται και το μωρό στον καπνό».
Ωστόσο, η μη εφαρμογή του αντικαπνιστικού νόμου μέσα στο ίδιο το Κοινοβούλιο που τον ψήφισε δεν ήταν το μόνο πρόβλημα που αντιμετώπισε η μέλλουσα μητέρα. «Γέννησα το παιδί μου πέρυσι» εξηγεί η Κεραμέως. «Λίγες μέρες πριν μπω στο νοσοκομείο, ήμουν μέχρι τα ξημερώματα στη Βουλή για ψηφοφορίες. Μία εβδομάδα αφότου γέννησα με καισαρική, ήμουν πίσω στη Βουλή κανονικά για συναντήσεις και, λίγο αργότερα, ως εισηγήτρια». Πράγματι, ο Κανονισμός της Βουλής μέχρι πολύ πρόσφατα δεν προέβλεπε άδεια εγκυμοσύνης. Αν μια έγκυος βουλευτής ήθελε να πάρει άδεια για να γεννήσει, έπρεπε να ζητήσει άδεια ασθενείας. Με αυτόν τον τρόπο δεν θα μπορούσε να συμμετάσχει στις ψηφοφορίες, καθώς η πρόθεση ψήφου των ασθενών βουλευτών δεν καταμετράται.
Ο Κανονισμός άλλαξε μόλις φέτος τον Ιανουάριο, με αφορμή την εγκυμοσύνη μιας βουλευτού της κυβερνητικής πλειοψηφίας. Πλέον αναγνωρίζεται άδεια για έναν μήνα πριν από τη γέννα και για έναν μετά, με την ψήφο να είναι επιστολική. Παρ’ όλ’ αυτά, συνεχίζει να μην υπάρχει πρόβλεψη για τα νεογέννητα παιδιά, πράγμα που, σύμφωνα με τη Νίκη Κεραμέως, φέρνει τις νέες μητέρες σε πολύ δύσκολη θέση: «Είχα τεράστιο πρόβλημα, δεν σας κρύβω. Ημουν και κοινοβουλευτική εκπρόσωπος τότε, το οποίο σημαίνει ότι βρισκόμουν πάρα πολλές ώρες στη Βουλή. Είχα πολύ μεγάλο πρόβλημα με τον θηλασμό, δεν ήξερα τι να κάνω. Ετρεχα δηλαδή για να βγάλω γάλα, το οποίο έπρεπε να διατηρηθεί σε κάποιο ψυγείο, για να το πάω στο μωρό και μετά να ξαναφύγω. Είναι βασικές και πρακτικές οι δυσκολίες για τις νέες μητέρες. Φυσικά, δεν υπήρχε καμία πρόβλεψη για να έρχεται και το παιδί μαζί στη Βουλή, εννοείται πως δεν υπήρχε».
Σεξισμός και πολιτική
Τα προβλήματα μέσα στο ελληνικό Κοινοβούλιο δεν είναι όμως μόνο δομικά. Το έτος 2011, η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ βρισκόταν σε εξαιρετικά δύσκολη θέση και μέσα σε μια θυελλώδη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας ο Σωκράτης Ξυνίδης απευθύνθηκε στην Εύα Καϊλή: «Σιγά την καλτσοδέτα». Ξάφνου, τα οικονομικά μπήκαν σε δεύτερη μοίρα. Ενας βουλευτής κόμματος από τον χώρο του Κέντρου, με παράδοση στην υπεράσπιση της ισότητας των φύλων, έκανε κακό, σεξιστικό χιούμορ –και μάλιστα απέναντι σε μια συνάδελφό του από το ίδιο κόμμα. Σήμερα η Εύα Καϊλή είναι εκλεγμένη ευρωβουλευτής με τη Δημοκρατική Συμπαράταξη και εξηγεί την απόφασή της να «σηκώσει» το θέμα. «Πολλοί μου είπαν να τις αγνοήσω αυτές τις επιθέσεις, αλλά εγώ έκανα το αντίθετο. Τους έστειλα στο Πειθαρχικό της παράταξης. Δεν προχώρησα σε αγωγές, γιατί ήταν και πολύ κρίσιμη η περίοδος πολιτικά για τη χώρα και δεν ήθελα να τραβήξω κάτι περισσότερο. Αλλά αν εμείς, που έχουμε δημόσιο αξίωμα και λόγο, δεν διεκδικήσουμε να μπαίνουν στη θέση τους αυτοί που ξεφεύγουν από τα όρια του επιτρεπτού και του πολιτικού πολιτισμού, τότε πώς περιμένεις μια κοπέλα που δεν έχει τις δικές μας δυνατότητες να υπερασπιστεί τον εαυτό της, να βρει το θάρρος να καταγγείλει ένα περιστατικό ή να αντέξει την πίεση που μπορεί να της ασκηθεί στη δουλειά της;» αναρωτιέται. Η Ευρωβουλή, εξηγεί η Καϊλή, είναι πολύ διαφορετική από το ελληνικό Κοινοβούλιο. Οι άδειες μητρότητας και οι παιδικοί σταθμοί δεν τίθενται καν σε συζήτηση, θεωρούνται κατοχυρωμένο δικαίωμα. Παράλληλα, η τακτική που ακολουθείται σε περίπτωση που κάποιος παρεκτραπεί είναι ελάχιστα ανεκτική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο πολωνός ευρωβουλευτής Γιάνους Κόρβιν-Μίκε, ο οποίος δήλωσε πως οι γυναίκες πρέπει να πληρώνονται λιγότερο γιατί είναι μικρόσωμες, λιγότερο έξυπνες και λιγότερο ικανές: «Οταν κάποιος φερθεί σεξιστικά, αυτό επισημαίνεται και καταδεικνύεται μπροστά σε 750 συναδέλφους. Σε απομονώνουν και σε αγνοούν για ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Για τον Πολωνό αναμένονται μάλιστα και κυρώσεις».
Φίλια πυρά λόγω φύλου
Η Νίνα Κασιμάτη είναι βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, του οποίου η Κοινοβουλευτική Ομάδα μεγάλωσε ξαφνικά τα τελευταία χρόνια και σήμερα περιλαμβάνει αναλογικά τον μεγαλύτερο αριθμό γυναικών ανά κόμμα. Το 2012, η Κασιμάτη διαπίστωσε ότι οι επιθέσεις απέναντι στις γυναίκες βουλευτές του κόμματος αυξήθηκαν: «Μέχρι που ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε αξιωματική αντιπολίτευση δεν θυμάμαι να γίνονταν επιθέσεις στις ίδιες γυναίκες συναδέλφους που αργότερα λοιδορήθηκαν για την εμφάνιση και την ενδυμασία τους. Πριν γίνουν βουλευτές είχαν φυσικά δημόσια κομματική, επαγγελματική και κοινωνική δράση και, κατά τη γνώμη μου, το 2012 έπεσαν θύμα της γενικευμένης πολεμικής κατά του πάλαι μικρού αριστερού κόμματος, που ξαφνικά απειλούσε τον μέχρι τότε γνωστό δικομματισμό».
Η Κασιμάτη συγκέντρωσε προσφάτως τα φώτα της δημοσιότητας για την επίσκεψη στο Καστελλόριζο, μαζί με τον Πάνο Καμμένο, την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων και την αρμόδια Επιτροπή της Βουλής στην οποία συμμετείχαν και βουλευτές της Χρυσής Αυγής. Τότε συνειδητοποίησε ότι η αντιμετώπιση που της επιφυλασσόταν ήταν διαφορετική από αυτήν που έτυχαν οι άνδρες συνάδελφοί της. «Με είχε στενοχωρήσει πολύ η σεξιστική επίθεση που δέχθηκα από αρθρογράφο φίλιου κομματικού μέσου τότε. Ο εν λόγω αρθρογράφος καταδέχθηκε να γίνει μέσα από την κομματική εφημερίδα η πρόθυμη ηχώ παιδαριωδών επιχειρημάτων των πολιτικών αντιπάλων μας εναντίον της κυβέρνησης και της Κοινοβουλευτικής Ομάδας. Και προκειμένου να το κάνει, βολικά “δολοφόνησε” τις γυναίκες της αποστολής. Κατονομάζοντας δηλαδή μόνο εμένα και την άλλη συνάδελφό μου που είχαμε οριστεί μαζί με τους υπόλοιπους άνδρες να συμμετάσχουμε, εξαπέλυσε, αποκλειστικά εναντίον μας, πρωτοφανείς πολιτικές αθλιότητες, ενώ ταυτόχρονα αποσιωπούσε προκλητικά τα ονόματα των ανδρών συναδέλφων μας, καθώς και “αθώωνε” για το δήθεν έγκλημα τους αρμόδιους της αποστολής, που ήταν άνδρες και υπουργοί, χρώμενος διάφορες προφάσεις» αναφέρει, διευκρινίζοντας παράλληλα ότι και τα υπόλοιπα Μέσα δεν της έχουν φερθεί καλύτερα. «Και από τη δικιά σας εφημερίδα έχω δεχθεί σεξιστικό σχολιασμό» σπεύδει να διευκρινίσει.
Δρόμος με αγκάθια
Είναι οι Ελληνες που δεν εμπιστεύονται τις γυναίκες; Για τη Νίνα Κασιμάτη, «η ελληνική κοινωνία έχει βγάλει καταπληκτικές γυναίκες, οι οποίες άφησαν ανεξίτηλα σημάδια στο πολιτικό σύστημα. Ωστόσο, η ισοτιμία της γυναίκας στον πολιτικό στίβο της εκλογής και στα δημόσια αξιώματα δεν μπόρεσε να μπολιαστεί και να καταστεί δομικό στοιχείο του συστήματος».
«Αν μη τι άλλο, πρέπει να σας πω ότι όταν εξελέγην βουλευτής, λόγω του νεαρού της ηλικίας είχα την τιμή να ορκιστώ από το Προεδρείο της Βουλής, από το οποίο έχει κανείς μια γενική εικόνα της Ολομέλειας. Πρέπει να σας πω ότι σοκαρίστηκα, γιατί προσπαθούσα να βρω γυναίκες και δεν έβρισκα. Ηταν μια αποκαρδιωτική εικόνα» εξομολογείται η Νίκη Κεραμέως, η οποία ωστόσο δεν πιστεύει ότι το θέμα είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης: «Σίγουρα υπάρχουν ακόμα τα στερεότυπα για τα φύλα. Ωστόσο, πιο σημαντική είναι η έλλειψη των κατάλληλων δομών και των πολιτικών που ενθαρρύνουν τις γυναίκες να συμμετέχουν στα κοινά, καθώς εκείνες καλούνται εκ των πραγμάτων να ανταποκριθούν σε πολλαπλούς ρόλους».
Για την Εύα Καϊλή, ο τρόπος με τον οποίο οι γυναίκες προσπάθησαν να εδραιώσουν την παρουσία τους δεν ήταν πάντα ο σωστότερος. «Κάναμε το λάθος να προσπαθούμε να κρύψουμε τη φύση μας με το ντύσιμο και τη συμπεριφορά. Ρίχναμε πολύ περισσότερη δουλειά, ο πήχης ήταν πολύ ψηλά. Μια γυναίκα, αν δεν είναι εξαιρετικά ικανή, είναι πάρα πολύ δύσκολο να προχωρήσει. Κάτι ανάλογο δεν συμβαίνει με τους άνδρες. Ενας άνδρας που δεν είναι αρκετά καλός δεν χρειάζεται να αποδείξει ότι είναι. Μια γυναίκα πρέπει να αποδείξει ότι έχει τις δυνατότητες να προχωρήσει στην πολιτική και κρίνεται πολύ πιο αυστηρά» εξηγεί.
Ο δρόμος δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα. Ομως όλες συμφωνούν πως η ενασχόληση με τα κοινά, από όποιο πόστο, αξίζει την προσπάθεια. Σύμφωνα με τη Νίκη Κεραμέως, πρέπει πρώτα να αριστεύσεις στο multi-tasking. Για τη Νίνα Κασιμάτη, απαιτείται να δείξεις «μηδενική ανοχή σε όσους αμφισβητούν τα κεκτημένα χρόνων». «Να έχεις γερό στομάχι» λέει η Εύα Καϊλή. «Τις μάχες δεν τις δίνεις μόνο για σένα, αλλά για όλες τις γυναίκες. Αυτό σε κάνει να αισθάνεσαι λιγότερο μόνη».