Η έναρξη της θητείας του Γιώργου Κιμούλη στο Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος συνοδεύτηκε από την πρώτη φημολογία για εντάσεις εντός του Διοικητικού Συμβουλίου. Προτού συμπληρωθεί καν μήνας από την τελετή παράδοσης του έργου στο ελληνικό Δημόσιο (23 Φεβρουαρίου) και τον διορισμό από το υπουργείο Οικονομικών του νέου ΔΣ με πρόεδρο τον Κιμούλη και διευθύνοντα σύμβουλο τον Νίκο Μανωλόπουλο (στις 28/2), χθες ο πρώτος ανακοίνωσε την παραίτησή του με επιστολή του στα μέλη του ΔΣ.
Ο Κιμούλης θεωρεί ότι η κυβέρνηση τον άφησε εκτεθειμένο χωρίς να υποστηρίζει τις δικές του αρμοδιότητες. Αντίθετα, «δείχνει» προς την πλευρά του Μανωλόπουλου την αιτία λήξης αυτής της ολιγοήμερης σχέσης: «Η τεράστια ευθύνη διοίκησης είχε εξ’ αρχής ως δεσμευτική παράμετρο τη συγκρότηση ενός συλλογικά δημιουργικού και αποφασιστικού Διοικητικού Συμβουλίου, το οποίο θα λειτουργεί με απόλυτη διαφάνεια. Η τελική αποκρυστάλλωση όμως της διοικητικής έκφρασης, προϊόν αναίτιων πολυήμερων “εσωκομματικών διαπραγματεύσεων”, απεδείχθη στην πράξη κατώτερη των περιστάσεων. Παρά το συμφωνημένο πλαίσιο, ο διορισμένος εκ του υπουργείου Οικονομικών διευθύνων σύμβουλος κ. Μανωλόπουλος –πρώην διευθυντής του Οργανισμού Μεγάρου Μουσικής Αθηνών –υποκαθιστά στην ουσία όλο το Διοικητικό Συμβούλιο εκμεταλλευόμενος τις εύθραυστες εσωτερικές ισορροπίες του κυβερνώντος κόμματος, στις οποίες αρνούμαι να συμμετέχω».
Μία ημέρα πριν από την επιστολή παραίτησης, πάντως, το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος και το ΚΠΙΣΝ είχαν ενημερώσει από κοινού τον Τύπο για τη συνεδρίαση στις 9 Μαρτίου των δύο Διοικητικών Συμβουλίων των συγγενικών οργανισμών, του ΚΠΙΣΝ και του Ιδρυματος Σταύρος Νιάρχος. Στη συνεδρίαση οι μετέχοντες υπογράμμισαν τη στενή συνεργασία τους καθώς και τη βούληση του νέου ΔΣ του ΚΠΙΣΝ «να καταβάλει κάθε προσπάθεια για την πλήρη αξιοποίηση και διεύρυνση των δυνατοτήτων που παρέχει στον πολιτισμό και την εκπαίδευση, συνεχίζοντας το πλούσιο έργο που έχει κληροδοτήσει το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος».
Η συνεργασία των δύο οργανισμών δίνει έμφαση στην προσεκτική οικονομική διαχείριση του ΚΠΙΣΝ και της δωρεάς των 50 εκατ. ευρώ που χορηγεί το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος για τα επόμενα πέντε χρόνια, προκειμένου να συνεχιστεί το ποικιλόμορφο πολιτιστικό πρόγραμμα και να καλυφθούν οι δαπάνες για εκδηλώσεις και τα λειτουργικά έξοδα του ΚΠΙΣΝ. Επισήμαναν μάλιστα, εκτός των άλλων, πως υπάρχει «άριστο κλίμα συνεργασίας μεταξύ των τριών φορέων (Λυρική Σκηνή, Εθνική Βιβλιοθήκη και ΚΠΙΣΝ) για κοινές πρωτοβουλίες και εκδηλώσεις. Επιπλέον, συμφωνήθηκαν τακτικές συναντήσεις ανάμεσα στις διοικήσεις των δύο οργανισμών».
ΤΣΑΚΑΛΩΤΟΣ ΚΑΙ ΔΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ. Ωστόσο πηγές κοντά στα μέλη του ΔΣ σχολίαζαν τις προηγούμενες ημέρες ότι ο Κιμούλης επιθυμούσε μεγαλύτερη ανάμειξη στις διοικητικές αρμοδιότητες και στους οικονομικούς χειρισμούς. Φαίνεται όμως ότι η πλευρά Μανωλόπουλου (ο οποίος έχει την αποδοχή του υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου αλλά και του προέδρου του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος Ανδρέα Δρακόπουλου) εμπόδιζε τα μεγάλα οράματα του προέδρου του ΚΠΙΣΝ. Γι’ αυτό και εκείνος σημείωνε στην αιχμηρή επιστολή του πως «παρ’ όλες τις προσπάθειες που κατέβαλα όλον αυτόν τον καιρό –και ενός ασαφούς τοπίου καλλιτεχνικής διεύθυνσης που αρχίζει να διαμορφώνεται πλέον καθιστώντας σχεδόν απαγορευτικό οποιοδήποτε παραγόμενο έργο εκ μέρους της ΚΠΙΣΝ ΑΕ –υπέβαλα σήμερα την παραίτησή μου προς το Διοικητικό Συμβούλιο. Οι δημόσιες θέσεις δεν είναι επισφράγιση κοινωνικής αποκατάστασης ούτε κάλυψη κάποιου υπαρξιακού κενού. Ναι μεν στήριξα δημοσίως τον ΣΥΡΙΖΑ γιατί έκρινα πως ήταν η μοναδική λύση εκείνη την περίοδο για τη χώρα μου, αλλά δεν το έκανα για να εγκατασταθώ σε κάποια θέση. Ούτως ή άλλως, έχει κατά κόρον γραφτεί πως έχω αρνηθεί αρκετές προτάσεις στο παρελθόν για θέσεις ιδιαίτερα σημαντικές. Ευτυχώς για μένα δεν είμαι ανέστιος. Εχω τον τόπο της τέχνης μου. Εκεί κατοικώ».
Ομως, πόσο άμεση θα είναι η εξεύρεση νέου προέδρου στο ΚΠΙΣΝ; Η πλευρά Τσακαλώτου οφείλει να βρει διάδοχο για να μην καταρρεύσουν τόσο σύντομα οι μεγάλες προσδοκίες της «ιδρυματοποιημένης» περιοχής.