Το δεύτερο δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της Σκωτίας συζητιόταν πριν ακόμα απορριφθεί το πρώτο. Σε μια μικρή αίθουσα του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου, το φθινόπωρο του 2014, ένας πεπειραμένος καθηγητής Κοινωνιολογίας ξεκινούσε το πρώτο μάθημα του έτους με τη φράση «Η ανεξαρτησία θα έρθει το 2018».
Μέσα στις επόμενες δύο ώρες ανέλυσε το πιθανότερο, κατά τη γνώμη του, σενάριο για το μέλλον της Σκωτίας: στο δημοψήφισμα του 2014 οι Σκωτσέζοι θα ψήφιζαν Οχι. Ο τότε πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον θα πρότεινε την παραχώρηση περισσότερων προνομίων στην κυβέρνηση του Χόλιρουντ, αθετώντας τον λόγο του λίγο καιρό αργότερα και απογοητεύοντας όσους τον πίστεψαν. Μετά την επικράτησή του, ωστόσο, στις εκλογές του Μαΐου του 2015, θα τηρούσε μια άλλη του υπόσχεση: θα διεξήγε δημοψήφισμα για Brexit, το οποίο τελικά θα αποφάσιζε την έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Τότε η νέα κυβέρνηση της Σκωτίας, όπως αυτή θα προέκυπτε στις τοπικές εκλογές, θα κήρυσσε νέο δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της περιοχής. Χθες οι φοιτητές του, σκορπισμένοι πια σε όλη τη γη, αντάλλασσαν μηνύματα θαυμασμού. Ο έμπειρος καθηγητής δεν ήταν απλά ένας πειστικός ομιλητής, είχε πέσει μέσα σε όλα.
Το ενδεχόμενο ενός δεύτερου δημοψηφίσματος για ανεξαρτησία φάνταζε ένα μακρινό ενδεχόμενο μέχρι να επιβεβαιωθεί το Brexit, όμως, όπως έγραφαν και «ΤΑ ΝΕΑ» το 2014, η ατμόσφαιρα στο Εδιμβούργο δεν είχε αλλάξει μετά το Οχι. Οι Σκωτσέζοι παρέμεναν θυμωμένοι με τα αγγλικά κέντρα εξουσίας και η ανακοίνωση του δημοψηφίσματος του 2015 τους νευρίασε ακόμα περισσότερο. Για άλλη μία φορά, λόγω του αριθμού τους, οι κάτοικοι της Σκωτίας θα βάσιζαν το μέλλον τους στην απόφαση των νότιων συμπατριωτών τους.
Γιατί θέλουν την Ευρώπη. Σε αντίθεση με το τι συμβαίνει στην περιοχή της Αγγλίας, τόσο οι πολίτες όσο και η κυβέρνηση της Σκωτίας βλέπουν πολύ θετικά την Ευρωπαϊκή Ενωση. Χωρίς αυτήν, θεωρούν εαυτούς ξεκομμένους από τον υπόλοιπο κόσμο. Η ΕΕ τους πρόσφερε φτηνά εργατικά χέρια για δύσκολες, χειρονακτικές δουλειές που οι ντόπιοι δεν κάνουν πια. Τα χαμηλά δίδακτρα προσείλκυσαν ευρωπαίους φοιτητές σε πανεπιστήμια που σε μεγάλο βαθμό θεωρούνται απόμακρα και κρύα. Η τοπική οικονομία βασίστηκε σ’ αυτούς για να σταθεί στα πόδια της και αυτό κάνει μέχρι και σήμερα, παρόλο που η κρίση δεν τους άφησε ανεπηρέαστους. Παράλληλα, η Σκωτία δεν φοβήθηκε ποτέ την πρόσμειξη ξένων πληθυσμών: στο κέντρο του Εδιμβούργου, σε μικρή απόσταση μεταξύ τους, υπάρχει ένα τζαμί, μια εκκλησία μεθοδιστών, ένα ορθόδοξο εκκλησάκι και μια συναγωγή. Η πολυπολιτισμικότητα των μεγάλων της πόλεων είναι πραγματική, με τις ρατσιστικές επιθέσεις να μετριούνται στα δάχτυλα και να καταδικάζονται ως παράδειγμα προς αποφυγή.
Εθνικιστικές τάσεις. Από την άλλη, ωστόσο, η Σκωτία είναι μια περιοχή με ξεκάθαρα εθνικιστικές τάσεις. Η τοπική κυβέρνηση διεκδικεί εδώ και χρόνια την πολιτική της ανεξαρτησία από την κυβέρνηση του Γουέστμινστερ, με πολλούς αναλυτές να πιστεύουν ότι το δημοψήφισμα του 2014 δεν έγινε για να πετύχει την απόσχιση, αλλά για να θορυβήσει αρκετά την κεντρική κυβέρνηση, ώστε να δώσει ακόμα περισσότερες εξουσίες στην κυβέρνηση του Χόλιρουντ. Αλλοι βρίσκουν τα κίνητρα της απόφασης λίγο πιο σκοτεινά: το Εθνικό Κόμμα της Σκωτίας (SNP) κατάφερε να βάλει στο μυαλό των Σκωτσέζων την ιδέα της ανεξαρτησίας. Η Νίκολα Στέρτζον, πρωθυπουργός της Σκωτίας στη σημερινή συγκυβέρνηση του SNP και των Πρασίνων, είχε από την πρώτη στιγμή δηλώσει πως ναι μεν δεσμεύεται από τη συμφωνία του προκατόχου της Αλεξ Σάλμοντ με τον Ντέιβιντ Κάμερον για επόμενο δημοψήφισμα με το πέρασμα εικοσαετίας, όμως σε περίπτωση μιας «μεγάλης πολιτικής αλλαγής» θα καλούσε τους Σκωτσέζους ξανά στις κάλπες. Αυτή η αλλαγή συνέβη με το Brexit και η Στέρτζον, μετά τις απαραίτητες συζητήσεις, ανακοίνωσε χθες ότι θα φέρει προς ψήφιση στην τοπική Βουλή τη νέα πρόταση για δημοψήφισμα ανεξαρτησίας, η οποία βάζει φωτιά στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Και στη Βόρεια Ιρλανδία. Ηδη η επικεφαλής του Σιν Φέιν, Μισέλ Ο’Νιλ, θέτει κι αυτή θέμα δημοψηφίσματος. Με βάση τη συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής, η ηγεσία της Βόρειας Ιρλανδίας μπορεί να ζητήσει δημοψήφισμα αν θεωρεί πως η πλειοψηφία υποστηρίζει την ένωση με το κράτος της Ιρλανδίας. Με αυτόν τον τρόπο η απόφαση για Brexit όχι μόνο δίνει μια δεύτερη ευκαιρία στη Σκωτία να διεκδικήσει την ανεξαρτησία της, αλλά και μια αφορμή στη Βόρεια Ιρλανδία να συζητήσει την επανένωσή της με το κράτος της Ιρλανδίας –σε περίπτωση που κάτι τέτοιο προχωρήσει, θα μιλάμε για τη μεγαλύτερη πολιτική ήττα που έχει υποστεί ποτέ κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου.
Η έκπληξη του Κόρμπιν. Μέσα στον χαμό, την έκπληξη κάνουν πάλι οι Εργατικοί. Ο Τζέρεμι Κόρμπιν, παρά την επιθυμία των σκωτσέζων Εργατικών, δήλωσε πως το κόμμα του ναι μεν είναι αντίθετο στο επερχόμενο δημοψήφισμα, ωστόσο, σε περίπτωση που η απόφαση πλειοψηφήσει στη σκωτσέζικη Βουλή και πάει για έγκριση στο Γουέστμινστερ, οι Εργατικοί θα «σεβαστούν την απόφαση της τοπικής κυβέρνησης». Φαίνεται πως η παράταξη του Κόρμπιν, για άλλη μία φορά, θα ακολουθήσει τη στάση που κράτησε στο Brexit, η οποία θεωρήθηκε πως διευκόλυνε τη σκληρή στάση της Τερίζα Μέι και δεν άκουσε την εκλογική βάση του κόμματος.