Στο 23,6% διαμορφώθηκε το ποσοστό της ανεργίας στη χώρα το δ’ τρίμηνο του 2016 και μειώθηκε μεν σε σχέση με το 24,4% του αντίστοιχου τρίμηνου του 2015, αλλά αυξήθηκε από το 22,6% του γ’ τριμήνου πέρυσι.
Οι άνεργοι ανήλθαν σε 1.123.990 άτομα και ο αριθμός τους αυξήθηκε κατά 2,9% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, ενώ μειώθηκε κατά 4,3% σε σχέση με το δ’ τρίμηνο του 2015. Μεγάλο πρόβλημα αποτελεί το γεγονός ότι οι μακροχρόνια άνεργοι (αυτοί που αναζητούν χωρίς να βρίσκουν εργασία από 12 μήνες και άνω) ανέρχονται σε 807.025 άτομα (το 71,8% του συνόλου των ανέργων). Ενώ, άλλα 931.788 άτομα δέχονται και τη μερική απασχόληση.
Προβλήματα είναι το υψηλό ποσοστό της ανεργίας στους νέους, η αύξηση της ανεργίας στις ηλικίες μετά τα 45 και κυρίως μετά τα 65 έτη, αλλά και η μεγάλη άνοδος της ανεργίας σε όλο το Αιγαίο και στα Ιόνια Νησιά.
Σύμφωνα με την τριμηνιαία έρευνα εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ:
Το ποσοστό ανεργίας στις γυναίκες (28,1% το δ’ τρίμηνο 2016 από 28,4% το δ’ τρίμηνο 2015) παραμένει σημαντικά υψηλότερο από αυτό στους άνδρες (19,9% από 21,2%) και ειδικά στις νέες γυναίκες φτάνει στο 48,6%.
Ηλιακά, το μεγαλύτερο ποσοστό καταγράφεται στις ομάδες 15- 24 ετών (45,2% το δ’ τρίμηνο 2016 από 49% το δ’ τρίμηνο 2015) και 25- 29 ετών (33,6% από 37,4%). Ακολουθούν οι ηλικίες 30- 44 ετών (22,6% από 23,2%), 45- 64 ετών (19,4% από 19%) και 65 ετών και άνω (13,8% από 10%).
Λαμβάνοντας υπόψη το επίπεδο εκπαίδευσης, το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται σε όσους έχουν ολοκληρώσει μόνο μερικές τάξεις δημοτικού (28,4%). Τα χαμηλότερα ποσοστά παρατηρούνται σε όσους έχουν διδακτορικό ή μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών (12,2%) και στους πτυχιούχους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (17,6%).
Σε επίπεδο περιφερειών της χώρας, στις τρεις πρώτες θέσεις βρίσκονται η Δυτική Μακεδονία (31,2% το δ’ τρίμηνο 2016 από 32,2% το δ’ τρίμηνο 2015), η Δυτική Ελλάδα (αμετάβλητο στο 28,9%) και η Κεντρική Μακεδονία (24,5% από 25,4%). Ακολουθούν, η Θεσσαλία (24,4% από 28,6%), η Ήπειρος (24,1% από 24,4%), η Στερεά Ελλάδα (23,6% από 26,2%), η Αττική (23,2% από 24,2%), η Ανατολική Μακεδονία- Θράκη (23,1% από 22,7%), η Κρήτη (22,5% από 26,5%), τα Ιόνια Νησιά (21,4% από 16,4%), το Βόρειο Αιγαίο (19,6% από 16,6%), η Πελοπόννησος (19% από 19,9%) και το Νότιο Αιγαίο (17,2% από 11,4%).
Από το σύνολο των ανέργων που αναζητούν μισθωτή απασχόληση, το 12% αναζητεί αποκλειστικά πλήρη απασχόληση ενώ το 82,9% αναζητεί πλήρη αλλά, στην ανάγκη, είναι διατεθειμένο να εργαστεί και με μερική απασχόληση. Τέλος, το 5,1% είτε αναζητεί μερική απασχόληση είτε δεν ενδιαφέρεται εάν θα βρει μερική ή πλήρη απασχόληση.
Ένα ποσοστό ανέργων (7%) απέρριψε κάποια πρόταση ανάληψης εργασίας κυρίως επειδή δεν ήταν ικανοποιητικές οι αποδοχές (29%), δεν εξυπηρετούσε ο τόπος εργασίας (24,7%) και δεν εξυπηρετούσε το ωράριο εργασίας (17,1%).
Το ποσοστό των ανέργων που δεν έχουν εργαστεί ποτέ στο παρελθόν ανέρχεται στο 20,2% του συνόλου των ανέργων, ενώ οι μακροχρόνια άνεργοι (αυτοί που αναζητούν εργασία από 12 μήνες και άνω, ανεξάρτητα από το εάν έχουν εργαστεί στο παρελθόν) αποτελούν αντίστοιχα το 71,8%.
Το ποσοστό ανεργίας των ατόμων με ξένη υπηκοότητα είναι μεγαλύτερο από το αντίστοιχο των Ελλήνων υπηκόων (30,2% έναντι 23,1%). Επίσης, το 68,6% των ξένων υπηκόων είναι οικονομικά ενεργό, ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από το αντίστοιχο των Ελλήνων, το οποίο είναι 51%.
Σε επίπεδο απασχόλησης, ο αριθμός των απασχολούμενων ανήλθε σε 3.648.565 άτομα και η απασχόληση μειώθηκε κατά 2,4% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και αυξήθηκε κατά 0,2% σε σχέση με το δ’ τρίμηνο του 2015.
Το δ’ τρίμηνο του 2016 βρήκαν απασχόληση 147.282 άτομα, τα οποία δήλωσαν ότι ήταν άνεργα πριν από ένα έτος. Παράλληλα, 49.854 άτομα μετακινήθηκαν από τον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό σε θέσεις απασχόλησης. Αντίθετα, 107.801 άτομα, τα οποία ένα χρόνο πριν ήταν απασχολούμενα, σήμερα είναι άνεργα και άλλα 50.389 άτομα που ήταν απασχολούμενα είναι πλέον οικονομικά μη ενεργά. Επιπλέον, 99.279 άτομα, που πριν ένα έτος ανήκαν στον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό, εισήλθαν στην αγορά εργασίας αναζητώντας απασχόληση αλλά είναι άνεργα.
Ανά τομέα της οικονομίας, παρατηρείται ότι στον πρωτογενή τομέα υπάρχει μείωση 1,7% στον αριθμό των απασχολούμενων στον δευτερογενή τομέα αύξηση 2,4% και στον τριτογενή αύξηση 0,1%.
Tο ποσοστό της μερικής απασχόλησης ανέρχεται στο 10,3% του συνόλου των απασχολούμενων. Από το υποσύνολο αυτό των εργαζομένων, το 67% έκανε αυτή την επιλογή διότι δεν μπόρεσε να βρει πλήρη απασχόληση, το 8,5% για άλλους προσωπικούς ή οικογενειακούς λόγους, το 4,5% διότι εκπαιδεύεται, το 3,1% διότι φροντίζει μικρά παιδιά ή εξαρτώμενους ενήλικες και το 16,9% για διάφορους άλλους λόγους.
Το ποσοστό των μισθωτών, το οποίο εκτιμάται σε 65,8% του συνόλου των απασχολούμενων, εξακολουθεί να είναι το χαμηλότερο σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, στην οποία ανέρχεται στο 83,9% του συνόλου των απασχολουμένων (εκτίμηση 2015).