Την ιδέα είχε ρίξει πριν από περίπου δέκα ημέρες ο αυστριακός καγκελάριος: για να μην πέφτει μόνο στη Γερμανία όλο το βάρος της τουρκικής πίεσης, να απαγορεύσουν όλες οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης τις προεκλογικές εμφανίσεις τούρκων πολιτικών. Οπως συμβαίνει όμως σχεδόν με όλες τις ιδέες στην Ευρώπη, σπανίως τις ακολουθούν όλοι. Και η πρόταση του Κρίστιαν Κερν δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Την ώρα που η πίεση μεταφερόταν από τη Γερμανία στην Ολλανδία, με αφορμή την απόφαση της κυβέρνησης της χώρας να απελάσει την τουρκάλα υπουργό Φατμά Μπετούλ Σαγιάν Καγιά και να μην επιτρέψει στον τούρκο συνάδελφό της Μεβλούτ Τσαβούσογλου την είσοδο, η Γαλλία παραχωρούσε βήμα σε αυτόν τον τελευταίο για να μιλήσει σε μια πολιτική συγκέντρωση στο Μετς. Και να πει τι; Οτι η Ολλανδία είναι η «πρωτεύουσα του φασισμού».
Από τον κατευνασμό…
Αν στην οξύτητα της επίθεσης του τούρκου υπουργού Εξωτερικών αποτυπώνονται οι διαθέσεις της Αγκυρας απέναντι στην Ευρώπη, η ανακοίνωση του γάλλου ομολόγου του σκιαγραφεί έναν διχασμό που η Γηραιά Ηπειρος είχε να ζήσει περισσότερα από εβδομήντα χρόνια. Από την εποχή, δηλαδή, που μια άλλη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα, το Λονδίνο, πίστευε πως η πολιτική του κατευνασμού απέναντι στο ναζιστικό Βερολίνο θα ήταν αρκετή για να τιθασεύσει τις ορμές του Αδόλφου Χίτλερ. Ο Ταγίπ Ερντογάν δεν είναι ασφαλώς Χίτλερ –και πολύ περισσότερο δεν είναι Χίτλερ οι ευρωπαίοι ηγέτες, όπως διατείνεται πέρα από κάθε λογική ο τούρκος πρόεδρος. Ο επικεφαλής της γαλλικής διπλωματίας, πάντως, χρησιμοποίησε ακριβώς αυτόν τον όρο, τον κατευνασμό, για να εξηγήσει την επιλογή της κυβέρνησής του. Σύμφωνα με το Παρίσι, αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να πέσουν οι τόνοι ανάμεσα στα διάφορα κράτη της ΕΕ, που φιλοξενούν στο έδαφός τους τουρκικές μειονότητες, και στην Τουρκία.
…στον «πόλεµο»
Θα αποδειχθεί αυτή τη φορά η πολιτική του κατευνασμού η ενδεδειγμένη; Τίποτα δεν φαίνεται λιγότερο πιθανό σε αυτήν τη φάση: ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου χαρακτήριζε από το Μετς την Ολλανδία «πρωτεύουσα του φασισμού», απαιτούσε μια συγγνώμη και απειλούσε με αντίποινα, την ίδια ώρα που ο γάλλος ομόλογός του Μαρκ Ερό καλούσε «εξίσου τις τουρκικές Αρχές να αποφύγουν τις υπερβολές και τις προκλήσεις».
Από την πλευρά του, ο ολλανδός υπουργός Εξωτερικών Μπερτ Κέντερες σήκωνε το γάντι δηλώνοντας ότι δεν υπάρχει τίποτα για το οποίο πρέπει να απολογηθεί η κυβέρνησή του. Σε στήριξη της Ολλανδίας έσπευσε και ο πρωθυπουργός της Δανίας Λαρς Λόκε Ράσμουσεν, ζητώντας αναβολή της προκαθορισμένης συνάντησής του με τον Τούρκο ομόλογό του Μπιναλί Γιλντιρίμ. Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε κάλεσε την Αγκυρα να επιστρέψει «στον δρόμο της λογικής», αφήνοντας να εννοηθεί ότι σε αντίθετη περίπτωση δεν μπορεί να υπάρξει συνεργασία στο πεδίο της οικονομικής βοήθειας. Παράλληλα η Ευρωπαϊκή Ενωση ανακοίνωσε, διά του επιτρόπου Γιοχάνες Χαν, πως προχωρεί στο μερικό «πάγωμα» της χρηματοδότησης από τον Μηχανισμό Προενταξιακής Βοήθειας προς την Τουρκία, καθώς η χώρα «κινείται μακριά από την Ευρώπη».
Θα μπορούσαν να τελειώσουν όλα αυτά στις 16 Απριλίου, την ημέρα δηλαδή που θα κληθούν οι τούρκοι πολίτες στις κάλπες για να ψηφίσουν στο δημοψήφισμα με το οποίο ο Ερντογάν ζητάει να ενισχυθούν οι εξουσίες του; Ο περίπου ένας μήνας που απομένει έως τότε δεν είναι μεγάλο χρονικό διάστημα. Αλλά ο πολιτικός χρόνος είναι πολύς. Τουλάχιστον είναι κάτι παραπάνω από αρκετός για να παίξει η Αγκυρα το χαρτί της συμφωνίας για το Προσφυγικό. Ο στόχος θα είναι ασφαλώς η Γερμανία. Ο δρόμος, όμως, περνάει από την Ελλάδα.