Πόση κυνικότητα κρύβει η αλήθεια; Και, το σημαντικότερο, πόση αλήθεια μπορούμε να καταναλώσουμε;
Ποιος αντέχει να βλέπει το παγωμένο νυστέρι να κυλά πάνω στη ζεστή του σάρκα χωρίς αναισθητικό; Πράγματι, είναι δύσκολο, όσο και επίπονο.
Ο Αλέξης Αλεξανδρής δεν είπε απλά την αλήθεια ενός πρωταθλητή. Ουσιαστικά χειρούργησε χωρίς αναισθητικό την κοινή γνώμη και τους εκπροσώπους της.
Σε άλλους αφαίρεσε το άλλοθι και σε άλλους έδωσε δικαίωμα. Ανάλογα από ποια πλευρά βρίσκονται.
Ο Αλεξανδρής δεν έκανε τίποτα περισσότερο από το να επιβεβαιώσει αυτό που όλοι βλέπαμε τότε και εξακολουθούμε να βλέπουμε και τώρα. Τις βουτιές. Μια επιβεβαίωση που προκάλεσε μεγαλύτερο παφλασμό απ’ ό,τι όταν πραγματικά έπεφτε και κέρδιζε τα πέναλτι.
Λένε πως κυνικός είναι αυτός που όταν μυρίζει λουλούδια ψάχνει να βρει φέρετρο. Ο Δημήτρης Σαραβάκος δεν ανήκει σ’ αυτή την κάστα. Αυτό δεν σημαίνει όμως πως δεν έκανε ακριβώς ό,τι και ο Αλεξανδρής. Αλλά από τη στιγμή που δεν ψάχνει να βρει το φέρετρο, κάποιοι σφυρίζουν αδιάφορα με την ελπίδα πως οι βουτιές του Σαραβάκου θα πάρουν κάποτε από την Ιστορία άφεση αμαρτιών.
Ο Αλεξανδρής ήθελε να παίξει με τα ανακλαστικά των μικρόνοων. Και το έκανε με τον πιο προκλητικό τρόπο, λέγοντας πως κλέβει ακόμα και το παιδί του. Κάποιοι τσίμπησαν. Σαν λαβράκια ιχθυοτροφείου.